Η ανάλυση της πορείας του Ράφα Μπενίτεθ στους πάγκους ώσπου να περάσει το κατώφλι του Παναθηναϊκού για να προσπαθήσει να φέρει εις πέρας ακόμη μία δύσκολη αποστολή, αυτή της κατάκτησης ενός πρωταθλήματος μετά από τουλάχιστον 16 χρόνια.
Ο Ισπανός τεχνικός βρίσκεται προ των πυλών της Αθήνας για να αναλάβει την τεχνική ηγεσία του «τριφυλλιού» με υψηλές απολαβές μεσούσης της σεζόν και να προσπαθήσει να βάλει ένα οριστικό τέλος στα «αιώνια» προβλήματα που ταλαιπωρούν τον σύλλογο. Στην ηλικία των 65 χρόνων, η καριέρα του δεν βρίσκεται στο απόγειό της αφού τα πετυχημένα χρόνια έχουν μείνει στο παρελθόν. Όμως, στην 30ετή του παρουσία στην προπονητική έχει ξεχωρίσει πολλές φορές με τα επιτεύγματά του και έχει γράψει με χρυσά γράμματα, τη δική του ιστορία στο Ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
Το σιωπηλό ξεκίνημα
Ο Ράφα ξεκίνησε να αγωνίζεται από μικρός στις ακαδημίες της Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά οι ικανότητές του δεν ήταν αρκετές για να κερδίσει ποτέ μια ευκαιρία ως επαγγελματίας στην ομάδα. Ή τουλάχιστον με την ιδιότητα του ποδοσφαιριστή... Έτσι, πέρασε αρκετό καιρό στις χαμηλές κατηγορίες της Ισπανίας και καταλαβαίνοντας πως δεν μπορεί να κυνηγήσει υψηλές κορυφές, αποφάσισε να κρεμάσει τα παπούτσια του στην ηλικία μόλις των 26 του χρόνων για να αναλάβει ως προπονητής την Κ18 των Μερένγκες. Εκεί παρέμεινε για συνολικά μια επταετία και οι δεξιότητές του, του χάρισαν μια ευκαιρία για να λάβει εμπειρία στο πλάι του Μπενίτο Φλόρο στην πρώτη ομάδα των Μαδριλένων τη σεζόν 1993/94. Μετά την αποχώρηση του Ισπανού, ολοκλήρωσε τη χρονιά ως βοηθός του Βιθέντε Ντελ Μπόσκε εξίσου, προτού κάνει δύο θητείες ως κύριος προπονητής στη Ρεάλ Μαδρίτης Β'.
Το 1995 ήρθε η ώρα να ανοίξει τα φτερά του και να δοκιμάσει αλλού την τύχη του. Ανέλαβε το εγχείρημα της Ρεάλ Βαγιαδολίδ στη La Liga, αλλά απομακρύνθηκε τον Ιανουάριο της επόμενης χρονιάς. Η νέα αγωνιστική περίοδος τον βρήκε στην Οσασούνα της δεύτερης κατηγορίας αλλά κι αυτό το ρίσκο έληξε γρήγορα και άδοξα, με τον ίδιο να επιλέγει την Εξτρεμαδούρα το καλοκαίρι του 1997, η οποία αποδείχθηκε και η πρώτη του επιτυχία στη συνέχεια. Ο Μπενίτεθ την ανέβασε αμέσως στο κορυφαίο πρωτάθλημα του ισπανικού ποδοσφαίρου, όμως τερματίζοντας την στη 17η θέση εκεί, υποβιβάστηκε μέσω των PlayOff και αποχαιρέτισε τον σύλλογο μετά από δύο γεμάτα χρόνια. Μετά το διάλειμμα του ενός έτους μακριά από την προπονητική που πήρε, η νέα χιλιετία βρήκε τον Ισπανό τεχνικό να επιστρέφει δριμύτερος και να βοηθάει την Τενερίφη να γυρίσει στη La Liga με την πρώτη προσπάθεια. Όμως και πάλι, το πέρασμα του έμελλε να είναι σύντομο για ακόμη μία φορά, με τη διαφορά πως τώρα θα εμφανιζόταν ξαφνικά το σημείο-κλειδί ολόκληρης της καριέρας του. Μια νέα πρόκληση που θα τον εκτόξευε και θα του άλλαζε για πάντα το status.
