«Πρόκειται να πεθάνω;» αναφώνησε έντρομη ακούγοντας τα λόγια του γιατρού. Δεν μπορούσε να πιστέψει τι ακριβώς είχε συμβεί. Τι εννοούσε όταν της έλεγε ότι έχει πάθει εγκεφαλικό; Ήταν μόλις 24 χρονών. Τι συνέπειες θα είχε στη ζωή της;
Εκατομμύρια σκέψεις πέρασαν από το μυαλό της Έλι Ρόμπακ στα πρώτα λεπτά της διάγνωσης. Είχε συνδέσει το εγκεφαλικό με ανθρώπους που χάνουν την ομιλία τους ή τη μνήμη τους ή τη σωματική τους λειτουργία ή ακόμη και τη ζωή τους. Τι θα μπορούσε να συμβεί σε εκείνη; Θα μπορούσε να επιβιώσει και με ποιον τρόπο;
Σίγουρα στα 24 της δεν ήταν προετοιμασμένη να ακούσει τη λέξη εγκεφαλικό και μάλιστα, για τον εαυτό της. Σε αυτή την ηλικία είσαι νέος, ανθίζεις και νιώθεις άτρωτος. Πώς της είχε συμβεί αυτό;
Οι ξαφνικές ναυτίες και τα μάτια που δεν έβλεπαν στα πέντε μέτρα
Όλα άρχισαν την Παραμονή των Χριστουγέννων του 2023 όταν είχε πάει διακοπές με τον σύντροφο της. Όταν ξύπνησαν, ξαφνικά ήταν και οι δυο άρρωστοι. Η πρώτη σκέψη ήταν η δηλητηρίαση. Ίσως, το βραδινό φαγητό να είχε κάτι που τους πείραξε. Επέστρεψαν σπίτι και ενώ το αγόρι της συνήλθε σχετικά γρήγορα, εκείνη συνέχισε να έχει ναυτίες για αρκετό χρονικό διάστημα. Μετά από περίπου μια εβδομάδα, κατάλαβε ότι δεν ήταν τροφική δηλητηρίαση. Δεν μπορούσε να ασχοληθεί, όμως, με αυτό. Έπρεπε να προπονηθεί γιατί ήθελε είτε να κερδίσει ξανά τη θέση της στη Σίτι είτε να υπογράψει με την Μπαρτσελόνα.
Εκείνη την περίοδο η θέση της στη Μάντσεστερ Σίτι ήταν επισφαλής. Είχε τεθεί εκτός ομάδας για μήνες, υπήρχε ένας θόρυβος γύρω της, όλοι έκαναν ερωτήσεις και εκείνη προσπαθούσε να δείξει ότι άξιζε την ευκαιρία. Πίεζε τον εαυτό της ενώ η υγεία της δεν ήταν και στα καλύτερα της. Σε μια βραδινή προπόνηση, δεν μπορούσε να δει σωστά, ούτε πέντε μέτρα μακριά. Ήταν τόσο περίεργο. Σκέφτηκε ότι μπορεί να ήταν απλώς το σκοτάδι ή κάτι τέτοιο αλλά παράλληλα ένιωθε ότι θα έπεφτε.
Εκείνο το βράδυ, αποφάσισε να μιλήσει με τον γιατρό της ομάδας, ο οποίος αρχικά απέδωσε τα συμπτώματα σε διάσειση που πιθανόν είχε προκαλέσει ένα χτύπημα στο κεφάλι που είχε στην προπόνηση λίγες εβδομάδες πριν. Εκείνη γνώριζε ότι δεν ήταν αυτό. Εξάλλου, της είχε συμβεί παλαιότερα και αυτό που ένιωθε τώρα δεν συγκρινόταν με το τότε.
