Ο Γιάννης Ιωαννίδης και η σύζυγός του Γιούλα, μας ξενάγησαν στο παραδοσιακό αρχοντικό τους στο Ροδοχώρι, μας σκλάβωσαν με τη φιλοξενία τους και ο «ξανθός» του ελληνικού μπάσκετ άνοιξε μια ντουζίνα φακέλους, συμπεριλαμβανομένων και αυτών στους οποίους αποτυπώνονται οι μπασκετικής τακτικές που θα συνθέσουν το βιβλίο που ετοιμάζει.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ:ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΡΑΓΩΓΙΑΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ
Το ηπειρωτικό στρατηγείο του Γιάννη Ιωαννίδη βρίσκεται σε υψόμετρο 719 μέτρων στη δυτική Κοζάνη. Μια κακή απόφαση μας οδήγησε σε ένα πρόχειρο οδοιπορικό του Νομού, αλλά και σε συναντήσεις με απλούς ανθρώπους με τους οποίους (... ενδεχομένως) να μην είχαμε ποτέ τη τύχη να συζητήσουμε. Οι εντολές του «ξανθού» ήταν ξεκάθαρες, τις παραβήκαμε. Τελικώς, μετά από μικρή περιπλάνηση, μια ηλικιωμένη κυρία μας φώναξε... «πάτε καλά» κι έτσι διαλύθηκε η τελευταία αμφιβολία. Βρισκόμενοι στο κατώφλι του αρχοντικού του Γιάννη Ιωαννίδη στο ιστορικό Ροδοχώρι, συναντήσαμε τη παραδοσιακή ελληνική οικογένεια.
Ο «φωνακλάς» άνδρας, η γλυκιά σύζυγος, η μικρή Ελένη - Θεοδώρα εμφανίστηκε λίγο αργότερα. «Από τη κεντρική είσοδο...», φώναξε ο «ξανθός». «Η μικρή γεννήθηκε το 2002 και τα Χριστούγεννα του 2003 το σπίτι ήταν έτοιμο. Το έχτισα για να έχει ρίζες στη ζωή το παιδί μου. Ένας άνθρωπος πρέπει να έχει ρίζες. Είναι ένα μικρό απομονωμένο χωριό, δεν έχει περισσότερα από 80-90 σπίτια. Αρέσει στη γυναίκα μου. Τον Αύγουστο έρχεται αρκετός κόσμος. Το ίδιο ισχύει και για τη κόρη μου, έχει πολλά παιδιά. Το ίδρυσαν παλιοί κάτοικοι της Παραμυθιάς (Ήπειρος)», μας είπε. Αυτομάτως, (μας) καλλιεργήθηκε η απορία... Πώς ένας άνθρωπος που έχει μάθει να ζει υπό το καθεστώς πίεσης, μπορεί να αντέξει στο Ροδοχώρι. «Πάντα έχω ένταση. Ακόμη κι αν δεν έχω, θα τη προκαλέσω. Πάντα βρίσκω κάτι να κάνω. Όπως κάλλιστα μπορείς να πολεμήσεις για να γίνει ένας δρόμος που θα ενώνει τα χωριά με τα Γρεβενά. Έτσι έγινε το πρόγραμμα 'Πίνδος'. Στο χωριό, τον χειμώνα μένουν τα γεροντάκια, δεν είναι περισσότεροι από 20-25 άνθρωποι. Αν πάθουν κάτι, πώς θα πάνε στο νοσοκομείο; Η Κοζάνη απέχει 80 χιλιόμετρα και τα Γρεβενά 27. Τώρα υπάρχει δρόμος. Το 'Πίνδος' είναι ένα ξεχωριστό πρόγραμμα της Δυτικής Μακεδονίας. Θέλω να πω ότι αν έχεις τη διάθεση, μπορείς να προσφέρεις», απάντησε.
Ανοίγοντας τη ξύλινη πόρτα, αντικρίσαμε ένα καλόγουστο σπίτι. Αριστερά, υψώνονταν δέκα παραδοσιακές γκλίτσες. Ψέματα, ήταν δώδεκα. Ο Γιάννης Ιωαννίδης είναι μανιακός συλλέκτης. Από μικρό παιδί. Πριν από κάμποσα χρόνια, είχε μαζέψει χιλιάδες γραμματόσημα. Ένας κολλητός φίλος του, νομίζοντας ότι έτσι θα εντυπωσίαζε μια κοπέλα, ζήτησε τη συλλογή με τη δέσμευση της επιστροφής. Τελικώς, η κοπέλα κράτησε τα γραμματόσημα, ο δε φίλος του παρέμεινε «μπουκάλα». Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο Ιωαννίδης γνωρίζει αυτή τη κοπέλα, ουδέποτε τα ζήτησε πίσω.
