Συμβαίνει συχνά σε ελληνικά κλαμπ. Πρέπει να αποδείξουν πάντα ότι είναι κάτι παραπάνω από αυτό που είναι, έναντι μάλιστα των υπολοίπων. Όταν δε, αντιλαμβάνονται πως έχουν και λίγο… λερωμένη την φωλιά τους, διαλέγουν ένα μοτίβο και θαρρείς από τακτική, όλοι όσοι την περιτριγυρίζουν, προσπαθούν με κάθε τρόπο να περάσουν το μοτίβο αυτό προς το κοινό.
Λέγε- λέγε στο τέλος κάτι θα μείνει. Τώρα για παράδειγμα, που δεν το πολυέχει ανάγκη εδώ που έφθασε το πρωτάθλημα, στον Ολυμπιακό ακολουθείται το μοτίβο της επένδυσης. Παλιό αλλά καλοφορεμένο. Έχεις κάποιο παράπονο; Επένδυσε πρώτα και μετά μίλα…
Είναι πασιφανές ότι δεν έχει λογική αυτού του είδους η προσέγγιση. Αν τα πρωταθλήματα ή το Τσάμπιονς Λιγκ κ.τ.λ. κρινόταν από τις επενδύσεις της κάθε ομάδας, τότε πιθανώς η Παρί να μην είχε αντίπαλο στην Ευρώπη φέτος, ενώ η Μάντσεστερ Σίτι έπρεπε να πάρει το πρωτάθλημα στην Πρέμιερ Λιγκ, πριν αυτή ξεκινήσει. Όπως και η Γιουβέντους στην Ιταλία. Τα χρήματα παίζουν μπάλα, αλλά δεν παίζουν μόνα τους. Το χρήμα στο ποδόσφαιρο φέρνει πραγματικά την ευτυχία, αλλά το μεγάλο μπάτζετ δεν σημαίνει απαραίτητα πως κερδίζει.
Από την άλλη πλευρά, στον Ολυμπιακό και στον κάθε Ολυμπιακό που προσπαθεί να περάσει αυτού του είδους το μοτίβο, καλό θα είναι να επανεξετάσουν την λέξη επένδυση. Όταν λέμε επένδυση, σημαίνει ότι επενδύω για να έχω στο προσεχές ή στο άμεσο μέλλον κέρδος. Βάζω για να βγάλω. Ο Ολυμπιακός βγάζει και μάλιστα πολλά. Από αυτά βάζει. Συνεπώς διαχειρίζεται. Καλά ή άσχημα, ο καθένας μπορεί να το κρίνει διαφορετικά.
Προσωπικά θα είχα πολύ μεγαλύτερες απαιτήσεις από μία ομάδα που κοντά 20 χρόνια έχει κλειδωμένη την θέση στο Τσάμπιονς Λιγκ. Δεν θα έπρεπε να συμβιβάζεται με κάτι λιγότερο από την οχτάδα του Τσάμπιονς Λιγκ και πιθανώς θα έπρεπε να έχει ήδη πάρει ένα EuropaLeague. Ακούγεται τρελό; Δεν είναι τόσο. Αν υποθέσουμε ότι ο μέσος όρος των εσόδων του Ολυμπιακού τα τελευταία χρόνια, αγγίζουν τα 70εκ. Ευρώ και έχουν να κάνουν με τις χορηγίες που είναι υψηλές λόγω Τσάμπιονς Λιγκ αλλά και με τα χρήματα που έρχονται με την σέσουλα από το πρωτάθλημα και όχι μόνο, μιλάμε για σταθερά χρήματα που σε βάθος χρόνου μοιάζουν ασύλληπτα.
Τα χρήματα μοιράζονται όπως φαίνεται σε ένα κομμάτι τους σε μεταγραφές, που δεν είναι πάντα πετυχημένες (φυσιολογικό όταν γίνονται πολλές). Σοβαρός προγραμματισμός δεν μοιάζει να υπάρχει, όταν κάθε σεζόν αλλάζει σχεδόν το μισό ρόστερ. Ο Ολυμπιακός έχει απλώς και την δυνατότητα να αγοράζει και την δυνατότητα να μην… κλάψει αν δεν του βγει ένας παίκτης. Ο Φινμπόγκασον για παράδειγμα των 2,5εκ. Ευρώ μένει στον πάγκο, όπως και ο Καμπιάσο που παίρνει περισσότερα. Το ζητούμενο δυστυχώς για τον Ολυμπιακό, δεν είναι μόνο να ενισχύεται. Είναι να αποδυναμώνει όσο γίνεται τους υπόλοιπους, αγνοώντας το μέλλον κάποιων παικτών και κυρίως να «δένει» τα πάντα στην Λίγκα, ώστε να είναι σίγουρος πως αυτά τα χρήματα θα τα έχει κάθε χρόνο. Τα «δένει» με κάθε τρόπο. Τόσο που το αντιλαμβάνονται όλοι. Κι αυτό σε βάθος χρόνου δεν είναι αποδοτικό για την δική του βελτίωση. Δεν το καταλαβαίνει. Πιθανώς δεν τον νοιάζει. Περισσότερο τον ενδιαφέρει να δημιουργεί υπεραξία σε κάποιους παίκτες, ώστε να τους πουλήσει με όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα. Δεν είναι κακό, αλλά δεν μου φαίνεται ότι γίνεται και με τον πιο σωστό τρόπο.
Επένδυση είναι να παίρνεις τον Εσιέν με το ρίσκο να μην βγεις Τσάμπιονς Λιγκ και να «φτύσεις αίμα» για να βγάλεις την σεζόν. Επένδυση είναι να παίρνεις τον Μπερμπάτοφ, έστω και αν γνωρίζεις πως ποτέ δεν πρόκειται να πάρεις πρωτάθλημα ή να φθάσεις μακριά στο EuropaLeague. Επένδυση είναι να δίνεις χρήματα που θα πιάνουν τόπο στις ακαδημίες και αν ο Ολυμπιακός το κάνει, δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένος με έναν Φετφατζίδη την τελευταία δεκαετία. Επενδύσεις υπάρχουν πολλές. Διαχείριση… μία.
Κι αν αυτά μοιάζουν υπερβολικά, θυμίζω απλώς ότι πιθανώς συμπτωματικά, πιθανώς όμως και όχι, την ΜΟΝΑΔΙΚΗ σεζόν που αγωνιστικά, μέσω πρωταθλήματος (2009-10) ο Ολυμπιακός δεν κέρδισε θέση στους ομίλους (ή έστω στα προκριματικά) του Τσάμπιονς Λιγκ, ο προηγούμενος… επενδυτής, αποχώρησε από την ομάδα αφήνοντας τις μετοχές.