Αρπάζοντας την ευκαιρία από τα μαλλιά
Η Βαλένθια επέλεξε να αλλάξει μοντέλο μετά την καλή θητεία του Έκτορ Ραούλ Κούπερ, με τους δύο συνεχόμενους χαμένους τελικούς Champions League από Ρεάλ (2000) και Μπάγερν Μονάχου (2001) και έτσι, ο Αργεντίνος παρέδωσε τη σκυτάλη στον άβγαλτο Ισπανό, που ανέλαβε τη δουλειά «της ζωής του». Στην παρθενική του σεζόν στις νυχτερίδες (2001/02), ο Ράφα έφερε εις πέρας ένα θαύμα και σήκωσε την κούπα του πρωταθλήματος, μετά από 31 χρόνια ξηρασίας του συλλόγου. Έπειτα, κατάφερε να αποδείξει εκ νέου την αξία του και κάνει γνωστό το όνομα του σε ολόκληρη την ποδοσφαιρική υφήλιο την αγωνιστική περίοδο 2003/04, κατακτώντας ξανά τη La Liga σε συνδυασμό με ακόμη ένα τρόπαιο, αυτό του Κυπέλλου UEFA, με νίκη ενάντια στη Μαρσέιγ στον τελικό.
Η ώρα για το μεγάλο βήμα ήρθε και έπειτα από την ονειρική τριετία, ο Μπενίτεθ άφησε τη Βαλένθια για να πάει στην άρρωστη και πονεμένη Λίβερπουλ, η οποία τον επέλεξε αντί του Ζοσέ Μουρίνιο που κατέληξε στη νεόπλουτη Τσέλσι. Η ομάδα του Μέρσεϊσαϊντ έψαχνε διαρκώς την ταυτότητά της και το συνονθύλευμα που παρέλαβε ο Ισπανός από τον Ζεράρ Ουγιέ ήταν τραγικό, με τον Μάικλ Όουεν να είχε μόλις αποχωρήσει για τη Μαδρίτη. Παρότι ηττήθηκαν δέκα φορές στο πρωτάθλημα την περασμένη χρονιά, οι κόκκινοι είχαν προκριθεί στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση και αυτό έδωσε στον 45χρονο -τότε- τεχνικό μια ευκαιρία για καταξίωση, χωρίς να το γνωρίζει. Η πορεία στην Ευρώπη ξεκίνησε αντιστρόφως ανάλογη με τον τρόπο που ολοκληρώθηκε. Στους ομίλους, η ομάδα του Ισπανού προπονητή υπέφερε και κινδύνευσε να αποκλειστεί αλλά η ανατροπή του δευτέρου ημιχρόνου κόντρα στον Ολυμπιακό, με το φοβερό και ιστορικό γκολ του Στίβεν Τζέραρντ στην τελευταία αγωνιστική, την έσωσε και την πέρασε στους 16.
🏴🚀 19 years ago today: Steven Gerrard's iconic strike from outside the box vs Olympiacos! 🤩 pic.twitter.com/LJd34JTox8
Στα νοκάουτ, η Λεβερκούζεν δεν αποδείχθηκε δύσκολο εμπόδιο και αργότερα η Γιουβέντους έμεινε ξερή με το ασύλληπτο σουτ του μετέπειτα παίκτη του Παναθηναϊκού, Λουίς Γκαρσία. Στα ημιτελικά, ο δρόμος του έφερε αντίπαλο τον Πορτογάλο τεχνικό που δεν επέλεξε η Λίβερπουλ στη θέση του και όδευε ανενόχλητος προς την κατάκτηση της Premier League. Ξανά, το καθοριστικό γκολ-φάντασμα της πρόκρισης στον τελικό ήρθε από τον Ισπανό μεσοεπιθετικό. Οι χαρές «ξέβαψαν» στην Κωνσταντινούπολη με αντίπαλο τη Μίλαν, όταν οι Άγγλοι κυνηγούσαν σκορ από το πρώτο λεπτό και πήγαν στα αποδυτήρια με το βαρύ 3-0 στην πλάτη. Στην ανάπαυλα, ο Μπενίτεθ έψαξε μια δραστική αλλαγή περνώντας στο γήπεδο τον Ντίντι Χαμάν αντί του Στιβ Φίναν και φάνηκε με αυτόν τον τρόπο να έλυσε το γόρδιο δεσμό. Οι Τζέραρντ, Βλαντιμίρ Σμίτσερ και Τσάμπι Αλόνσο ισοφάρισαν και το θαύμα ολοκληρώθηκε στα πέναλτι, με τον Γέρζι Ντούντεκ να πιάνει τα άπιαστα καθ' όλη τη διάρκεια της αναμέτρησης. Ο προπονητής σήκωσε το Champions League με ένα τραγικό ρόστερ στον τελικό του «αιώνα» και έμεινε για πάντα στο πάνθεον του συλλόγου, αλλά και της ιστορίας ολόκληρου του αθλήματος.
