Tο ρολόι έδειχνε το 79ο λεπτό, οι φάσεις διαδέχονταν η μία την άλλη, όμως στον πάγκο ο χρόνος έμοιαζε να έχει σταματήσει. Ο προπονητής φώναξε «Νικολέτα, μπαίνεις». Τα μάτια της έλαμψαν, έδεσε τα παπούτσια της και στάθηκε δίπλα στον τέταρτο. Σχεδόν δύο χρόνια αποχής, δύο χειρουργεία, αμέτρητες ώρες αποκατάστασης πέρασαν στιγμιαία από το μυαλό της σε εκείνα τα λίγα μέτρα μέχρι τη γραμμή του πλαγίου. Όταν ο πίνακας σηκώθηκε πήρε μια βαθιά ανάσα, έκανε το σταυρό της και πάτησε στον αγωνιστικό χώρο.
«Ήμουν εκτός για περίπου δύο χρόνια. Δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια τα συναισθήματά μου εκείνη τη στιγμή. Όταν ήρθε ο προπονητής και μου είπε ότι θα μπω αλλαγή, δεν μπορούσα να το συνειδητοποιήσω. Έπαιξα για 10 λεπτά, έβλεπα γύρω μου συμπαίκτριες, αντιπάλους, τον κόσμο στην κερκίδα, και πραγματικά δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αγωνίζομαι ξανά. Ήταν ένα τρελό συναίσθημα και ανυπομονώ να συνεχίσω» τόνισε η Νικολέτα Καλέση μιλώντας στο metrosport.gr.
Η αγκαλιά της πρώην συμπαίκτριας και νυν αντιπάλου, της Φανής Δοϊρανλή, έκοψε κάθε σκέψη και την καλωσόρισε ξανά σε έναν κόσμο που της έλειψε. «Ήταν πραγματικά μια πολύ όμορφη στιγμή. Την ευχαρίστησα πολλές φορές μετά τον αγώνα. Με έζησε στην πιο δύσκολη φάση της αποκατάστασης μου καθώς βίωνε και αυτή έναν τραυματισμό. Κάναμε αποκατάσταση στο ίδιο φυσικοθεραπευτήριο και ήμασταν συμπαίκτριες για τέσσερα χρόνια. Την ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου, γιατί σε όλη τη διάρκεια του αγώνα με προστάτευε. Ήταν μια μοναδική στιγμή και της είμαι πραγματικά ευγνώμων».
«Είναι κάτι που δεν εύχομαι σε κανέναν άνθρωπο να το ζήσει ποτέ στη ζωή του - Περνούσαν από το μυαλό μου όλα τα αρνητικά σενάρια»
Οι πρώτες της επαφές με την μπάλα έμοιαζαν σαν όνειρο. Ήταν αδύνατο να πιστέψει ότι έπαιζε ξανά. Είχαν περάσει σχεδόν δύο χρόνια από εκείνο το παιχνίδι κόντρα στον Παναθηναϊκό και τη διάγνωση για ρήξη χιαστού. «Εντάξει, έπαθα ρήξη χιαστού, δεν είμαι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία που το έπαθε» σκέφτηκε αλλά η μοίρα είχε άλλα σχέδια. Η αποκατάσταση δεν πήγαινε όπως περίμενε και χρειάστηκε να κάνει και δεύτερο χειρουργείο: «Είναι κάτι που δεν εύχομαι σε κανέναν άνθρωπο να το ζήσει ποτέ στη ζωή του. Το γόνατό μου δεν δουλεύτηκε όπως έπρεπε. Οκ, είναι και αυτό κομμάτι της διαδικασίας, δεν το αποφεύγεις πάντα. Το δεύτερο χειρουργείο ήταν μικρότερο, δεν ήταν τόσο σοβαρό όσο το πρώτο, αλλά καταλαβαίνεις ότι το ένα κακό έφερνε το άλλο».
Η ψυχολογία της είχε αρκετά σκαμπανεβάσματα. Πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά άλλωστε; Περίμενε να μείνει εκτός δράσης για περίπου έξι με επτά μήνες και χρειάστηκαν δύο χρόνια για να επανέλθει στα γήπεδα. Και στην αρχή μπορεί να το είχε πάρει χαλαρά αλλά όσο περνούσε ο καιρός και η επιστροφή της καθυστερούσε, οι αρνητικές σκέψεις της χτύπησαν την πόρτα.