Στους τοίχους του σπιτιού, βλέπεις παραδοσιακά κεντήματα, πίνακες ζωγραφικής, η απλότητα του σαλονιού γαληνεύει το βλέμμα. Αφήνοντας τη σαλοκουζίνα, κατασκηνώσαμε στο μεγάλο μπαλκόνι. Όπως συνηθίζει και ο Ιωαννίδης, για 2-3 λεπτά απολαύσαμε την μαγευτική θέα, τη μοναδικότητα της φύσης. Ο «ξανθός» κάθισε στον αγαπημένο πάγκο του κι εμείς βάλαμε τη κυρία Γιούλα σε μπελά. Σαν να μην έφταναν τα μπαρμπούνια, οι δύο συναγρίδες που είχε αγοράσει ο Ιωαννίδης από τη Καλλικράτεια (σ. σ. μας είπε ότι έχει τις ‘άκρες’ για να βρίσκει φρέσκο ντόπιο ψάρι από την εποχή που εργαζόταν στην Αγροτική Τράπεζα), αλλά και οι πολλοί μεζέδες, η κυρία Γιούλα ήθελε να μας τρατάρει και μπακαλιάρο σκορδαλιά. Είναι αλήθεια ότι γι’ αρκετή ώρα ξεχάσαμε την πραγματική αιτία της επίσκεψής μας.
Είπαμε, παραδοσιακή ελληνική οικογένεια. Άνθρωποι φιλόξενοι, με αρχές, μας σκλάβωσαν με την ευγένειά τους. Ο Δημήτρης δεν αρνήθηκε να απολαύσει το τσίπουρο (άνευ γλυκάνισου) το οποίο προτιμά και ο Ιωαννίδης. Ο Βασίλης προσπαθούσε να κρύψει ένα μικρό κρυωματάκι, γνωρίζοντας ότι αυτό είναιασυγχώρητο. Καθώς τα μεζεδάκια είχαν απλώσει τις ευωδίες τους πάνω από τον μεγάλο ξύλινο πάγκο, ξεκίνησε η συζήτηση. Ερώτηση δεν προλάβαμε να κάνουμε.
Ως αυθεντικός ρήτορας, ο «ξανθός» άρχισε να λέει ιστορίες. «Πάλι τα ίδια θα πεις; Βρε παιδιά, ας πούμε κάτι άλλο», πρόσταξε ο κυρία Γιούλα. Εκεί σηκώθηκε κι έφερε μια μεγάλη καφέ δερμάτινη τσάντα. Άρχισε να βγάζει πάκους χαρτιά, αρχειοθετημένα. Ξέραμε ότι σκοπεύει να εκδόσει βιβλίο, δεν γνωρίζαμε ότι το πράγμα έχει σοβαρέψει. Είναι γνωστό ότι κρατάει ημερολόγιο, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι είναι τόσο οργανωμένος. «Εδώ είναι τα πάντα. Δείτε... Αυτό είναι το πλάνο περιλάμβανε η προπόνηση της 23ης εκατοντάδες έγραφα που περιλαμβάνουν τα μυστικά του μπάσκετ και κυρίως της τακτικής. Το έχει αποφασίσει! Σύντομα το εγχειρίδιο του μπάσκετ θα τεθεί προς διάθεση.
Τα λεπτά κυλούσαν, αλλά ποιος έδωσε σημασία στον χρόνο. Κάπου εκεί εμφανίστηκε και η μικρή Ελένη Θεοδώρα. Είχε αποφασίσει να κάνει ένα σύντομο διάλλειμα από το παιχνίδι, αλλά είχε παραβεί τους κανόνες. Βαστώντας το smart phone της μητέρας της, έχοντας εξαντλήσει τη μπαταρία, προφανώς ήθελε φόρτιση. «Δεν με ακούει βρε παιδιά. Την έχω απαγορεύσει να είναι συνέχεια με το τηλέφωνο στα χέρια», μας είπε. Αφού της εξηγήσαμε ότι το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν όλοι οι γονείς, κάπου πήρε μια βαθιά ανάσα.