Τη σεζόν 2005/06, κατέκτησε το Κύπελλο Αγγλίας κόντρα στη Γουέστ Χαμ και πάλι με ανατροπή και μάλιστα, χάρις τα δύο φαντασμαγορικά τέρματα του αρχηγού και σκόρερ επίσης τον αργότερα πράσινο, Τζιμπρίλ Σισέ. Η τραγική εικόνα της 5ης θέσης με 58 βαθμούς στην παρθενική του χρονιά μεταμορφώθηκε σε 3η με 82 την επομένη και φαινόταν πως έβαζε στο «σωστό δρόμο» την ομάδα του Μέρσεϊσαϊντ. Το πολυπόθητο άλμα προς την κούπα του πρωταθλήματος δεν έγινε και συγκέντρωσε μόνο 68 πόντους το 2007, αλλά πετώντας εκτός της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης τις Μπαρτσελόνα και Αϊντχόφεν, η μοίρα τον έφερε ξανά αντιμέτωπο με την Τσέλσι του Μουρίνιο. Την εξόντωσε κι αυτή στα πέναλτι, όμως ηττήθηκε στον τελικό της Αθήνας, από την ιταλική ομάδα του Κάρλο Αντσελότι που είχε νικήσει μια διετία πριν με ίδιο διακύβευμα. Το ερχόμενο καλοκαίρι, το ρόστερ ανανεώθηκε με την ένταξη του Φερνάντο Τόρες και την αγωνιστική περίοδο 2008/09, η Λίβερπουλ κυνήγησε το πρωτάθλημα αλλά δεν τα κατάφερε, με τη συγκομιδή των 86 βαθμών που αποτέλεσε την υψηλότερη επίδοση που έφτασε μια ομάδα δίχως να κατακτήσει, μέχρι το 2019 που το κατέρριψε η ίδια (97). Τα όνειρα της κατέστρεψε και ο πρωτομεφανιζόμενος τότε αλλά αργότερα «πράσινος» Φεντερίκο Μακέντα με τα καθοριστικά γκολ του, φέρνοντας ακόμα μια κούπα στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον.
Η πτώση και η ευκαιρία για εξιλέωση
Η πρώτη κατρακύλα για τον Ισπανό τεχνικό ήρθε τη σεζόν 2009/10, όταν η διαλυμένη από ανεπάλληλα διοικητικά χτυπήματα, Λίβερπουλ τερμάτισε 7η και τον απομάκρυνε οριστικά. Τότε, ο Ράφα ανέλαβε τη δύσκολη αποστολή της Ίντερ μετά το τρεμπλ και την αποχώρηση του Πορτογάλου προπονητή με προορισμό τη Ρεάλ. Σε ηλικία 50 ετών ξεκίνησε το ταξίδι του στην Ιταλία με δύο τίτλους (Σούπερ Καπ Ιταλίας και Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων) αλλά αποχώρησε προτού καν μπει το νέο έτος του 2011, αφού τα πράγματα δεν κυλούσαν όπως τα περίμενε ο σύλλογος. Μετά από σχεδόν δύο χρόνια απουσίας από τους πάγκους, επέλεξε να επιστρέψει στην Αγγλία στα μέσα της σεζόν, για χάρη της πρωταθλήτριας Ευρώπης, Τσέλσι. Το τέλος της αγωνιστικής περιόδου 2012/13 τον βρήκε με ακόμη μία κούπα στα χέρια, αυτή του Europa League με το γκολ του Μπράνισλαβ Ιβάνοβιτς στις καθυστερήσεις του τελικού απέναντι στην Μπενφίκα. Όμως και πάλι θα έπρεπε να ψάξει νέο προορισμό και συγκεκριμένα να γυρίσει στη Serie A, αναλαμβάνοντας τη Νάπολι. Μετά από μια 3η και μια 5η θέση στο πρωτάθλημα, αλλά επίσης μια κατάκτηση τροπαίου (Κύπελλο Ιταλίας) μετά από 24 χρόνια ανομβρίας στους Ναπολιτάνους και ένα Σούπερ Καπ, ο Μπενίτεθ θα αποχαιρετούσε την ομάδα το καλοκαίρι του 2015.
