Στο φως της δημοσιότητας έρχεται ο απόρρητος φάκελος του Στέλιου Καζαντζίδη στην Ασφάλεια, όπου αναφερόταν ως κομμουνιστής και... συλληφθείς.
Όπως προκύπτει από τα έγγραφα που εξασφάλισε η «Εφημερίδα των Συντακτών», ο θρύλος του λαϊκού τραγουδιού ήταν χαρακτηρισμένος κομμουνιστής χωρίς ο ίδιος να το έχει επιδιώξει ποτέ.
Μάλιστα, οι αρχές φέρεται να του είχαν «φορτώσει» αδικήματα, τα οποία ο ίδιος ουδέποτε αποδέχτηκε και για τα οποία ουδέποτε υπήρξαν σοβαρές ή αδιάσειστες αποδείξεις, με την εν λόγω περιπέτεια να κρατά περί τα 10 πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής του πορείας.
Τελικά, το 1960, κατάφερε να αποχαρακτηριστεί από κομμουνιστής και να αποκτήσει την πρώτη άδεια οδήγησης.
Τι αναφέρει η έκθεση της Ασφάλειας
«Αποκατάστασις του ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗ Στυλιανού του Χαραλάμπους και της Γεσθημανής, γεννηθέντος το έτος 1931, εν Αθήναις και κατοικούντος ένθα, Μουσικού”.
Λαμβάνω την τιμήν, ν’ αναφέρω υμίν ότι εις βάρος του εν θέματι, υφίστανται τα ακόλουθα επιβαρυντικά στοιχεία:
Διά την προ των εκλογών του έτους 1952 περίοδον ουδέν εις βάρος του υφίσταται. Κατ’ αυτάς φέρεται εκδηλωθείς υπέρ της Αριστεράς πολιτικής παρατάξεως και ως παρακολουθήσας την προεκλογικήν συγκέντρωσιν ταύτης την 9-11-1952. Προσέτι ότι συναναστρέφετο κομμουνιστάς και διετήρει ερωτικάς σχέσεις μετά κομμουνίστριας.
Τούτων ένεκα εφέρετο ως εμφορούμενος υπό κομμουνιστικών φρονημάτων.
Κληθείς παρά του Δ/ντού του ενταύθα Τμήματος Ασφαλείας την 20-1-1960 υπέβαλε βιογραφικόν σημείωμα εις ο δεν παραδέχεται τα εις βάρος του στοιχεία και λαμβάνει εν αυτώ σαφή και κατηγορηματικήν θέσιν έναντι του ΚΚΕ και της ΕΔΑ.
Εκ της ενεργηθείσης επανεξετάσεως της υποθέσεώς του, διεπιστώθησαν τα ανωτέρω ως ανακριβή, πλην του τελευταίου, ότι διετήρει σχέσεις μετά κομμουνίστριας, μη έχον όμως τούτο ουδεμίαν σχέσιν με τας πολιτειακοκοινωνικάς του πεποιθήσεις, καθ’ όσον ανέκαθεν εμφορείτο υπό υγιών κοινωνικών φρονημάτων.
Κατόπιν των ανωτέρω προέβην εις την αποκατάστασιν τούτου, ως εμπίπτοντος εις το Κεφ. Γ, εδάφ. Ε της υπ’ αριθ. 34/55 εγκ. Διαταγής Υμών και τον θεωρώ ανέκαθεν εμφορούμενον υπό υγιών κοινωνικών φρονημάτων».
Το «χασίς» και η φυλάκιση
Σύμφωνα δε με το gazzetta.gr, το 1954, ο Στέλιος Καζαντζίδης συνελήφθη μαζί με φαντάρους για χρήση ινδικής κάνναβης και καταδικάστηκε σε τρίμηνη φυλάκιση, χωρίς να υπάρχει επίσημο έγγραφο που να επιβεβαιώνει τη χρήση ναρκωτικής ουσίας.
Μάλιστα, ο ίδιος είχε πει σε συνέντευξή του στον Βασίλη Βασιλικό:
«Έκανα, στο μεταξύ, τη βασική μου εκπαίδευ ση στον Διόνυσο με τη μεσολάβηση της τραγου δίστριας της Ρένας της Στάμου. Κι απ' εδώ, απ' τον Διόνυσο, αρχίζει το "μαρτύριο Καζαντζίδη".