Καθώς ο «ξανθός» έλεγε τις ιστορίες του, ανά ένα-δύο λεπτά, ρωτούσε και τη σύζυγό του. «Γιούλα... Πώς τον λέγανε τον τάδε... Θυμάσαι τότε... Έλα μάρτυρας να πεις στα παιδιά». Πλησιάσαμε στις δύο το μεσημέρι. Είχαμε καταπιεί δύο ώρες λες και ήταν δύο δευτερόλεπτα. Το lap top παρέμενε κλειστό και η φωτογραφική μηχανή στη θέσης της. Εκεί παρουσιάστηκε και ο πατέρας της κυρίας Γιούλας, ένας κύριος 91 ετών. «Κοιτάξτε, εγώ δεν θα χαλάσω το πρόγραμμά μου. Δύο το μεσημέρι τρώμε», ξεκαθάρισε.
Είχε έρθει η στιγμή να δουλέψουμε. Ανά δέκα λεπτά, εμφανιζόταν και η κυρία Γιούλα... «θα κρυώσουν τα ψάρια», μας έλεγε. Ωστόσο, είχαμε μπει σε ρυθμό. Ο Γιάννης Ιωαννίδης δεν κουμαντάρεται σε μια συνέντευξη. Όταν κάποιος αποφασίσει να μιλήσει μαζί του, απαιτείται να φορέσει ζώνη ασφαλείας για ένα αδιάκοπο ταξίδι στη μηχανή του χρόνου. Με μοναδική ικανότητα στον συνδυασμό περιστατικών που έγιναν σε (χρονική) απόσταση 40-50 χρόνων. Μας είπε πολλά, δεν παραδέχθηκε κάποιες ιδιοτροπίες του. Για παράδειγμα, μάταια προσπάθησε να μας πείσει ότι δεν είναι προληπτικός. Για τουλάχιστον δέκα δευτερόλεπτα, η κυρία Γιούλα τον κοιτούσε με έκπληξη, ο ίδιος χαμογελούσε. Παρεμπιπτόντως, το παρατσούκλι της κυρίας Ιωαννίδου είναι «Μπουμπουλίνα». Αντιλαμβάνεστε τον λόγο...
Τσιγάρο δεν άναψε. Η περιέργεια μας οδήγησε στη σχετική ερώτηση. «Έκοψα το τσιγάρο πριν από έξι χρόνια. Τώρα δεν μου κάνει αίσθηση. 26 Ιανουαρίου του 2008 κυκλοφορούσε μια γρίπη, δύο υπάλληλοι του Υπουργείου ήταν άρρωστοι και με κόλλησαν. Μετά από διαδοχικές συναντήσεις, γύρω στις 8-9 το βράδυ άναψα ένα τσιγάρο, ρούφηξα τον καπνό κι ένιωσα να πνίγομαι. Το έβγαλα από το στόμα μου, έβαλα τον αναπτήρα μέσα στο πακέτο όπου είχε 10-12 τσιγάρα και το έβαλα το πακέτο στην αριστερή τσέπη του σακακιού. Είπα ‘θα έχεις τσιγάρα επάνω σου, αλλά δεν θα καπνίσεις. Για ένα χρόνο, τα είχα επάνω μου. Δεν κάπνισα ποτέ ξανά», είπε.

«Δεν έχω ανάγκη τη πολιτική»
Παρότι μετράει δέκα χρόνια ενεργής παρουσίας στη πολιτική ζωή του τόπου, είναι αλήθεια ότι κι εμείς εντασσόμαστε στη συνομοταξία των ανθρώπων που δεν έχουν συμβιβαστεί με αυτή τη πραγματικότητα. Για μας είναι ο «κόουτς Ιωαννίδης», ο πολυνίκης προπονητής και όλα τα επίθετα ή παρατσούκλια που τον συντροφεύουν από τα πολιτικά χρόνια.
