Τη δική του απάντηση για το παραπέτασμα που τοποθετήθηκε στο Γαλεριανό Ανάκτορο, στην πλατεία Ναυαρίνου, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, έδωσε ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην ανακοίνωσή του, η εν λόγω περίφραξη δικαίως προκάλεσε την αντίδραση των πολιτών και του δήμου Θεσσαλονίκης, καθώς τόσο το Γαλεριανό συγκρότημα όσο και άλλοι αρχαιολογικοί χώροι της πόλης «ουδέποτε περικλείστηκαν με κάγκελα». Μάλιστα, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων κάνει λόγο για «σταθερή διολίσθηση στα ζητήματα διαχείρισης αρχαιολογικών χώρων και μνημείων στη Θεσσαλονίκη», καλώντας τους εμπλεκόμενους φορείς να αφουγκράζεται τις ανάγκες των πολιτών για σταθερή ποιότητα ζωής στους δημόσιους χώρους που διασυνδέονται με τα μνημεία και την πολιτική ηγεσία να μεριμνήσει για την πρόσληψη του αναγκαίου φυλακτικού προσωπικού, καθώς και επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού, που έχουν επιτακτική ανάγκη οι Αρχαιολογικές Υπηρεσίες.
Η ανακοίνωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων:
«Η πρόσφατη τοποθέτηση υψηλής σιδερένιας περίφραξης στο Γαλεριανό Ανάκτορο της Θεσσαλονίκης, όπως και η μερική απόσυρσή της εντός ολίγων ημερών, ανέδειξε μία σειρά προβλημάτων για τη σχέση της Αρχαιολογικής Διοίκησης με τον δημόσιο χώρο και τη διαχείριση των αρχαιοτήτων εντός αυτού.
Το πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης διέπεται από μία βασική αρχή: την οπτική επαφή των μνημείων με τους άξονες της πόλης, έτσι όπως αυτό είχε συλλάβει ευφυώς ο Ερνέστος Εμπράρ μετά την πυρκαγιά του 1917. Η αρχή των ανοιχτών αρχαιολογικών χώρων και των μνημείων που δεν αποκόπτονται από την πόλη είχε ακολουθηθεί, μέχρι πρόσφατα, και στην ανάδειξη των μνημείων της, ώστε αυτά να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινής ζωής των κατοίκων και των επισκεπτών: το Γαλεριανό συγκρότημα, ο Λευκός Πύργος, τα βυζαντινά τείχη, οι σημαντικοί βυζαντινοί ναοί, ουδέποτε περικλείστηκαν με κάγκελα. Η ανάδειξή τους είχε ως γνώμονα την μη αποκοπή τους από τη σύγχρονη ζωή. Η περιήγηση στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης συνιστά μια περιήγηση στη ζώσα ιστορία της πόλης.
Η περίφραξη με ψηλό κάγκελο στο Γαλεριανό Ανάκτορο προκάλεσε εύλογα την αντίδραση των πολιτών, αλλά και του Δήμου Θεσσαλονίκης, με αποτέλεσμα να ανακληθεί σχεδόν αμέσως η απόφαση τοποθέτησης των σιδεριών και να αναγκαστεί η ΕΦΑ Πόλης Θεσσαλονίκης να αποσύρει τα κάγκελα!. Το γεγονός ότι η καγκελόφραξη έγινε κατόπιν Υπουργικής Απόφασης, με την σύμφωνη γνώμη του ΚΑΣ, ενώ η απόσυρση της καγκελόφραξης δεν απαίτησε άλλη γνωμοδότηση ή διοικητική πράξη εγείρει, επιπλέον, το ζήτημα της ποιότητας των μελετών που παρουσιάζονται πλέον στο ΚΑΣ και της πιστότητας των γνωμοδοτήσεών του και των συνακόλουθων αποφάσεων.
Οι λόγοι ασφάλειας που επικαλέστηκε η Προϊσταμένη της Εφορείας μαρτυρούν την αδυναμία της Πολιτείας να επιλύσει θέματα παραβατικότητας στο κέντρο της πόλης (αρμοδιότητας άλλων υπουργείων, όπως το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, το Υπουργείο Υγείας, τις υπηρεσίες κοινωνικής ένταξης και πρόνοιας), θέματα για τα οποία η Αρχαιολογική Διοίκηση είναι αναρμόδια. Το αναμενόμενο θα ήταν η Εφορεία να αποζητά την παράλληλη λειτουργία (επίσκεψη) του Γαλεριανού Ανακτόρου με τη Ροτόντα στον άξονα Ροτόντα-Καμάρα-Γαλεριανό και να βλέπει τους αρχαιολογικούς χώρους ως τρόπο αναβάθμισης των γειτονιών.
Η αποκοπή των μνημείων από τη ζωή της πόλης με καγκελόφραξη παραβιάζει τις στοιχειώδεις αρχές για τον κοινωνικό και εκπαιδευτικό ρόλο των μνημείων, οι οποίες αποτελούν κοινό τόπο στις στρατηγικές ανάδειξης και διαχείρισής τους σε κάθε ευνομούμενο κράτος. Μετά τις άστοχες αποφάσεις που αφορούν τα ευρήματα του Μετρό της Θεσσαλονίκης, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων παρακολουθεί με ανησυχία τη σταθερή διολίσθηση στα ζητήματα διαχείρισης αρχαιολογικών χώρων και μνημείων στην Θεσσαλονίκη. Καλούμε τους εμπλεκόμενους φορείς, κυρίως την αρμόδια Εφορεία, να τηρεί τις παραδόσεις της πόλης και να αφουγκράζεται τις ανάγκες των πολιτών για σταθερή ποιότητα ζωής στους δημόσιους χώρους που διασυνδέονται με τα μνημεία.
Καλούμε την πολιτική ηγεσία να μεριμνήσει για την πρόσληψη του αναγκαίου φυλακτικού προσωπικού, καθώς και επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού, που έχουν επιτακτική ανάγκη οι Αρχαιολογικές Υπηρεσίες σε όλη τη χώρα για να λειτουργήσουν».