Κυριακή πρωί 9 του Νοέμβρη σε ένα μουντό πρωινό, τον αποχαιρετήσαμε εμείς οι «δικοί του» (οικογένεια και φίλοι) σαστισμένοι και μπερδεμένοι με τα συναισθήματα μας να κονταροχτυπιούνται άγρια. Έβλεπες δακρυσμένα μάτια, άκουγες… γέλια! Οι περαστικοί κοιτούσαν απορημένοι γατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν αν βρισκόντουσαν σε κηδεία ή σε γάμο, σε λύπη ή σε χαρά. Από τη μια μεριά, ο πόνος για το χαμό του φίλου σου βούρκωνε τα μάτια.
Από την άλλη, την ίδια στιγμή, ακούγοντας κάποιον να αφηγείται μια από τις απίστευτες ιστορίες της ζωής του, άφηνες την ψυχή σου να «ξεδώσει» ελαφρύνοντας τον καημό και την πίκρα. Το γέλιο ερχόταν αυθόρμητα. Θαρρείς και το ζητούσες, είτε το ένιωθες σαν ανάγκη, είτε γιατί πίστευες ότι θα το ήθελε και ο ίδιος.
Α ρε φίλε Θανάση… και την τελευταία στιγμή κατάφερες και πάλι να μας μπερδέψεις, όπως μας…μπέρδευες χρόνια ολόκληρα. Παιδί της προσφυγιάς ο μεσαίος από τους τρεις γιους (Γιάννης. Θανάσης, Σεραφείμ) της Θρακιώτισσας Δόμνας και του Μικρασιάτη Γιώργη, από πολύ μικρός έδειχνε να «ξεχωρίζει» για τον ανήσυχο και ανεξάρτητο χαρακτήρα του. Σε νεαρή ηλικία έβγαλε ναυτικό φυλλάδιο και «μπάρκαρε», αφήνοντας στη μέση και μια προσπάθεια που ξεκίνησε παίζοντας στην β΄ ομάδα του αγαπημένου του ΠΑΟΚ. Ελεύθερο και ανήσυχο πνεύμα βρήκε τον τρόπο να περάσει παράνομα (όπως το συνήθιζε) και να εγκατασταθεί στη Αμερική.
Πρόκοψε με ότι ασχολήθηκε. Είχε «εφόδιο» το «πτυχίο» που είχε πάρει (και μάλιστα με… υποτροφία όπως, συνηθίζαμε να το καλαμπουρίζαμε)…από το πανεπιστήμιο του «πεζοδρομίου» των μικροπωλητών της περιοχής Βενιζέλου και Ίωνος Δραγούμη. Στην ξενιτιά αποτελούσε το σημείο αναφοράς, συνάντησης και στήριξης όλων των παρανόμων και ξέμπαρκων Σαλονικιών που έσπευδαν για βοήθεια. Δεν αρνήθηκε ποτέ και σε κανένα τη συμπαράσταση του. Ψυχή καθαρή. Γνήσιος άνθρωπος. Ντερβίσι, όπως συνήθιζαν να τον λένε στον κύκλο του ακόμη και οι πιο σκληροί και κλειστοί μάγκες τη Τουμπιώτικης πιάτσας. Η αρρώστια της μπάλας και του ΠΑΟΚ τον συντρόφευσαν για πολλά χρόνια στην Αμερική. Όποτε έβρισκε την ευκαιρία…μπερδευόταν (αυτό είναι και το αγαπημένο του ρήμα) σε ότι είχε σχέση μαζί τους. Ήταν σύμβουλος στην ομάδα της ομογένειας «Ελλάς» την οποία ενίσχυσε με προσωπική του παρέμβαση και οικονομική βοήθεια φέρνοντας στη Νέα Υόρκη τον Γιώργο Χαβανίδη. Η παραμονή και η πολυκύμαντη δράση του στο «νέο κόσμο» του κόλλησε και το παρατσούκλι: «Αμερικάνος». Έτσι τον αποκαλούσαν όλοι οι φίλοι του μετά την επιστροφή του.