Γιατί ο Γιάννης Ιωαννίδης αποφάσισε να ασχοληθεί με τη πολιτική, τοποθετώντας τον εαυτό του στο κάδρο;
«Δεν είχα ανάγκη τη πολιτική. Δεν είχα κερδίσω κάτι. Αυτή είναι και η απορία της Γιούλας. Της το έχω εξηγήσει. Στη ζωή, ο Θεός δίνει προσόντα σε όλους. Σε ορισμένους μπορεί να δώσει περισσότερα. Αν αυτός που παίρνει προσόντα τα κρατήσει για τον εαυτό του είναι μονοφαγάς και θα τη πληρώσει. Αν εγώ δημοσιοποιήσω όλα όσα έχω κάνει, τότε θα αντιληφθεί ο κόσμος. Αν το κάνω, θα πουν ότι στόχος μου είναι οι ψήφοι. Εγώ λέω, ας πάρει ευλογία το παιδί μου. Ο Γιάννης Ιωαννίδης στα δέκα χρόνια στη πολιτική σκηνή, κατάφερε να επιβιώσει. Ο κόσμος ξέρει αν κάποιος είναι ειλικρινής ή όχι. Εγώ θα σου πω την αλήθεια, αν κάτι μπορεί να γίνει ή όχι. Η αλήθεια είναι διαχρονική και το ψέμα έχει ημερομηνία λήξης».
Υπάρχει κέρδος από την ενασχόλησή σας με τη πολιτική;
«Κέρδισα πολύ αγάπη. Θα σας πω κάτι ακόμη, το είπε ο Ανδρέας Λοβέρδος το περασμένο Σάββατο. Κάποτε είχα πει ότι θα παρατήσω τη τριτοβάθμια εκπαίδευση και θα ασχοληθώ με τη πρωτοβάθμια. Όταν παρέδωσα το χαρτοφυλάκιο, είπα στον Ανδρέα να συνεχίσει το έργο που ξεκίνησα. Δεν το έκανε, τώρα παραδέχθηκε ότι έκανε λάθος. Και είπε στη τηλεόραση, ότι θα συνεχίσει το πρόγραμμα Ευ Ζην. Είναι πρόγραμμα που εφαρμόζεται στα παιδιά που είναι στα νήπια έως και δέκα τάξεις. Όταν ξεκίνησε, το 2008, περιλάμβανε δύο τάξεις. Αυτό το πρόγραμμα αφορά 950.000 παιδιά, υπολογίστε λοιπόν τον αριθμό των οικογενειών. Σε συνεργασία με το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο ελέγχει τη σωματική υγεία των παιδιών και αναλόγως ενημερώνονται οι οικογένειες. Έτσι, ο γονιός ξέρει αν το παιδί του ψηλώνει σωστά, αν είναι παχύσαρκο, λιπόσαρκο, αν κάποια παραπανίσια κιλά είναι αποτέλεσμα κακής διατροφής ή γονιδίων. Τότε, οι σχολικοί σύμβουλοι αντιδρούσαν, τώρα όλοι είναι υπέρ. Και είπε ο Λοβέρδος ότι αυτό το πρόγραμμα είναι του Γιάννη Ιωαννίδη, το οποίο παρεμπιπτόντως είναι πληρωμένο για πέντε χρόνια, μέσω χορηγίας από τον ΟΠΑΠ».
Ασχοληθήκατε επίμονα και με το ντόπινγκ, ακυρώσατε τα κίνητρα για το πανεπιστήμιο...
«Μου είχαν πει ότι αυτές οι αποφάσεις στοιχειοθετούν πολιτική αυτοκτονία. Προσωπικά, μ' ενδιέφερε να είναι ήσυχος ο γονιός. Μετά κατηγορήθηκα ότι πέρασα στο άλλο άκρο. Το 2013, όταν διαπιστώσαμε ότι το ντόπινγκ ήταν σε ύφεση, επαναφέραμε τα κίνητρα με αναδρομικότητα πέντε ετών. Ένα άλλο ζήτημα που μ' ενοχλεί, είναι η απουσία αθλητικού σχολείου. Είχαμε προγραμματίσει να το κάνουμε στη Μίκρα, θα φιλοξενούσε και ΑΜΕΑ, τώρα πρέπει να το κάνει ο Λοβέρδος. Αγόρασα τρεις κινητές πισίνες, αλλά το πρόγραμμα περιλάμβανε κι ένα πλάνο εκμάθησης κολύμβησης. Δεν μπορώ να συμβιβαστώ με την ιδέα ότι 47 παιδιά πνίγονται ετησίως στην Ελλάδα. Πρόσφατα πήγα στη Κρύα Βρύση, είχε πέσει η κερκίδα στο γήπεδο και μου ζήτησαν να κάνουμε μια πισίνα. Τους ρώτησα «ξέρετε να κολυμπάτε;' Και μου είπαν ότι δεν έχει νερό το ποτάμι. Δεν είναι δυνατόν να λαμβάνεις ελαφρά τη καρδία τον πνιγμό ενός μικρού παιδιού. Οφείλεις να κάνεις κάτι».
