Η καλή αίσθηση του Ενινγκ, πριν το παιχνίδι, η τελείως διαφορετική πραγματικότητα και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της Πλατείας. Το μίγμα, δηλαδή, που συνέθεσε την ισοπαλία (σαν ήττα) στη Ν. Σμύρνη.
Ως παιχνίδι “ζωής και θανάτου” χαρακτήριζαν στον Πανιώνιο, το σαββατιάτικο παιχνίδι με τον Αρη. Οσοι έχουν ζήσει ποδοσφαιρικά στην Πλατεία, αντιλαμβάνονταν πως, ο Ιστορικός, ελπίζει με νίκη επί του Αρη, την… παλεύει με ισοπαλία και με ήττα χάνει σχεδόν τα πάντα.
Τελικά, το δεύτερο σενάριο αποδείχθηκε επικρατέστερο, αν και λίγοι θα ασχοληθούν, από εδώ και πέρα, με το πόσο πραγματικά θα αλλάξει η ζωή των “κυανέρυθρων”, μετά τον ανέλπιστο πόντο επί του Αρη.
Ολόκληρος ο “κιτρινόμαυρος” μηχανισμός, πριν τη σέντρα, είχε την ίδια ψυχολογία, όπως ακριβώς είχε και ο Μίκαελ Ενινγκ. Ο Γερμανός δήλωσε ότι είχε την αίθηση ότι όλα θα πήγαιναν καλά, μόνο που στο χορτάρι η πραγματικότητα ήταν διαφορετική.
Ας αφήσουμε στην άκρη το αποτέλεσμα. Ολοι μας ξέρουμε (κι αυτό δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα) πως στο ποδόσφαιρο υπάρχουν τρία αποτελέσματα, άρα ουδείς κερδίζει ή χάνει, πριν αγωνιστεί. Το αποτέλεσμα διαμορφώνεται αναλόγως της απόδοσης, όταν δεν παρεμβαίνουν εξωγενείς παράγοντες. Και με την παραπάνω λογική, ο 54χρονος τεχνικός είχε, τελικά, την ψευδαίσθηση ότι οι παίκτες του θα παίξουν ως φαβορί και ως ομάδα, η οποία κυνηγά τη διεύρυνση του σερί.
Σε αντίθεση με άλλα παιχνίδια, οι εξωγενείς παράγοντες (βλέπε συγκεκριμένες διαιτητικές αποφάσεις) δεν προκάλεσαν προβλήματα. Απλώς, είναι -ειλικρινά- ανεξήγητη (το είπε και ο Ενινγκ) η παρουσία των ποδοσφαιριστών του μέχρι το 85’. Απουσία διάθεσης, ανούσιο κράτημα της μπάλας, περιοχή την οποία η ομάδα έβλεπε με το… κυάλι και γκολ τη στιγμή που ο Πανιώνιος έπαιζε με δέκα. Το ποδόσφαιρο δεν είναι άθλημα των λογικών. Είναι άθλημα της αίσθησης και της ψευδαίσθησης.
Για 85 λεπτά, ο κόσμος, η ομάδα και ο προπονητής της βρίσκονταν σε ψευδαίσθηση ανωτερότητας, βάσει της κατάστασης των δύο ομάδων.
Γιατί από εκεί και πέρα, ο Αρης μεταμορφώθηκε και παραλίγο να μας στείλει με παραπεμπτικό στον πλησιέστερο συμβεβλημένο ψυχίατρο, γιατί έκανε πράξη την αίθηση ότι “όλα θα πάνε καλά”. Μόνο που κράτησε για περίπου δέκα λεπτά.