Πρότεινε στους γιατρούς να κάνει μαγνητική και εκείνη δεν της το αρνήθηκαν, έκλεισαν αμέσως ραντεβού. Ο ακτινολόγος την έβαλε στο μηχάνημα, έκλεισε το κεφάλι της σε ένα «κλουβί» και την έβαλε στο μηχάνημα. Στη μια ώρα της εξέτασης όλες οι αναμνήσεις της περνούσαν μπροστά από τα μάτια της ενώ ταυτόχρονα, σκέφτηκε πόσο πολύ είχε φορτώσει τον εαυτό της με πράγματα που πέντε λεπτά αργότερα έμοιαζαν ανούσια. Εκείνη τη στιγμή, το ποδόσφαιρο έπαψε να έχει σημασία. Κατάλαβε ότι η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν το μυαλό της. Ακόμη και οι πιο απλές κινήσεις, όπως η ισορροπία ή η κίνηση του κεφαλιού, την τρόμαζαν. Ένιωθε σα να ήταν μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί ανά πάσα στιγμή.
Την επόμενη ημέρα τα αποτελέσματα είχαν βγει και ο γιατρός την κάλεσε επειγόντως στο γραφείο του. Οδήγησε όσο πιο γρήγορα μπορούσε και έφτασε στο γραφείο του. Έτρεξε μόνη της στο δωμάτιο φυσικοθεραπείας και ο γιατρός της ζήτησε να καθίσει. Χωρίς να της «χρυσώσει το χάπι», της είπε ότι μπορεί να έμοιαζε απίστευτο αλλά οι εξετάσεις έδειξαν ότι έχει υποστεί ένα έμφρακτο στον αριστερό ινιακό λοβό. Δεν είχε ιδέα τι σήμαινε αυτό. Τι στο καλό ήταν αυτό το έμφρακτο; Ο γιατρός βλέποντας το τρομαγμένο και γεμάτο απορία βλέμμα της, της εξήγησε ότι έχει υποστεί εγκεφαλικό.
Το χειρότερο ήταν ότι δεν γνώριζε τι είχε προκαλέσει το εγκεφαλικό της. Οι αμέτρητες εξετάσεις και τα τεστ δεν έδειξαν τίποτα και αυτό την έκανε να αμφιβάλλει για τα πάντα. Η ψυχολογική πίεση ήταν αβάσταχτη. Ξυπνούσε με αϋπνίες και η οικογένειά της φρόντιζε εναλλάξ για εκείνη. Στα 24 της, που είχε φύγει από το σπίτι στα 15, δεν μπορούσε να μείνει μόνη ούτε πέντε λεπτά.
«Χαμένη» στα αποδυτήρια και σίγουρη ότι δεν θα τα καταφέρει
Ούσα στην παιδική ηλικία, γύριζε από το σχολείο και έβγαινε στους δρόμους για να παίξει ποδόσφαιρο μέχρι να έρθει η ώρα του φαγητού. Οι γονείς της βλέποντας την «τρέλα» της με τη στρογγυλή θεά, αποφάσισαν να την εγγράψουν στις ακαδημίες της Σέφιλντ. Σε ηλικία 15 ετών η Μάντσεστερ Σίτι χτύπησε την πόρτα της και ήταν αδύνατον να αρνηθεί. Μπαίνοντας στο προπονητικό κέντρο της ομάδας όλα έμοιαζαν με ένα όνειρο. Στη μια πλευρά έκαναν προπόνηση οι άνδρες και στην άλλη, οι γυναίκες. Γνωρίστηκε με όλες τις παίκτριες, κάποιες από τις οποίες λίγο καιρό πριν καθόταν μέχρι αργά το βράδυ να τις δει να αγωνίζονται στο Παγκόσμιο Κύπελλο στον Καναδά με τα χρώματα της Αγγλίας.
Εκείνη φαινόταν τόσο μικρή απέναντι τους. Πώς θα μπορούσε να σταθεί δίπλα σε αυτές τις προσωπικότητες; Κοιτούσε αριστερά και έβλεπε τη Στεφ Χότον και τη Λούσι Μπρονζ και από τα δεξιά την Τόνι Ντάγκαν και τη Τζιλ Σκοτ. Τι θα μπορούσε να κάνει εκείνη; Μετά την πρώτη προπόνηση, πήρε τον πατέρα της τηλέφωνο και του είπε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να τα καταφέρει. Εκείνες σούταραν και η Έλι δεν προλάβαινα να δει την μπάλα. Έμοιαζε αστείο αλλά αυτές οι αθλήτριες ήταν γυναίκες δυνατές, ώριμες και έδειχναν να τα έχουν όλα υπό έλεγχο ενώ εκείνη ήταν ένα μικρό παιδί και δεν είχε ιδέα τι γινόταν.