«Πήγα κρυφά στη Κρήτη για να πάρουμε ένα Κύπελλο»
Επιστρέφοντας στα... παρκέ, στα προπονητικά χρόνια του, ο Γιάννης Ιωαννίδης διακρινόταν για τη λατρεία του στην επιβολή της πειθαρχίας. «Μοναδική ελευθερία για κάθε παίκτη, είναι η ελευθερία να πειθαρχεί στον εαυτό του. Η ομάδα που έχει καλούς κανόνες πάει μπροστά», είπε. Είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα γράψει τα...απομνημονεύματά του. «Γι' αυτό τα κρατάω ημερολόγιο. Ένας φίλος, ο Θανάσης ο Θεοδωρόπουλος που είναι Γενικός Διευθυντής της Βουλής και πρόεδρος της λυρικής σκηνής μου είπε μια μέρα. 'Κάνεις χιλιάδες πράγματα δεν τα λες ποτέ'. Η πολιτική είναι το τρωτό σημείο. Μπες στο Google, γράψε Ιωαννίδης και θα δεις ότι την ημέρα που έφυγα από τον Ολυμπιακό κι έδωσα συνέντευξη Τύπου, αυτό το link έχει δεκάδες χιλιάδες χτυπήματα. Με είχε ακούσει τότε και μου είπε χρόνια μετά ότι ‘μιλάω με τη ψυχή’. Είναι αλήθεια ότι, λόγω χαρακτήρα, έχει πιστούς φίλους και άσπονδους εχθρούς. Ο ίδιος υποστήριξε ότι «από τη πολιτική κέρδισα πολύ αγάπη». Είναι καταγεγραμμένα όμως τα ποσοστά δημοφιλίας που είχε στα χρόνια όπου δούλεψε σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα. «Στον Άρη, το ποσοστό ήταν 93%, είχα και 1,5% αρνητικό. Στον Ολυμπιακό το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 89% και στην ΑΕΚ 88%. Στη Κρήτη, η δημοφιλία έφτασε το 96% και το αρνητικό ήταν 0%», μας είπε.
Κάπου εκεί θυμήθηκε και δύο εκπληκτικές ιστορίες. «Στη Κρήτη, με είχαν πάρει προπονητή στη τελευταία μου χρονιά, το 1977. Τότε, πρόεδρος του Εργοτέλη ήταν ο Μανώλης ο Νικηφοράκης, με τον οποίον ήμασταν στο ίδιο θρανίο στο πανεπιστήμιο. Την ημέρα που είχε διακοπεί ένας αγώνας Άρη-Ολυμπιακού στο Κύπελλο, μου τηλεφώνησε και μου ζήτησε να αναλάβω την ομάδα. 'Γιάννη, παιδευόμαστε εννιά χρόνια να ανεβούμε στη Β' Εθνική', μου είπε. Πήρα μαζί μου και τον Νίκο τον Βρυώνη από τη Κεφαλονιά ως βοηθό μου και κυρίως για να κρατάει τη στατιστική. Ξεκινούσαμε τις προπονήσε ς στις οκτώ το απόγευμα και τελειώναμε στη μία το βράδυ. Δεν μας πίστευαν. Βγήκαμε πρωταθλητές στη Κρήτη. Για την άνοδο στη Β' παίξαμε στον τελικό με τη Χαλκίδα. Διαιτητής ήταν ο Κλάγκας. Αυτοί είχαν τρεις παίκτες πρώτης Εθνικής. Νομίζω ότι εκείνη την ημέρα έκανα το καλύτερο κοουτσάρισμα στη καριέρα μου. Στο ημίχρονο, είχε έρθει ο Κλάγκας με τον τότε πρόεδρο της ΕΟΚ, τον Ζαχαρία Αλεξάνδρου και μου είπαν. 'μπράβο ρε Γιάννη, αλλά θα αντέξετε;'. Δεν τους αφήσαμε να πάρουν ανάσα. Κερδίσαμε και η συμφωνία προέβλεπε μπόνους 100.000 δραχμών. Τους είπα 'πάμε στα μπουζούκια να τα φάμε', αλλά αυτοί έκαναν θερινό το μαγαζί. Ο λογαριασμός ήταν 300.000 ή 400.000 ευρώ, αλλά μετά ήρθε στα μέτρα μας».
Ενδεχομένως να μην είναι γνωστό, αλλά υπήρξε &k