Μεγαλωμένος σε μια σκληρή γειτονιά, σε ένα σπίτι γεμάτο αγάπη αλλά και ευθύνες, χωρίς πατέρα από πολύ μικρή ηλικία, ο γκαρντ του Περιστέρι Betsson μιλά στο podcast της Stoiximan GBL, Man 2 Man, powered by Stoiximan,για τα παιδικά χρόνια όπου η επιβίωση δεν ήταν δεδομένη και το μέλλον έμοιαζε θολό. Για τη μητέρα που αναγκάστηκε να γίνει τα πάντα, για τα αδέλφια που λειτούργησαν σαν «εννιά μπαμπάδες», για το άγχος που ήρθε όταν κατάλαβε τι πραγματικά συνέβαινε γύρω του.
Με τον γκαρντ του Περιστερίου Betsson να αναλαμβάνει το ρόλο του αδελφού και να αναζητεί έναν μπαμπά. Στην πορεία ανακάλυψε ότι είχε εννιά μπαμπάδες. Τα αδέλφια του, αλλά και τη μητέρα του, η οποία υποχρεώθηκε από τη μία ημέρα στην άλλη – ανάμεσα σε ατελείωτες εργατικές ώρες – να... μπαίνει στα προφανή παπούτσια της μαμάς, αλλά και σε εκείνα του μπαμπά.
Ο Τάι Νίκολς μιλάει στο podcast της Stoiximan GBL, Man 2 Man, powered by Stoiximan, και δίνει μαθήματα ζωής για τα δύσκολα παιδικά χρόνια σε μία γειτονιά όπου πίστευε ότι δεν θα φτάσει μέχρι την ηλικία των 25 ετών, για το μπάσκετ που του έσωσε τη ζωή, για τις απίστευτες εμπειρίες στο Κόσοβο, το καλοκαιρινό τουρνουά του ενός εκατομμυρίου δολαρίων που κυνηγάει κάθε χρόνο, αλλά και για τον αδελφικό του φίλο (και άλλοτε Περιστεριώτη), Τζο Ράγκλαντ!
Για την παιδική του ηλικία: «Μεγάλωσα με έξι αδέλφια και δύο αδελφές, με τη μητέρα μας. Μεγαλώνοντας εκεί που μεγάλωσα εγώ, ειλικρινά δεν πίστευα ότι θα έφτανα να δω την ηλικία των 25 ετών, για να είμαι ειλικρινής. Έχασα τον πατέρα μου σε πολύ νεαρή ηλικία. Ήμουν τεσσάρων ετών όταν τον έχασα. Ήταν δύσκολο, ξέρεις, να μεγαλώνεις. Μεγαλώσαμε σε μια γειτονιά στο κέντρο της πόλης, η οποία είναι λίγο υποβαθμισμένη, με συμμορίες, βία, ναρκωτικά και τέτοια πράγματα. Και μετά, ξέρετε, έπρεπε να φροντίζω τα αδέλφια μου και τις αδελφές μου, επειδή ήμουν ο μικρότερος στην οικογένειά μου. Και όπως είπα, η μητέρα μου δούλευε πολλές ώρες, πάρα πολλές ώρες, μερικές φορές 16, 17 ώρες την ημέρα, χωρίς ύπνο, και έπρεπε να μεγαλώσει οκτώ, οκτώ παιδιά μόνη της. Οπότε, τεράστια εύσημα σε αυτήν και τεράστια εύσημα στα αδέλφια μου για το ότι με βοήθησαν να φτάσω εκεί που είμαι σήμερα. Καθώς μεγάλωνα, από τα 10-11 και μετά, κατάλαβα ότι δεν είναι αυτός ο τρόπος που πρέπει να ζει ένας άνθρωπος. Τα βγάζουμε πέρα με ό,τι έχουμε και νιώθω ότι το άγχος δεν με χτύπησε πραγματικά μέχρι που κατάλαβα τι πραγματικά συνέβαινε με την οικογένειά μου».
Για τον πατέρα του που ήταν σε κώμα τρία χρόνια: «Δεν θυμάμαι πραγματικά, δεν θυμάμαι πολλά για τον πατέρα μου, μόνο κομμάτια από ιστορίες που μου λένε οι άνθρωποι. Αλλά απλά και μόνο το να είμαι χωρίς αυτόν μέχρι σήμερα, μπορώ να πω ότι είχε τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή μου, γιατί προφανώς θα ήταν διαφορετική αν ήταν εδώ. Αλλά ναι, το να είναι σε κώμα για τρία χρόνια, είναι κάπως δύσκολο. Και όταν η οικογένειά σου πρέπει να πει, είτε να τον αφήσει να φύγει, είτε να συνεχίσει να τον διατηρεί αυτές τις συνθήκες, είναι η πιο δύσκολη απόφαση που μπορείς να πάρεις ως οικογένεια. Και τελικά αποφασίσαμε να τραβήξουμε την πρίζα και αυτό ήταν το τέλος. Αλλά το να μεγαλώνεις χωρίς πατέρα είναι δύσκολο».
Η απίθανη ιστορία στο Κόσοβο: «Πέταξα εκεί στις 17 Νοεμβρίου. Έχω ακόμα το αεροπορικό μου εισιτήριο από εκείνη την πτήση. Το πρώτο μας παιχνίδι ήταν στις 18 Νοεμβρίου. Παίξαμε με μια ομάδα που ονομάζεται KB Πένια, η οποία είναι ένα από τα πιο τρελά περιβάλλοντα που μπορείς να παίξεις. Έχουν μερικούς από τους καλύτερους οπαδούς στο Κόσοβο. Αλλά ναι, μετά το παιχνίδι, είχαμε κερδίσει και η ομάδα άρχισε να πετάει βελανίδια και τσιγαρόχαρτα στο γήπεδο».
Για το πως ξεκίνησε το μπάσκετ: «Ήμουν τόσο κακός στο μπάσκετ όταν πρωτοξεκίνησα. Δεν ήξερα να σουτάρω, δεν μπορούσα να ντριμπλάρω. Η μετάβαση ήταν δύσκολη επειδή το Αμερικάνικο φούτμπολ και το μπάσκετ είναι δύο εντελώς διαφορετικά αθλήματα».