Ηρθε μια μέρα η Γκρέυ να με δει με μια ξαδέρφη της, που δεν ήταν παρά φίλη της. Η κυρία είχε ξυπνήσει απογεματάκι, μετά το ξενύχτι της δουλειάς, πήρε την κούκλα, την κοπελιά, και με τη συγκοινωνία, γιατί τότε το ταξί ήταν μεγάλη πολυτέλεια, έκανε ολόκληρη τη διαδρομή από τη Νέα Ιωνία στον Διόνυσο. Μου φέρανε σοκολατάκια. Του μπαίνει στο μάτι του διοικητή η "ξαδέρφη" της Γκρέυ κι ένα Σαββατοκύριακο, που ήμουν μέσα, με καλεί στο γραφείο του για να με ρωτήσει πότε μπορούσαμε να βγούμε και οι τέσσερις μαζί.
Εγώ προσεβλήθην. Δεν ξέρω γιατί το πήρα στραβά. Του είπα του διοικητή αν ήταν ικανός να της μίλαγε αυτός στα ίσια και να την έπιανε και φιλενάδα, αν μπορούσε. Εγώ ούτε να μεσολαβήσω ήθελα ούτε να παίξω το ρόλο του ρουφιάνου. Εξαγριώθηκε ο διοικητής, μου κόβει τα Σαββατοκύριακα που έβγαινα και τραγουδούσα στη "Χαβάη" και μου στήνει μια παγίδα: βάζει ένα λοχία, τον Μεντζελόπουλο, και φτιάχνει ένα τσιγάρο με δήθεν χασίς.
Τα παιδιά μ' αγαπούσανε, οι έφεδροι υπαξιωματικοί και αξιωματικοί και, επειδή ξέραν ότι κουραζόμουν τα Σαββατοκύριακα για να αφήσω κάποιο χαρτζιλίκι στο σπίτι, με βάζαν σκοπιά σε ώρες που μπορούσα να κοιμηθώ χωρίς πρόβλημα, και τα μεσημέρια, για να μην τραβιέμαι στοφαγητό στην ουρά, μου το φέρναν στην καραβάνα. Το φαγητό μου το έφερνε ένας φίλος που τώρα βρίσκεται στην Αμερική, ο Σκαρδαβέλης ο Χρήστος, υπέροχο παιδί. Τώρα είναι πρόεδρος των ταξιτζήδων στη Βοστόνη. Είχαμε δεθεί οι δυο μας.
Μια μέρα, την ώρα που είχα φάει και καθάριζα το πορτοκάλι, έρχεται μαζί με τον Σκαρδαβέλη και ο λοχίας και μου κάνει πρότασην
ανάψω εγώ το τσιγάρο που είχαν φτιάξει οι δυο τους παράμερα. Οταν είδα το τσιγάρο, που είχε στραβώσει στο μεταξύ, γέλασα. Λέω: "Τι είναι αυτό;" "Να", μου λέει ο λοχίας, "τσιγαράκι αλ λιώτικο, ξέρω γω, να μας τ' ανάψεις εσύ, σου κάνουμε την τιμή να σε κεράσουμε ν' ανάψεις εσύ πρώτος". Του λέω: "Ακούστε να δείτε, εγώ δεν πίνω τέτοια πράματα". Πάνω που το 'χα πιάτ σει και το κοίταζα, μου λέει: "Καλά, καλά. Ασ' το θα το ανάψω εγώ".
