Σε αρκετές ομάδες –ειδικά στην Ελλάδα- υπάρχει μια «σιωπηρή απαγόρευση» σε ό,τι αφορά στη δραστηριότητα ποδοσφαιριστών σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στις διοικήσεις των ομάδων δεν αρέσει και πολύ οι αθλητές της να ανεβάζουν πολλές φωτογραφίες ή να βγάζουν selfies, πιθανότατα γιατί εκτιμούν ότι με τον τρόπο αυτό εκτίθενται και ότι οι υπόλοιποι πιστεύουν ότι το μόνο που ενδιαφέρει είναι η… μόστρα και ο χαβαλές. Μια απαγόρευση που έχει τις «ρίζες» της σε έναν φόβο ότι μερίδα οπαδών (ειδικά όταν τα αποτελέσματα είναι αρνητικά) θα φωνάξει «μόνο για selfies είσαστε».
Δεν έχει καμία σημασία βέβαια αν η ίδια η μερίδα οπαδών έκανε like στην ανάρτηση του εκάστοτε παίκτη πριν από λίγο καιρό. Ούτε ότι σε λίγο καιρό πάλι θα ξαναπατήσουν like. Το πρώτο που θυμούνται σε αρνητικό αποτέλεσμα κάποιοι είναι ότι οι παίκτες έπιναν χαμογελαστοί και με τα νέα τους κουρέματα τον καφέ ή το ποτό τους. Λες και οι ίδιοι που κράζουν, δεν βγάζουν selfies. Μα, αλήθεια, πόσο πρόβλημα είναι αυτό; Μήπως και οι παίκτες δεν σκέπτονται πάνω κάτω όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι στην ηλικία τους; Ή δεν είναι μεγαλωμένοι πάνω-κάτω με τα ίδια πρότυπα, ή δεν επηρεάζονται από το «ρεύμα» όπως οι υπόλοιποι;
Η κοινωνική δικτύωση αποτελεί έναν –η αλήθεια είναι και αυτάρεσκο ορισμένες φορές- τρόπο επικοινωνίας του αθλητή με τους θαυμαστές του. Ο σωστός χειρισμός των social media –όπως και όλων των πραγμάτων, της τηλεόρασης, του υπολογιστή, των διακοπών ή και του ελεύθερου χρόνου- είναι προφανώς επιλογή του καθενός. Θα είναι σίγουρα χρήσιμο για τον κάθε ποδοσφαιριστή, λοιπόν, όπως και για τον κάθε άνθρωπο, να χειριστεί το θέμα «κοινωνική δικτύωση» όπως θέλει, προφανώς και με μέτρο κάποιες φορές. Για αυτό και ίσως η επιμόρφωση –όχι μόνο των αθλητών, αλλά όλων- πάνω σε αυτό το σύγχρονο φαινόμενο παγκοσμίως είναι απαραίτητη.
Βλέποντας όμως τη selfie του Λίο Μέσι με τον Νεϊμάρ από τα αποδυτήρια των μπλαουγκράνα, λίγο μετά τη νίκη επί της Αρσεναλ, να παίρνει κάτι… χιλιάδες like ανά τον κόσμο μέσα σε ελάχιστα λεπτά, αντιλαμβάνεσαι ότι και αυτό είναι τελικά το μέρος ενός παιχνιδιού, που έχει απίστευτη απήχηση και κατά βάθος θα είναι… επικερδές για τις ποδοσφαιρικές ομάδες. Ακόμη κι όταν το αποτέλεσμα δεν είναι θετικό. Διότι ο απλός φίλαθλος έχει την (ψευδ)αίσθηση εκείνη τη στιγμή ότι είναι μπροστά στο ίνδαλμά του και χαίρεται με τη χαρά του ή συμμετέχει στη λύπη του. Γίνεται ενεργά μέλος ενός παιχνιδιού, που θα διατηρήσει ζωντανό το ενδιαφέρον του για τον παίκτη –άρα και για την ομάδα. Που θα πάρει τη φανέλα του αύριο, που θα τον αναγκάσει να ταξιδέψει κάποια στιγμή για να τον δει από κοντά. Που μπορεί και να τον αποδοκιμάσει κάποια στιγμή, αλλά για να το κάνει, προφανώς θα τον ενδιαφέρει, οπότε είναι βέβαιο ότι θα τον αποθεώσει ξανά…
Προφανώς και είναι μέρος του λεγόμενου marketing που έχει μπει για τα καλά στα ζωή μας και δεν έχει να κάνει μόνο με το ποδόσφαιρο. Λελογισμένη χρήση της κοινωνικής δικτύωσης λοιπόν, ναι. Επιμόρφωση, ναι. Όχι απαγόρευση. Διότι από εκεί και πέρα, άλλα πράγματα πρέπει να απασχολούν τη διοίκηση μιας ομάδας πρωτίστως και όχι το αν βγάζουν selfies οι παίκτες. Πριν τις φωτογραφίες που ποστάρουν οι αθλητές, οι διοικήσεις πρέπει να κοιτάξουν: Ποιοι τους προπονούν, πού και πόσο οι συνθήκες που διαμορφώνουν τους βοηθούν για να παίξουν την μπαλίτσα τους και να πανηγυρίσουν αγκαλιά μια νίκη, η οποία θα τους αποφέρει μερικές χιλιάδες ευρώ από εισιτήρια, δικαιώματα και φανέλες. Αν τα λύσουν όλα αυτά και ακόμη περισσότερα, μπορούν να ασχοληθούν και με τα υπόλοιπα. Αλλωστε, τότε οι selfies θα προσφέρουν κέρδη…