«Το πιο δύσκολο κομμάτι στη ρήξη χιαστού είναι το ψυχολογικό. Αλλάζουν πάρα πολλά στη ζωή σου. Και στη δική μου περίπτωση δεν μιλάμε για έναν χρόνο αποχής, όπως συνήθως, αλλά για δύο χρόνια. Άκουγα αυτό το κλασικό «θα επιστρέψεις πιο δυνατή από πριν» και για τέσσερις-πέντε μήνες το πίστευα απόλυτα. Έλεγα «εντάξει, ένας τραυματισμός είναι, θα περάσει». Όταν όμως συνέχιζα χωρίς πρόοδο, τότε άλλαξε όλο αυτό. Το ένα κακό έφερνε το άλλο και εκεί πραγματικά έπεσε πολύ η ψυχολογία μου. Περνούσαν από το μυαλό μου όλα τα αρνητικά σενάρια, για το ποδόσφαιρο, για το μέλλον μου, για τα πάντα. Περνάς πολύ χρόνο μόνος σου, σκέφτεσαι πολύ, καταλαβαίνεις τα όριά σου. Είναι ψυχοφθόρο. Μέχρι και το δεύτερο χειρουργείο, εκείνη η περίοδος ήταν η πιο δύσκολη».
Ερείσματα στη δύσκολη αυτή διαδρομή η οικογένεια, οι φίλοι και φυσικά, ο φυσιοθεραπευτής και ο γιατρός της που στάθηκαν στο πλευρό της και τη στήριξαν σε κάθε βήμα. «Ευτυχώς, είχα δίπλα μου την ομάδα μου, την οικογένειά μου και τους φίλους μου και αυτό είναι το πιο σημαντικό σε τέτοιες καταστάσεις. Ειδικά όταν η αποκατάσταση δεν πηγαίνει όπως πρέπει, το να έχεις ανθρώπους να σε στηρίζουν είναι ανεκτίμητο. Τους ευχαριστώ όλους μέσα από την καρδιά μου, όπως και τον φυσιοθεραπευτή μου, Περικλή Βλαχάκη, τον γιατρό μου κ.Ράλλη Ιωάννη καθώς και το ιατρικό επιτελείο και τον γυμναστή της ομάδας μου».
«Εννοείται ότι υπάρχει φόβος – Τα ξέχασα όλα μόλις μπήκα στο παιχνίδι»
Ο χρόνος κυλούσε, η Νικολέτα ακολουθούσε κατά γράμμα τις οδηγίες των γιατρών και έβλεπε το πόδι της σιγά σιγά να δυναμώνει. Όταν στην καλοκαιρινή προετοιμασία το ιατρικό επιτελείο του ΠΑΟΚ της έδωσε το «πράσινο» φως να επανέλθει στις προπονήσεις ένα τεράστιο χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο της. Τα είχε καταφέρει! «Όταν ξεκίνησε η προετοιμασία και όλοι, γιατροί, φυσικοθεραπευτές μου έδωσαν το πράσινο φως, ήταν κάτι απίστευτο. Ήμουν μέσα στη χαρά. Ήταν ένα συναίσθημα λίγο μικρότερο από το να μπεις σε αγώνα. Ήταν η πρώτη μου ομαδική προπόνηση μετά από περίπου ενάμιση χρόνο. Μέχρι τότε έκανα τα πάντα μόνη μου, ατομικά προγράμματα, γυμναστήριο, αποκατάσταση». Παλιές και νέες συμπαίκτριες καθώς και το προπονητικό τιμ την έβαλαν αμέσως στο κλίμα. «Με υποδέχθηκαν με τρομερή χαρά. Ο κορμός της ομάδας είχε αλλάξει σε σχέση με τότε που τραυματίστηκα, οπότε υπήρχαν και πολλές καινούργιες παίκτριες. Όμως και οι παλιές και οι καινούργιες με υποδέχτηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το νέο staff επίσης. Πραγματικά, ένιωσα από την πρώτη στιγμή πόσο πολύ με αγκάλιασαν».