Η ζωή του έφερε την ευκαιρία που δεν του έδωσε ως ποδοσφαιριστή αλλά και ούτε στα πρώτα του βήματα στην προπονητική, να αναλάβει τα ηνία της πρώτης ομάδας της Ρεάλ Μαδρίτης, έχοντας στα χέρια του μάλιστα ένα τρομερό ρόστερ με τον Κριστιάνο Ρονάλντο να ξεχωρίζει. Όμως, οι συνεχόμενες ήττες με 3-2 από τη Σεβίλλη και με 0-4 από την Μπαρτσελόνα στο Σαντιάγκο Μπερναμπέου τον Νοέμβριο του 2015, χτύπησαν το πρώτο ηχηρό καμπανάκι. Ακολούθησε ακόμη μία από τη Βιγιαρεάλ και στο πρώτο ματς του νέου έτους, η ισοπαλία με τη Βαλένθια του Γκάρι Νέβιλ του έδειξε την πόρτα της απόλυσης. Για την ιστορία, ο διάδοχός του, Ζινεντίν Ζιντάν κατέκτησε τρία σερί Champions League ακριβώς με την ίδια ομάδα.
Το αποτελειωτικό χτύπημα της πλούσιας καριέρας του στο κορυφαίο επίπεδο ήρθε στο χειρότερο σημείο. Την ώρα που βρισκόταν στη θέση που ονειρευόταν από πάντα να του φέρει η μοίρα, έχασε πλήρως την ευκαιρία του για να εξιλεωθεί, μετά τις πολλές αλλαγές ομάδων των τελευταίων σεζόν. Έκτοτε, τίποτα πια δεν ήταν το ίδιο και δεν κατάφερε ποτέ να επιστρέψει στην ελίτ, παρότι και πάλι παρουσίασε καλά στοιχεία στις επόμενές του δουλειές. Πιο αναλυτικά, το απέδειξε και όταν ανέλαβε τη Νιουκάσλ στην Championship και αφότου την προβίβασε στην παρθενική του γεμάτη σεζόν, κατάφερε να την φτάσει στη 10η και 13η θέση της Premier League, προτού αφήσει πίσω του και αυτό το πέρασμα το 2019. Η δοκιμασία στην Κίνα έκλεισε το «φέρετρο» της ήδη πτωτικής πορείας που πήγαινε να αναπνεύσει και το 2021 επέλεξε να προσπαθήσει για 4η φορά στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, αυτή τη φορά με την Έβερτον. Δεν λατρεύτηκε ποτέ από την μπλε πλευρά του Λίβερπουλ για ευνόητους αλλά και για αγωνιστικούς λόγους, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει με σκυφτό το κεφάλι, δίχως να έχει δείξει κάτι αξιόλογο εντός των τεσσάρων γραμμών.
Επιστροφή στον τόπο του «πόνου»
Τελευταία του δουλειά μέχρι και σήμερα είναι η Θέλτα, την οποία άφησε στην 17η θέση του βαθμολογικού πίνακα της La Liga το 2024, πριν ολοκληρωθεί η σεζόν. Ενάμιση χρόνο μετά, φαίνεται ότι βρίσκεται ένα βήμα από το να κλείσει μια φοβερά ακριβή συμφωνία στα 65 του έτη και να δοκιμάσει την τύχη του στην 5η χώρα της καριέρας του. Επιστρέφει πίσω στον τόπο της μεγαλύτερής του ήττας, την Αθήνα, για να πάρει την τυπική εκδίκησή του για τον χαμένο τελικό από τη Μίλαν στο ΟΑΚΑ το 2007, πανηγυρίζοντας έναν τίτλο στην ίδια πόλη.
Η περίπτωση του Παναθηναϊκού είναι σίγουρα πάρα πολύ επίφοβη και όσο δυνατό και να είναι το βιογραφικό του προπονητή, σίγουρα θα δυσκολευτεί να τα φέρει εις πέρας σε μια παντελώς άρρωστη ομάδα όπως το «τριφύλλι». Αρκεί όμως, αυτή τη φορά να του δοθεί αρκετός χρόνος σε αντίθεση με ό,τι συνέβη τους διαδόχους του, έτσι ώστε να παρουσιάσει το πλάνο του όπως επιθυμεί, ακόμα κι αν δεν κατακτήσει το πολυπόθητο πρωτάθλημα μετά από 16 χρόνια με τους πράσινους.