Άρχισε να αμφιβάλλει για τον εαυτό της αλλά ο προπονητής τερματοφυλάκων, Κρις Γουίλιαμς, έχοντας καταλάβει ότι η Έλι έμοιαζε να «πνίγεται», στάθηκε δίπλα της, την καθοδήγησε και τις έδειξε τα βασικά. Δούλευε σκληρά μαζί της και προσπαθούσε να της βγάλει τον καλύτερο της εαυτό. Έδειχνε να πιστεύει τόσο σε εκείνη, που την έκανε να αυξήσει τα επίπεδα εμπιστοσύνης προς τον εαυτό της.
Η επαγγελματική προπόνηση ήταν κάτι εντελώς καινούργια για εκείνη. Όσο περίεργο κι αν ακούγεται, δεν είχε χρειαστεί ποτέ πιο πριν να προπονηθεί τόσο σκληρά. Πάντα ήταν το παιδί που ήταν το καλύτερο στην ακαδημία, οπότε ποτέ δεν είχε δουλέψει πραγματικά σκληρά. Γρήγορα κατάλαβε ότι αν αυτό ήταν που ήθελε να κάνω, έπρεπε να μάθει να προσαρμόζεται και να ανταπεξέρχεται. Έπρεπε να κερδίσει το συμβόλαιό της.
Η «κατεστραμμένη» κόκκινη και το φως της Σαρίνα
Το ποδόσφαιρο, όμως, δεν περιμένει κανέναν. Και εκείνη πήγε από τα υψηλότερα ύψη, στα χαμηλότερα βάθη μέσα σε λίγους μόνο μήνες. Από την αρχή, ο προπονητής της Σίτι ήταν υπέροχος μαζί της, με έναν τρόπο που πραγματικά τη βοηθούσε να ενισχύσει την αυτοπεποίθησή της. Κάποια στιγμή το 2023, όμως, κάτι άλλαξε. Ένιωθε την ατμόσφαιρα να αλλάζει. Ένιωθε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα σωστά, ότι κάθε παιχνίδι γινόταν πιο δύσκολο. Πάντα ήταν ανοιχτή στη βελτίωση και στην κριτική, αλλά η αυτοπεποίθησή της κατέρρευσε ολοκληρωτικά και η αγωνιστική της παρουσία ήταν η χειρότερη δυνατή. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν το παιχνίδι με τη Μάντσεστερ, όπου σε μια φάση η μπάλα ήρθε από ψηλά και εκείνη δίστασε να βγει και στην εξέλιξη της φάσης χτύπησε τη φίλη της, Κέιτς. Το χτύπημα ήταν σκληρή και ο διαιτητής της έδειξε την κόκκινη κάρτα. Ήταν η πρώτη φορά που αποβλήθηκε και κατάλαβε ότι είχε πιάσει πάτο. Πώς θα μπορούσε να αντιστρέψει την κατάσταση;
Κι όμως, μέσα σε εκείνο το σκοτάδι, βρέθηκε ένα φως. Η Σαρίνα πίστεψε σε εκείνη. Την πήρε μαζί της στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2023, στην Αυστραλία, μια απόφαση που σήμαινε τα πάντα. Ήταν σαν μια βαθιά ανάσα, ένα μικρό καταφύγιο σε μια περίοδο ασφυξίας. Εκεί, με σκληρή προπόνηση και καθαρή καθοδήγηση, άρχισε να ξαναβρίσκει τον εαυτό της. Ακόμη κι αν δεν έπαιξε όσο θα ήθελε, η ειλικρίνεια και η εμπιστοσύνη της προπονήτριάς της την βοήθησαν να σταθεί ξανά στα πόδια της.