Περνάει λοιπόν η Δευτέρα, περνάει η Τρίτη και την Τετάρτη που ετοιμαστήκαμε για την επι θεώρηση μπαίνουν δύο στρατονόμοι εσατζήδες στο θάλαμο και λέν' στο φίλο μου τον Χρήστο τον Σκαρδαβέλη και σε μένα να πάρουμε τα πράγματά μας και να περάσουμε έξω. Λέω: "Εμάς θέλετε;” (Ημασταν στη μέση του θαλάμου και αυτοί ήταν στην πόρτα με το φως από πίσω τους. Δεν έβλεπα καλά τα πρόσωπά τους.) "Ναι,εσάς τους δυο σας θέλει ο διοικητής. Πάρτε και τα πράγματά σας. Μονάχα τα όπλα ν' αφήσετε"
Μας ρίχνουν σ' ένα καμιόνι, ξεκινάμε. Στο καμιόνι ήταν τρεις τέσσερις ακόμα, εκτός απότον οδηγό. Στο δρόμο μάς αρχίζουν τις μπουνιές."Τι συμβαίνει, βρε παιδιά;" Ξύλο. "Θα σου πού με σε λίγο". Λέω του Χρήστου: "Τι γίνεται;" Μου λέει: "Ό,τι ξέρεις ξέρω". Περιμένω να δω μήπως θα του ριχτούν κι αυτουνού. Μας πάνε στην Κηφισιά, μας βάζουνε στο κρατητήριο χώρια. Την άλλη μέρα γίνεται μια ανάκριση από ένα λοχαγό. Ο λοχαγός πρέπει να ήταν της ΕΣΑ. Μόλις είχε επιστρέφει απ' την Κορέα. Είχε και μια γκόμενα.
Βάζει και την γκόμενα να μας ανακρίνει κι αυτή. Αφού είπαμε τι είπαμε, εγώ αρνήθηκα, λέω "Δεν ξέρω τίποτα”. Μου λέει ο λοχαγός ότι καπνίζω χασίσι κι ότι δίνω και στους στρατιώτες. "Κύριε λοχαγέ", του λέω, "αυτά είναι τελείως αβάσιμα, δεν ξέρω τι μου λέτε". "Θα μάθεις", μου λέει, "και πολύ σύντομα".
Τέλος πάντων, κάτσαμε αρκετές μέρες, δεν ξέρω πόσες, στη φυλακή. Στη συνέχεια με πάν' στο ειδικό ανακριτικό τμήμα της Στρατονομίας και έχουν μια έτοιμη κατάθεση που μου ζητούν να την υπογράψω. Δε μ' άφησαν ούτε καν να τη διαβάσω. Εκεί ήταν ένας ταξίαρχος. Λέω: "Κύριε ταξίαρχε, πώς να υπογράψω αυτό το πράμα;" Μου λέει: “Έχεις φάει ξύλο ποτέ σου, έτσι γερό ξύλο;” Λέω: "Αν είναι να φάω ξύλο άδικο, τουλάχιστον να τη διαβάσω". "Όχι! Θα την υπογράψεις πρώτα!"
Μας κράτησαν δυο μέρες στην απομόνωση, χωριστά. Ενα υγρό κελί με νερά μέσα. Κάποια φορά πήγαν να μου σπάσουν το ηθικό μ' ένα σκυλί, λυκόσκυλο ήταν, που με μύριζε και με κοίταζε. Έγινε κάποια δίκη. Στο δικαστήριο ήρθε και κατέθεσε αυτός ο λοχίας, του Α2, ο Μεντζελόπουλος.
Είπε ότι εγώ του είχα δώσει το πράμα να πιει κι ότι έδινα και σε άλλους στρατιώτες. Αυτό που με παραξένεψε ήταν ότι, αν και δεν ήταν μόνιμος, είχε κάνει καριέρα στο στρατό. Στο δικαστήριο τον πιάνω στους διαδρόμους και του λέω: "Καλά, δεν ντρέπεσαι; Πώς τόλμησες να πεις τέτοια ψέματα για μένα; Εντάξει, να κάνεις καριέρα στο στρατό ενώ έχεις απολυθεί, αλλά
όχι και να κάψεις έναν άλλο άνθρωπο!" "Εντάξει, εντάξει", μου λέει, "καλά είναι έτσι".
Κι από κει σε μια βδομάδα με στείλαν στη Μακρόνησο. Κι έτσι βρέθηκα στις ΣΦΑ (Στρατιωτικές Φυλακές Μακρονήσου) πεταμένος στην άκρη του νησιού...».
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news
Μπείτε στην παρέα μας στο instagram
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook
Εγγραφείτε στο κανάλι του metrosport.gr και του Metropolis 95.5 στο youtube