Ακούγοντας τη να μιλά για τη περίοδο του τραυματισμού της, την αποκατάσταση που της άλλαξε τα σχέδια, τα συναισθήματα, τις εναλλαγές στην ψυχολογία της εύλογα γεννήθηκε η ερώτηση αν έχει αλλάξει ο τρόπος που αγωνίζεται. Αν φοβάται να μπει με την ίδια δύναμη στις φάσεις. «Ναι, είναι απολύτως λογικό. Εννοείται ότι υπάρχει φόβος. Όταν μου έδωσαν το «πράσινο φως» να μπω κανονικά στις προπονήσεις, να μαρκάρω, να μπαίνω στις μονομαχίες, φοβόμουν πάρα πολύ. Πραγματικά πάρα πολύ. Εκεί, όμως, παίζει μεγάλο ρόλο ο προπονητής, οι συμπαίκτριες, το πως σε «μπουστάρουν» καθώς και οι εξωτερικοί παράγοντες που σε βοηθούν ψυχολογικά. Όλοι γύρω μου μού έλεγαν συνεχώς «μη φοβάσαι, δεν θα πάθεις κάτι». Και σιγά σιγά αυτό αρχίζει και μπαίνει στο μυαλό σου. Ο προπονητής μου με βοήθησε πάρα πολύ. Και στο πρώτο μου παιχνίδι, με το που μπήκα στον αγωνιστικό χώρο, τα ξέχασα όλα. Μπήκα κανονικά σε φάση, σε μονομαχία. Εκεί καταλαβαίνεις ότι, ναι μεν ο φόβος υπάρχει, αλλά με τον χρόνο ξεπερνιέται».
«Αφού το αγαπούσες, γιατί να σε σταματήσω;»
Ο φόβος δεν μπόρεσε να επισκιάσει την αγάπη και το πάθος της για τη στρογγυλή θεά. Ένας έρωτας που γεννήθηκε σε μικρή ηλικία και εξελίχθηκε στις αλάνες με αντιπάλους για αγόρια που πολλές φορές δεν της έδιναν πάσες αλλά με ένα πατέρα, που όσο περίεργο και αν ακουστεί (γιατί δεν το έχουμε συνηθίσει) έγινε πηγή έμπνευσης και σύνδεσης. «Νομίζω ότι ο βασικός λόγος που ξεκίνησα ήταν ο πατέρας μου. Ήταν παράγοντας στην ομάδα του χωριού μου, στις Σέρρες. Με έπαιρνε μαζί του στο γήπεδο, στις προπονήσεις, στα αποδυτήρια. Νομίζω κάπως έτσι «κόλλησα» με το ποδόσφαιρο».
Μια απάντηση που με εξέπληξε (ευχάριστα) και με έκανε να ρωτήσω ξανά η αιτία που άρχισες ήταν ο μπαμπάς σου; Αλήθεια; «Ναι, από μικρή κλωτσούσα την μπάλα παντού. Δεν είχα κανένα εμπόδιο από την οικογένειά μου. Ίσα ίσα, με στήριξαν και με ώθησαν προς το ποδόσφαιρο. Καταλαβαίνω ότι δεν ήταν δεδομένο ότι ο πατέρας μου θα δεχόταν ότι η κόρη του παίζει ποδόσφαιρο όπως είδαμε και στο ντοκιμαντέρ του ΠΣΑΠ. Τον είχα ρωτήσει κιόλας πρόσφατα, με αφορμή το ντοκιμαντέρ, γιατί δεν προσπάθησε ποτέ να με αποτρέψει. Και μου είπε: «Αφού το αγαπούσες, γιατί να σε σταματήσω;» Μάλιστα μου είπε ότι η μαμά μου ήθελε πιο «κλασικά» πράγματα, βόλεϊ κτλ., αλλά εκείνος δεν ήθελε να μου κόψει το ποδόσφαιρο».
Τα πήγαινε – έλα στις Σέρρες και η αίτηση της μαμάς για το νέο σχολείο
Η Νικολέτα με τη σύμφωνη γνώμη και του μπαμπά της έπαιζε ποδόσφαιρο στις ακαδημίες αγοριών του χωριού και των γύρων περιοχών και στην Ε’ Δημοτικού ήρθε η μεγάλη ευκαιρία. Ο ΠΑΟΚ διοργάνωσε ένα τουρνουά στις Σέρρες και εκείνη χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισε να δοκιμάσει. Ήταν η μόνη κοπέλα που βρέθηκε στα δοκιμαστικά. Εκεί οι άνθρωποι του Δικεφάλου ενθουσιάστηκαν με το ταλέντο της και της μίλησαν για τη γυναικεία ομάδα και την ακαδημία του συλλόγου.