Ο πάγκος έσβησε τη φλόγα
Όταν γύρισε στη Σίτι, είχε μέσα της ξανά τη φωτιά. Ήθελε να παλέψει, να κερδίσει τη θέση της πίσω. Όμως η πραγματικότητα τη χτύπησε απότομα. Στο πρώτο παιχνίδι με τη Γουέστ Χαμ βρέθηκε στον πάγκο, και στο επόμενο με την Τσέλσι δεν ήταν καν στην αποστολή. Το ίδιο συνέχισε εβδομάδα με εβδομάδα. Ζεσταινόταν με την ομάδα, έκανε ντους, και μετά καθόταν στις κερκίδες, ούσα θεατής στο ίδιο της το όνειρο. Το ποδόσφαιρο ήταν πάντα η ζωή της, κι όμως ένιωθε πως το έχανε. Προσπαθούσε να γεμίσει το κενό με οτιδήποτε μπορούσε, γιόγκα, ατελείωτες ώρες στο γυμναστήριο, εξαντλητικές ασκήσεις, αλλά τίποτα δεν της έδινε πραγματική ανακούφιση. Ήταν μια περίοδος εσωτερικής κόλασης, όπως την έχει περιγράψει.
Καταλάβαινε πως το παιχνίδι είναι πάνω απ’ όλα, πως μερικές φορές οι δύσκολες αποφάσεις είναι αναπόφευκτες. Όμως αυτό που πονούσε περισσότερο δεν ήταν το ότι δεν έπαιζε, ήταν ο τρόπος που την αντιμετώπιζαν. Η έλλειψη επικοινωνίας, η σιωπή στις πιο κρίσιμες στιγμές, η αίσθηση πως δεν άξιζε καν μια εξήγηση. Ένιωθε να χάνει την αξιοπρέπειά της, τον ίδιο της τον εαυτό. Κλείστηκε στον εαυτό της, απομακρύνθηκε από την οικογένειά της. Δεν ήξερε πού να στραφεί. Ώσπου, έναν Δεκέμβρη, ήρθε μια αχτίδα ελπίδας, το ενδιαφέρον από την Μπαρτσελόνα. Ήταν η ανάσα που χρειαζόταν. Μια ευκαιρία για επανεκκίνηση, μια νέα αρχή. Και παρόλο που την κατέκλυζε το άγχος της αναμονής, βαθιά μέσα της ένιωθε πως κάτι καλό ερχόταν.
Η υποδοχή στη Βαρκελώνη και η επιστροφή στο Νησί
Παρά την αβεβαιότητα για την αιτία του εγκεφαλικού, η πλήρης ιατρική αξιολόγηση της έδωσε ανακούφιση. Σωματικά, δεν είχε μόνιμες βλάβες, αν και αρχικά η όρασή της είχε επηρεαστεί. Ψυχολογικά όμως, η εμπειρία άφησε βαθιά σημάδια.
Ένιωθε ευγνωμοσύνη για την ιατρική ομάδα της Μάντσεστερ Σίτι, που την πίστεψε όταν είπε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και την βοήθησε να κάνει μαγνητική. Για τρεις μήνες ήταν τρομοκρατημένη, αλλά η εμπιστοσύνη στους γιατρούς της έδωσε την ελπίδα ότι θα μπορούσε να επιστρέψει.
Και η επιστροφή της δεν ήταν απλά ένα όνειρο, πήρε σάρκα και οστά όταν έβαλε την υπογραφή της στο συμβόλαιο με την Μπαρτσελόνα. Πηγαίνοντας εκεί, εντυπωσιάστηκε από την φιλικότητα και την υποστήριξη των νέων συμπαικτριών της. Παρόλο που δεν ήταν στην καλύτερη φυσική κατάσταση, ήταν μια σημαντική πρόοδος. 18 μήνες μετά το τελευταίο της παιχνίδι πάτησε ξανά χορτάρι αλλά δεν ήταν η ίδια Έλι. Είχε μάθε πια να αξιολογεί κάθε στιγμή, κάθε νίκη, κάθε γεύμα με την οικογένεια, κάθε περίπατο με τον σκύλο της.
Η εμπειρία της άφησε φόβο που δεν θα φύγει ποτέ αλλά τώρα προσπαθεί να μετατρέψει τη μάχη της σε δύναμη. Κάθε προπόνηση είναι δώρο και κάθε στιγμή στον αγωνιστικό χώρο έχει νόημα. Τώρα αγωνίζεται για τον εαυτό της, γνωρίζοντας ότι είναι ζωντανή, υγιής και δεν αφήσει κανέναν να της το χαλάσει, ειδικά τώρα που επέστρεψε στο Νησί για λογαριασμό της Άρσεναλ.