Όταν γύρισε στην πατρίδα, ασχολήθηκε με την οικογενειακή επιχείρηση που συνέστησαν τα τρία αδέρφια. Μία επιχείρηση η οποία αναδείχθηκε σε μια από τις κορυφαίες της χώρας. Ο μεγάλος τζίρος και τα τεράστια κέρδη όμως ποτέ δεν απασχόλησαν τον Θανάση. Αυτός έμενε πιστός στη δική του φιλοσοφία. Την φιλοσοφία της απλότητας, της ανθρωπιάς και πάνω από όλα της μπέσας και της γνήσιας φιλίας. Η παρέα του έμεινε η ίδια. Τα παλιά «τακίμια» του πεζοδρομίου (ο Γρηγόρης, ο Στέφανος, ο Ιορδάνης, Ο Παυλάκης, ο Παπουτσόπουλος, ο «κοντός»). Το στέκι του μόνιμα στην Τούμπα στο καφενείο του Παυλάκη. Όλα αυτά τα ήσυχα και δημιουργικά χρόνια η αγάπη του για τον ΠΑΟΚ εξελισσόταν σε μια εμμονή που άγγιζε τα όρια της λατρείας και εκδηλωνόταν με κάθε τρόπο, ιδιαίτερα στην περίοδο που ο μεγάλος αδερφός του, ο Γιάννης έγινε πρόεδρος του Δικέφαλου με τις μετοχές της εταιρείας τους. Τότε και με την άνεση που είχε βρήκε μια διέξοδο και μια μεγάλη ευκαιρία για να δείξει τι έκρυβε μέσα στην ψυχή του για την ομάδα. Θα μείνω μόνο στην κορυφαία εκδήλωση της λατρείας του για τον ΠΑΟΚ που αφορά την δωρεά οικοπέδου αξίας πολλών εκατομμυρίων εκείνη την εποχή, για να κατασκευαστεί το Παλατάκι. Άλλωστε θα χρειαζόταν πολύς χώρος για να αναφερθούμε λεπτομερώς σε όσα έχει κάνει για τον Δικέφαλο ο Θανάσης Δεδέογλου. Όπως και αρκετό κουράγιο αυτή τη στιγμή για να αγνοήσουμε την αχαριστία και αγνωμοσύνη ορισμένων και κάποια πικρόχολα σχόλια γνωστών λαμογιών και στραβοστόμηδων που θέλησαν να υποβαθμίσουν τη μεγάλη δωρεά των δύο αδερφών.
Νομίζω πως κάποιοι επιτέλους θα πρέπει να οπλιστούν, με θάρρος και να πουν ή και να γράψουν δυο κουβέντες για αυτούς τους μεγάλους ΠΑΟΚτσήδες που με τη γενναιοδωρία του και τα υψηλόφρονα ΠΑΟΚτσήδικα αισθήματα τους ευεργέτησαν στην κυριολεξία το σύλλογο. Η ΠΑΕ του ΠΑΟΚ απουσίασε από την κηδεία. Αντίθετα με την ΚΑΕ και τον ερασιτέχνη που παραβρέθηκαν και τον τίμησαν. Δεν ξέρω με πιο τρόπο μπορώ να κλείσω μέσα σ΄ αυτές τις λίγες στεγνές και φτωχές αράδες, ότι αισθάνομαι για αυτόν τον άνθρωπο. Πολλές φορές μου έλεγε ότι θα γράψει το βιβλίο της ζωής του ο ίδιος. Τον πείραζα και του απαντούσα ότι μόνο εγώ θα μπορούσα να το κάνω καλύτερα από αυτόν. Δεν πρόλαβε. Άφησε όμως σε εμάς την υποχρέωση να κρατάμε «ανοιχτό» αυτό το βιβλίο και να διατηρούμε ζωντανές τις μνήμες για έναν μάγκα ΠΑΟΚτσή, με τεράστια καρδιά, λεβεντιά και ψυχικό μεγαλείο.
Αν ζούσε ο μεγάλος Καζαντζάκης σίγουρα θα έβρισκε στο πρόσωπο του έναν ακόμη Ζορμπά. Τον πρώτο, που καταγόταν από τον Κολινδρό τον γνώρισε στο Άγιον Όρος. Τον δεύτερο θα τον συναντούσε στο Πλαγιάρι και δεν θα ήταν άλλος από τον αγαπημένο φίλο και αδερφό Θανάση Δεδέογλου…