Οι διαδικασίες κύλησαν γρήγορα και η Νικολέτα εντάχθηκε στην «ασπρόμαυρη» ακαδημία. Για περίπου πέντε χρόνια, οι γονείς της την πηγαινοέφερναν από τις Σέρρες στη Θεσσαλονίκη δύο και τρεις φορές την εβδομάδα για να μπορεί να κάνει προπονήσεις.
Μια διαδικασία σχεδόν καθημερινή που δεν ήταν και εύκολη καθώς, όπως τόνισε και η ίδια «Ήμουν παιδί, πήγαινα δημοτικό και μετά γυμνάσιο, ήμουν όλη μέρα στο δρόμο. Έπρεπε να συνδυάσω σχολείο, διάβασμα, προπονήσεις. Δεν ήταν εύκολο, αλλά άξιζε». Τα καθημερινά ταξίδια, η κούραση, το διάβασμα και οι πανελλήνιες που πλησίασαν, την οδήγησαν να κάνει μια πρόταση στους γονείς της. Γιατί να μην μετακόμιζε στη Θεσσαλονίκη; Γιατί να μην έβρισκε εκεί ένα σχολείο για να συνεχίσει; Έριξε την ιδέα στο τραπέζι και η μαμά της μια μέρα απλά της έδωσε ένα φάκελο με το νέο της σχολείο στη Θεσσαλονίκη. «Κάποια στιγμή, πιο πολύ σαν σκέψη στην αρχή, είπα στους γονείς μου ότι ίσως θα ήταν πιο εύκολο να μείνω στη Θεσσαλονίκη. Πλησίαζαν και οι Πανελλήνιες, η Β’ και η Γ’ Λυκείου, και το πήγαινε-έλα είχε αρχίσει να γίνεται πολύ δύσκολο. Και κάπως έτσι, χωρίς να το πολυκαταλάβω, ήρθε η απόφαση. Θυμάμαι ήμουν καλοκαίρι στη Θεσσαλονίκη για προετοιμασία και μου στέλνει η μαμά μου την αίτηση για το νέο μου σχολείο. Εκεί κατάλαβα ότι όντως μετακομίζω. Έτσι, στη Β’ Λυκείου έμεινα μόνιμα στη Θεσσαλονίκη».
«Ήθελα σίγουρα να περάσω στις Πανελλήνιες, αλλά δεν ήθελα με τίποτα να σταματήσω τη μπάλα»
Πριν προλάβει να κλείσει τα 18 της χρόνια έφυγε μακριά από την οικογενειακή «φωλιά» για να κυνηγήσει το όνειρο της. Ήθελε να παίζει ποδόσφαιρο και από τη Θεσσαλονίκη θα ήταν πιο εύκολο. Άφησε πίσω τις φίλες και την καθημερινότητα της και άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο με… συνοδηγό μια παιδική της φίλη που τη βοηθούσε με τις καθημερινές δουλειές και με τις προμήθειες της μαμάς που δεν την άφησαν ποτέ νηστική.
«Σε αυτή τη μετάβαση είχα και μια παιδική φίλη μου από το χωριό. Μείναμε μαζί στη Β’ και Γ’ Λυκείου και με βοήθησε πάρα πολύ, ειδικά σε καθημερινά πράγματα, φαγητό, σπίτι, όλα. Εκείνη η χρονιά ήταν η πιο δύσκολη. Πανελλήνιες, προπονήσεις, σπίτι, ευθύνες… αλλά τι να κάνω; (γέλια) Ήθελα να παίξω μπάλα. Αυτό ήθελα. Και το πάλεψα. Υπήρχε και βοήθεια από τους γονείς μας. Μας έφερναν φαγητά μαγειρεμένα, μας στήριζαν όσο μπορούσαν. Ειδικά η Γ’ Λυκείου, ήταν από τις πιο δύσκολες χρονιές της ζωής μου. Ήταν η χρονιά των Πανελληνίων, ήταν η χρονιά που με πήρε ο ΠΑΟΚ, ήταν και οι εθνικές ομάδες μέσα σε όλο αυτό. Έλειπα συχνά, έχανα μαθήματα. Ήταν μια χρονιά με τεράστια πίεση. Ήθελα σίγουρα να περάσω στις Πανελλήνιες, αλλά δεν ήθελα με τίποτα να σταματήσω τη μπάλα. Το πρόγραμμά μου ήταν εξαντλητικό. Το πρωί σχολείο, το μεσημέρι προπόνηση, επιστροφή σπίτι αργά το απόγευμα, μετά διάβασμα. Κοιμόμουν μία ή δυο η ώρα το βράδυ. Ήταν πολύ δύσκολο. Ευτυχώς, τελείωσε. Και τελείωσε όμορφα».
