Είναι γνωστό πως την Αίγυπτο ποδοσφαιρικά την ανακάλυψαν οι ... αετοί (μάλλον τα λαμόγια) του αθηνοκεντρικού κατεστημένου. Και την ανακάλυψαν όχι για τους γνωστούς και φυσιολογικούς μεταγραφικούς λόγους όπως θα ήταν λογικό και αναμενόμενο, αλλά για… διαιτητικούς! Ναι, καλά το διαβάζετε.
Οι βρώμικοι από τα νύχια ως την κορυφή Αθηνοπειραιώτες παράγοντες σε κάποιες περιόδους που αντιμετώπιζαν δυσκολίες και κινδύνευαν να χάσουν τίτλους από άλλες ομάδες (κορυφαία περίπτωση ο ΠΑΟΚ) επειδή είχαν ξευτιλιστεί και ξεφωνηθεί άγρια από την κοινή γνώμη με τους Έλληνες καμικάζι που χρησιμοποιούσαν και διέπρατταν κακουργήματα, αναγκαστικά κατέφυγαν σε κάποιες άλλες «λύσεις» με πρώτη από όλες τη μετάκληση ξένων ρέφερι, δοκιμασμένων όμως και συστημένων αδίστακτων εκτελεστών συμβολαίων.
Σε πρώτη φάση κατέφτασαν «καταδρομικά» από τη Βουλγαρία δύο… «αντεροβγάλτες» με τον έναν μάλιστα εξ αυτών να χρησιμοποιείται σε τακτικά διαστήματα με διαφορετικό όνομα και με διαφορετική εμφάνιση (μακριά μαλλιά ή μούσι αναλόγως). Όταν πλέον οι λύσεις από το βόρειο γείτονα κάπως δεν βόλευαν γιατί ο κόσμος είχε πάρει χαμπάρι τη φάμπρικα, οι απίστευτοι Αθηναίοι σκέφτηκαν ότι θα μπορούσαν να απευθυνθούν κάπου πιο μακριά σε άγνωστα και «απάτητα» ποδοσφαιρικά μέρη, όπου δύσκολα θα μπορούσε κανείς να προσεγγίσει και να ελέγξει τις όποιες επιλογές τους. Κι αυτή η δεύτερη λύση δεν ήταν άλλη από την επιλογή της Αιγύπτου. Ένας δε εκ των Αιγυπτίων ρέφερι καταγράφτηκε στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου σαν μια ξεχωριστή περίπτωση ατόμου το οποίο ήταν αποφασισμένο για όλα.
Η φυσιολογική ποδοσφαιρική όμως προσέγγιση της χώρας των «φαραώ» έγινε για πρώτη φορά από τον ΠΑΟΚ και αυτή η προσέγγιση αφορούσε μεταγραφικούς λόγους με καθαρό στόχο το έμψυχο υλικό των ομάδων της «άγνωστης» μέχρι πρότινος χώρας. Ο ΠΑΟΚ λοιπόν ήταν ο πρώτος σύλλογος που άνοιξε διάπλατα τον δίαυλο αλλά και τις πόρτες του σε Αιγύπτιους ποδοσφαιριστές, από τους οποίους μάλιστα μερικοί άφησαν άριστες εντυπώσεις. Δεν ήταν λίγοι οι «φαραώ» που πέρασαν το κατώφλι της Τούμπας. Από τον Μαγκντί μέχρι τον Ουάρντα, υπήρξαν και άλλες περιπτώσεις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, όπως αυτές που αφορούσαν τον Σικαμπάλα, τους αδερφούς Χάσαν, τον Σάμπρι και τον Μέγκαχεντ.
Από αυτούς όλους, ο μαγικός Ντολμπά αποτελεί το κορυφαίο κεφάλαιο αυτής της ιστορίας. Παικταράς με όλη τη σημασία της λέξης, κοφτερό ποδοσφαιρικό μυαλό, μεγάλη προσωπικότητα, στρατηγική στόφα. Ένα πληρέστατο και ιδανικό πολυεργαλείο. Στη συνέχεια η παρουσία του Σικαμπάλα με το ανεπανάληπτο ταλέντο του να σβήνει άδοξα και τους αδερφούς Χασάν που αποτελούσαν μόνιμους παίκτες της εθνικής της χώρας τους. Ξεχωριστή και η παρουσία του Σάμπρι τον οποίο «άρπαξε» σε χρόνο ρεκόρ η μεγάλη τότε και ισχυρή Μπενφίκα. Το πέρασμα όλων αυτών των παικτών συνοδεύτηκε από γεγονότα που καταγράφτηκαν στη ιστορία του ΠΑΟΚ σαν πικάντικα στιγμιότυπα, τα οποία στο σύνολο τους αφορούσαν τον τρόπο που έκλειναν ή χαλούσαν οι συμφωνίες ανάμεσα στους Έλληνες και στους Αιγύπτιους.
