Η προσαρμογή του Μανόλο Χιμένεθ σε «συνθήκες Άρη» έγινε με τον απότομο τρόπο. Όχι, βάσει αποτελεσμάτων, αλλά βάσει πλαισίου στο οποίο χρειάστηκε να λειτουργήσει με το που φόρεσε για πρώτη φορά τη φόρμα με τον Θεό του Πολέμου. Για πόλεμο ήρθε, εξ' αρχής και σίγουρα εσωτερικό με τόσα αγωνιστικά ζητήματα που είχαν προκύψει και που προέκυψαν πριν το ντεμπούτο του με τον Ατρόμητο.
Ο Μανόλο Χιμένεθ δεν είναι «χθεσινός», αλλά αυτό δεν αποτελεί ένδειξη «καλής λειτουργίας», γιατί ο Άρης, στα χρόνια του Καρυπίδη, δεν είχε κανέναν «χθεσινό» στον πάγκο του. Απλώς, ο Ισπανός επιστράτευσε ορισμένα ταχυδακτυλουργικά, για να περάσει τα πρώτα τεστ σε Stoiximan Super League και Κύπελλο Ελλάδας. Οι εμπνεύσεις σταμάτησαν ανώμαλα στην Τρίπολη και το 3-0 από τον ΟΦΗ και ενώ είχε προηγηθεί «η καλύτερη εμφάνιση της ομάδας στο πρωτάθλημα», όπως ο ίδιος είχε ισχυριστεί (και είχε δίκιο) απέναντι στον Πανσερραϊκό, στο «Κλ. Βικελίδης» και παρά το 1-1. Η ειδοποιός ανάμεσα στα δύο ματς με Σερραίους και Κρητικούς ήταν πως στο ματς της Τρίπολης απέναντι στον ΟΦΗ, ο Χιμένεθ δεν είχε μαζί του τον Ούρος Ράτσιτς.
Ο Χιμένεθ δεν κόλλησε πνευματικά, αντιθέτως, πήρε (μεγάλο) ρίσκο, βάζοντας στην αρχική 11άδα τον Μιχάλη Βοριαζίδη, ο οποίος είχε δώσει στον προπονητή του καλές αφορμές, για να τον αξιοποιήσει και στο πρωτάθλημα. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά, διότι ο νεαρός χαφ τοποθετήθηκε στο «10» κι εκεί χάλασε η δουλειά.
Απουσία και βραχυκύκλωμα
Πολλές φορές, στο ποδόσφαιρο πρέπει να δεις την απουσία, για να εκτιμήσεις την παρουσία. Ο Ούρος Ράτσιτς είναι τέτοιο παράδειγμα, δεδομένου ότι, από την αρχή της σεζόν, έγινε αρκετή συζήτηση γύρω από τη θέση του και πού πρέπει να παίζει, όπως και ποιους πρέπει να έχει δίπλα του. Στην Τρίπολη, ο Άρης έζησε το σενάριο της απουσίας, η οποία όμως, δεν καλύφθηκε σωστά, γιατί ο Χιμένεθ ανέβασε τον πήχη του ρίσκου. Ο προπονητής των «κιτρινόμαυρων» «αναγκάστηκε» να «πειράξει» αρκετά τη σύνθεση της τριάδας στον άξονα και δεν του βγήκε σε καλό. Από τη στιγμή που ο Βοριαζίδης αποτέλεσε βασική λύση, θα έμοιαζε πιο ορθολογικό να παίξει ως αντί-Ράτσιτς και να δοκιμαστεί κάποιος άλλος πίσω από τον Μορόν, δεδομένου ότι διαθέσιμοι ήταν και ο Μισεουί και ο Μορουτσάν και, βέβαια, ο Μοντσού, ο οποίος -τελευταία- παίζει μπροστά από τους Γαλανόπουλο και Ράτσιτς. Η μετατόπιση του Βοριαζίδη, ενός παίκτης που έχει περισσότερο στοιχεία 8αριού, παρά 10αριού, βραχυκύκλωσε και τους Μοντσού-Γαλανόπουλου, οι οποίοι -πρώτη φορά- έπαιξαν δίπλα-δίπλα, τη στιγμή που ο Βοριαζίδης δεν απέδιδε ως play maker. Ως εκ τούτου, στο ημίχρονο ήταν και η εύκολη «θυσία», για να μπει στη θέση του ο Μισεουί.
Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, λοιπόν, με αντίπαλο, ο οποίος καιγόταν για νίκη, ο Άρης μπορούσε να πάει με λιγότερες δομικές αλλαγές, ακολουθώντας -σχεδόν- το μοντέλο του αγώνα με τον Πανσερραϊκό και διαχειριζόμενος την κομβική -εκ του αποτελέσματος- απουσία του Ράτσιτς, ο οποίος, παρεπιμπτόντως, γίνεται «κατανοητός», όσο περνά ο καιρός, δείχνοντας ότι καλύτερα να παίζει, παρά να... απουσιάζει. Ο Χιμένεθ πήρε περισσότερα ρίσκα, από όσα άντεχε ο μηχανισμός στην 11άδα, δεν του βγήκε και ο Άρης έφυγε με τρία γκολ παθητικό και μηδέν ενεργητικό.