«Ξέρουν ποια είμαι, πού παίζω, τι κάνω - Αν δεν έπαιζα, μπορεί όντως να υπήρχαν σχόλια»
Οι εμφανίσεις της με τα «ασπρόμαυρα» και τα αποτελέσματα των πανελληνίων τη δικαίωσαν για τις θυσίες που είχε κάνει. Πλέον, εκτός από το ποδόσφαιρο μπορούσε να κυνηγήσει και το μέλλον της μέσω του πανεπιστημίου. Τα ΤΕΦΑΑ ήρθαν ως φυσικό επακόλουθο λόγω των επιλογών που προσέφεραν. Η κατεύθυνση που θα επέλεγε ήταν ήδη προδιαγεγραμμένη αφού ως λάτρης της στρογγυλής θεάς, ήθελε μια περαιτέρω εξειδίκευση στο ποδόσφαιρο. Η επιθυμία της να βελτιώνεται συνεχώς και να κάνει μέχρι και την καλοκαιρινή περίοδο ατομικές προπονήσεις, έφεραν μια νέα γνωριμία και αργότερα την πρώτη ευκαιρία για δουλειά στη Νίκη Ευκαρπίας.
«Κάποια καλοκαίρια είχα κάνει ατομικές προπονήσεις με τον κ.Γιάννη Καμπουρίδη. Ήταν η πρώτη φορά που θα έκανε ατομικές προπονήσεις σε κοπέλες και είχε ενθουσιαστεί με το επίπεδό μας, με εμένα και άλλη μία αθλήτρια. Από τότε κρατήσαμε επαφή, ακόμα κι όταν ήμουν μαθήτρια. Όταν πέρασα στα ΤΕΦΑΑ, μου έλεγε συχνά να πάω στη Νίκη Ευκαρπίας να αναλάβω κάποιο τμήμα καθώς είναι υπεύθυνος εκεί. Τότε, λόγω των υποχρεώσεων με τον ΠΑΟΚ, δεν ήθελα να φορτωθώ κι άλλα πράγματα. Μετά από τον τραυματισμό μου, όμως, σκέφτηκα ότι είναι μια καλή ευκαιρία να ξεκινήσω κάτι καινούργιο. Και δεν το μετάνιωσα. Τον ευχαριστώ πάρα πολύ για την εμπιστοσύνη και την ευκαιρία, γιατί κάθε μέρα μαθαίνω νέα πράγματα».
Στις ακαδημίες της Νίκης Ευκαρπίας έχει αναλάβει τα τμήματα Κ6, όπου κάνει προπονήσεις σε αγόρια και κορίτσια και έχει κερδίσει και το σεβασμό των γονιών, οι οποίοι δεν φαίνονται αρνητικοί όταν βλέπουν μια γυναίκα προπονήτρια και τα υποτιμητικά σχόλια απουσιάζουν, όπως μας εκμυστηρεύτηκε. «Δεν έχω αντιμετωπίσει κάτι τέτοιο. Ίσως γιατί σε αυτές τις ηλικίες τα παιδιά βλέπουν μόνο ποδόσφαιρο. Ίσως και γιατί οι γονείς γνωρίζουν ότι παίζω κι εγώ ποδόσφαιρο. Ξέρουν ποια είμαι, πού παίζω, τι κάνω. Αν δεν έπαιζα, μπορεί όντως να υπήρχαν σχόλια. Αλλά επειδή γνωρίζουν το υπόβαθρό μου, ίσως γι’ αυτό να μην έχει τύχει κάτι άμεσα σε μένα, τουλάχιστον στον χώρο της ακαδημίας».