Οι έξυπνοι και πετυχημένοι έμποροι και βιοτέχνες ΠΑΟΚτσήδες εκείνης της εποχής είχαν να αντιμετωπίσουν πρωτοφανείς και ανεπανάληπτες καταστάσεις στις διαδικασίες των συναλλαγών τους. Καχύποπτοι και πονηροί οι Αιγύπτιοι μέσα σε ένα 24ωρο μπορούσαν να αλλάξουν ισάριθμες σκέψεις και αποφάσεις. Ο τρόπο αντιμετώπισης; Ο Στέφανος Κατέρογλου, ο Γιώργος Καλύβας, ο Γιώργος Στρειδάς, όπως και ο αείμνηστος Θωμάς Βουλινός, κατέφευγαν σε ντρίμπλες, προκειμένου να προστατευτούν από αυτά τα πισωγυρίσματα των Αιγυπτίων. Μερικά από τα τεχνάσματα τους και τα εφευρήματα τους, ήταν οι υπογραφές με το αριστερό χέρι, με μολύβι πρόχειρο και σε πρώτη χρήση το μπλάνκο και από εκεί και πέρα ότι ήθελε προκύψει. Στο τέλος βέβαια και ύστερα από τεράστιες προσπάθειες κατέληγαν σε συμφωνίες τις οποίες πάλι με τον ίδιο τρόπο, τις ίδιες αγωνίες και τις ίδιες επιδεξιότητες ανανέωναν ή δεν αποδεχόντουσαν.
Από το πέρασμα των «φαραώ» στον ΠΑΟΚ η περίπτωση του μαγικού Μαγκντί Ντολμπά το επαναλαμβάνουμε θεωρείται η πλέον αξιομνημόνευτη. Ο μαγικός αυτός επιτελικός, φεύγοντας από την Τούμπα και σε διάρκεια δεκαετιών, απέδειξε με τη σειρά του, αυτό που πολύ τακτικά διαπιστώνει κανείς προσεγγίζοντας ιστορίες ξένων παικτών οι οποίοι φεύγοντας από τον ΠΑΟΚ είναι σαν να μην έφυγαν ποτέ. Απίστευτο δέσιμο, διαρκής σύνδεση με ότι τον συνέδεε με την ασπρόμαυρη φανέλα, την Τούμπα και όσους φίλους απέκτησε στη Θεσσαλονίκη και μια αγάπη που την πέρασε και στα παιδιά του. Χθες αυτό το πράγμα αποτυπώθηκε σε μια φωτογραφία του ασπρόμαυρου ρεπορτάζ της εφημερίδας. Ο Ομάρ, ο γιος του μεγάλου Μαγκντί, επισκέφτηκε την Τούμπα, τα αποδυτήρια της, φωτογραφήθηκε εκεί που έγραψε την ιστορία ο πατέρας του και δήλωσε με τη σειρά του «αλυσοδεμένος» με ότι έχει σχέση με τον ΠΑΟΚ.
Οι «φαραώ» λοιπόν πέρασαν τα σύνορα τους πρώτη φορά σαν απατεώνες διαιτητές και στη συνέχεια σαν αξιόλογοι και χαρισματικοί ποδοσφαιριστές. Οι πρώτες υπογραφές σε ελληνικό σύλλογο ήταν αυτές που μπήκαν σε συμβόλαια του ΠΑΟΚ. Καταλήγοντας, ευχόμαστε στον Αμρ Ουάρντα να αποτελέσει μια λαμπρή συνέχεια και να αποκτήσει μια θέση στην εκτίμηση των ΠΑΟΚτσήδων παρόμοια με αυτή την ιδιαίτερη που υπάρχει για τον πρώτο και ανεπανάληπτο Μαγκντί Ντολμπά.
ΥΓ: Άλλο ένα δυνατό φιλικό παιχνίδι σήμερα με τη Γάνδη. Άλλη μια ευκαιρία για τον Λουτσέσκου να μετρήσει και να ζυγίσει ψύχραιμα και σωστά, αλλά και να αξιολογήσει αυτούς που θα αναλάβουν τη σοβαρή υποχρέωση για την πρώτη ευρωπαϊκή πρόκληση της 24ης Ιουλίου απέναντι στη Βασιλεία.
*Από την έντυπη έκδοση της Metrosport (11/7/2018)