«Μα κοίτα λίγο τι έχει καταφέρει, πες ένα μπράβο, δεν χρειάζεται σύγκριση»
Εκτός ακαδημίας, όμως, κάποια υποτιμητικά σχόλια έχουν φτάσει στα αυτιά της αλλά «προσπαθώ να τα παίρνω στην πλάκα, να γελάω. Αλλά δεν είναι πάντα εύκολο, ειδικά όταν τα ακούς συχνά. Κάποια στιγμή κουράζεσαι. Έχω ακούσει σχόλια, δυστυχώς. Ακόμα και για αθλήτριες που έχουν καταφέρει απίστευτα πράγματα. Απλώς δεν τα βλέπουν. Το έχω ζήσει και στη σχολή μου. Συζητούσαμε για τη Μάρτα, τη Βραζιλιάνα. Μια αθλήτρια με τεράστια καριέρα, με αμέτρητα επιτεύγματα. Και αντί να σταθούν σε αυτά, πήγαιναν κατευθείαν στη σύγκριση «Ναι, αλλά δεν είναι το ίδιο». Μα κοίτα λίγο τι έχει καταφέρει. Πες ένα μπράβο. Δεν χρειάζεται σύγκριση».
Με αργά και σταθερά βήματα τα πράγματα θα αλλάζουν και το ποδόσφαιρο γυναικών θα μπει περισσότερο στη ζωή μας. Ήδη, όπως παραδέχθηκε και η ίδια έχουν γίνει βήματα προόδου. «Βλέπουμε, για παράδειγμα, ότι η Εθνική Γυναικών αρχίζει σιγά σιγά να προβάλλεται περισσότερο. Το πρωτάθλημα δυναμώνει, ειδικά με ομάδες από την Αθήνα, επομένως υπάρχει και περισσότερη προβολή. Παίζει τεράστιο ρόλο αυτό. Επίσης, φέτος μας δείχνουν και στην τηλεόραση. Ο ΠΣΑΠ, με όλη την προσπάθεια που κάνει και το ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε, έφερε πολύ κόσμο πιο κοντά. Πολλοί ήρθαν και μου είπαν «είδα το ντοκιμαντέρ», χωρίς καν να τους το αναφέρω εγώ. Αυτά είναι σημαντικά βήματα. Το γεγονός ότι παίξαμε μέσα στη σεζόν στην Τούμπα, στο παιχνίδι με την ΑΕΚ, είναι κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί. Είναι μια πρόοδος. Γίνονται προσπάθειες. Θέλουμε ακόμα πολλή δουλειά, αλλά υπάρχει κίνηση. Και αυτό είναι θετικό».
«Μια ανδρική ομάδα αντίστοιχου επιπέδου και ονόματος δεν θα έπαιζε ποτέ σε τέτοιες συνθήκες – Ο ΠΑΟΚ έχει κάνει προσπάθειες και αλλαγές»
Ίσως, τα επόμενα πέντε χρόνια να υπάρξουν αλλαγές σε ποικίλα επίπεδα όπως στα γήπεδα, στα ιατρικά επιτελεία, στους φυσιοθεραπευτές και οι διαφορές με τους άνδρες να μην είναι τόσο χαοτικές. «Οι διαφορές είναι τεράστιες. Μιλάω γενικά, όχι ειδικά για την ομάδα μου, γιατί φέτος στον ΠΑΟΚ έχουν γίνει πολύ μεγάλες αλλαγές προς το καλύτερο. Καταρχάς, μόνο το γεγονός ότι ακόμα παίζουμε σε πλαστικά γήπεδα είναι πρόβλημα. Και τα φυσικά γήπεδα που χρησιμοποιούμε συχνά δεν είναι καλής ποιότητας. Μια ανδρική ομάδα αντίστοιχου επιπέδου και ονόματος δεν θα έπαιζε ποτέ σε τέτοιες συνθήκες. Στο ιατρικό κομμάτι, οι διαφορές είναι χαοτικές. Σε μια ανδρική ομάδα μπορεί να υπάρχουν τρεις γιατροί και πέντε φυσικοθεραπευτές. Σε μια γυναικεία, συχνά υπάρχει ένας γιατρός και ένας φυσικοθεραπευτής και πολλές φορές όχι σε όλες τις προπονήσεις. Αυτό είναι σοβαρό πρόβλημα.
Το γήπεδο είναι ίσως το μεγαλύτερο ζήτημα. Έχουμε δει τραυματισμούς που προκύπτουν καθαρά από την κατάσταση των γηπέδων. Αυτό που είδαμε πρόσφατα, με σοβαρό τραυματισμό λόγω αγωνιστικού χώρου, είναι ντροπή. Δεν γίνεται να μιλάμε για ανάπτυξη του αθλήματος έτσι. Θέλω, όμως, να τονίσω ότι φέτος η ομάδα μου, ο ΠΑΟΚ, έχει κάνει προσπάθειες όπως συνεργασία με πολύ καλό γιατρό, με φυσικοθεραπευτή, βελτίωση στις εγκαταστάσεις, αγώνες σε καλύτερα γήπεδα, όπως η Τούμπα. Το ίδιο βλέπω να γίνεται και σε άλλες ομάδες, όπως ο Παναθηναϊκός, η Κηφισιά, η Τρίπολη, ο ΟΦΗ.
Ο ΠΣΑΠ έχει παίξει τεράστιο ρόλο σε όλο αυτό. Έδωσε φωνή στις αθλήτριες, βοήθησε οικονομικά σε χειρουργεία και αποκαταστάσεις, ανέδειξε το ποδόσφαιρο γυναικών και, το πιο σημαντικό, εξασφάλισε ασφάλιση για τις αθλήτριες. Πολλές από εμάς δεν ήμασταν ασφαλισμένες πριν. Αυτό είναι τεράστιο βήμα. Το να βραβεύονται γυναίκες μαζί με άντρες, χωρίς διαχωρισμούς, είναι επίσης πολύ σημαντικό. Υπάρχει πρόοδος. Δεν είμαστε εκεί που θέλουμε, αλλά έχουμε ξεκινήσει να κινούμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση».
Τα κανελόνια, η κιθάρα και ο Τάισον
Είναι το πειραχτήρι της παρέας και της ομάδας. Αρέσκεται να πειράζει τις συμπαίκτριες της, να βάζει μουσική και γενικά να τις κάνει να γελούν. Είναι ένας τρόπος να φεύγει το άγχος και να συγκεντρώνεται περισσότερο. «Μου αρέσει να βάζω μουσική, να κάνω χαβαλέ, να πειράζω τις συμπαίκτριές μου. Είμαι λίγο… ο κλόουν της ομάδας. Με την καλή έννοια! Θέλω να υπάρχει καλό κλίμα, να γελάμε, να φεύγει η ένταση. Ειδικά πριν τους αγώνες, πιστεύω ότι αυτό βοηθάει πάρα πολύ».
Δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο πρότυπο, παίρνει κομμάτια από διάφορους αθλητές και αθλήτριες. Βέβαια, δεν κρύβει τον θαυμασμό της για τον Λιονέλ Μέσι αλλά και για τον Τάισον που «είναι στη θέση μου, μου αρέσει πολύ το πώς κινείται με την μπάλα, τα τελειώματα που έχει. Είναι από αυτούς που τον βλέπεις και λες «θέλω λίγο από αυτό». Και γενικά με εντυπωσιάζουν παίκτες που, όσο μεγαλώνουν, συνεχίζουν σε τρομερό επίπεδο. Ο Τάισον στα 37 του και κοίτα τι κάνει».
Εκτός από τις σπουδές της στα ΤΕΦΑΑ, η Νικολέτα λατρεύει τη μουσική και παίζει κιθάρα. Το «μικρόβιο» της το κόλλησε η δασκάλα της στο κατηχητικό, που πήγαινε μικρή. Την έβλεπε να παίζει, της άρεσε και αποφάσισε να αρχίσει. Βέβαια, σε ερώτηση μας αν το σκέφτεται… επαγγελματικά, εκείνη γέλασε και είπε ότι δεν ξέρει γιατί κάπως ντρέπεται «Το έχω σκεφτεί, αλλά όχι σοβαρά. Δεν ξέρω πώς είναι η φωνή μου. Προς το παρόν, το κρατάω για μένα. Ντρέπομαι και λίγο».
Το αγαπημένο της φαγητό είναι τα κανελόνια, ακούει όλα τα είδη μουσικής δημιουργώντας ένα ενδιαφέρον προφίλ στο spotify που περιλαμβάνει κομμάτια από Δημήτρη Μητροπάνο έως και trap ενώ τελευταία έχει κολλήσει με το «Τέλεια» του Φωκά. Λατρεύει το μπλε, θα ήθελε κατοικίδιο αλλά δεν έχει χρόνο να το φροντίζει, ακολουθεί διατροφή αλλά «η σοκολάτα, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου». Αν θα έπρεπε να περιγράψει τον εαυτό της με μια φράση θα ήταν «η χαρά της ζωής», κάτι που διαπιστώσαμε και εμείς κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.