Τζενάρο Γκατούζο: Ένας ρομαντικός ευεργέτης μίας άλλης εποχής!

Metrosport Team18 Ιουνίου 2020

Επιμέλεια: Γιώργος Τσαρουχάς

Ο Ιταλός τεχνικός έχασε και κέρδισε τα πάντα μέσα σε δύο εβδομάδες. Στις 2 Ιουνίου, είδε την μικρή του αδερφή να φεύγει από τη ζωή, σε ηλικία μόλις 37 ετών. 11 μέρες αργότερα, έστειλε την Νάπολι στον τελικό του κυπέλλου Ιταλίας και με το σφύριγμα της λήξης κοίταξε βουρκωμένος στον ουρανό. Στις 17 Ιουνίου σήκωσε το τρόπαιο με τους «Παρτενοπέι» και λίγο αργότερα δήλωνε: «Η ζωή και ειδικά το ποδόσφαιρο μου έδωσαν πολλά περισσότερα σε σύγκριση με όσα έδωσα. Με έκανε άνδρα». Δεν χρειαζόταν να το πει αλλά αυτό το κύπελλο ήταν αφιερωμένο στην αδερφή του Φραντσέσκα και αυτά τα λόγια του η πιο τρανή απόδειξη του ποδοσφαιρικού του μεγαλείου.

Το Metrosport.gr κάνει αναδρομή στα παλιά και σας παρουσιάζει ένα μίνι-αφιέρωμα για τον Τζενάρο Γκατούζο, αυτόν τον εκ φύσεως μαχητή των γηπέδων! 

Οι ικανότητες ενός ηγέτη

Τον Ιούλιο του 1999 ένα αμούστακο παιδί από την Περούτζια καταφθάνει στο Μιλάνο για να εξελιχθεί σε ηγετική φυσιογνωμία της «χρυσής» γενιάς του Πάολο Μαλντίνι. Την Μίλαν την ερωτεύθηκε από την πρώτη στιγμή. Όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος, το συναίσθημα που ένιωθε κάθε φορά που πατούσε το χορτάρι του San Siro ήταν καλύτερο και από αυτό του έρωτα. Για πολλούς υπερβολικό, για όσους τον ξέρουν πέρα για πέρα “Γκατουζικό”. Αυτό που ήταν στη ζωή, αυτό ακριβώς έβγαζε και στο γήπεδο. Μαχητικότητα, ψυχή, αυταπάρνηση και μία ισχυρή δόση ποδοσφαιρικής μαγκιάς είναι μερικά από τα στοιχεία που τον ανέδειξαν και τον τοποθετούν στο πάνθεον με τους καλύτερους παίκτες που πέρασαν ποτέ από το κατώφλι των Μιλανέζων! 

Τα «δολοφονικά» τάκλιν και η άψογη συνεργασία με τους λοιπούς αστέρες της Μίλαν τη δεκαετίας 2000-2010 τον χαρακτήριζαν απολύτως, βάζοντας τον ανάμεσα σε αυτούς που λάτρευες να μισείς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι οπαδοί των "ροσονέρι" τον αγαπούσαν τόσο που έφτασαν σε σημείο να φτιάξουν δεκάδες πανό και σημαίες με το όνομα του, ενώ αυτοί των αντίπαλων ομάδων αν δεν τον συμπαθούσαν σίγουρα τον σεβόταν. Ποιος δεν θα ήθελε ένα ποδοσφαιρικό «δρεπάνι» που αφήνει και την ψυχή του στο γήπεδο για την ομάδα. Η απάντηση είναι κανείς και ο Γκατούζο το ξέρει πολύ καλά. Μπορεί να έβγαζε την εικόνα του σκληρού εντός αγωνιστικών ορίων αλλά ένας αληθινός ηγέτης δακρύζει, ματώνει, γονατίζει μπροστά στα χρώματα της ομάδας και την στρογγυλή θεά, που σύμφωνα με τον ίδιο του έχει χαρίσει όλο τον κόσμο.

 Για τη Μίλαν έπεσε στη «μάχη» συνολικά 468 φορές μέσα σε 12 χρόνια τυφλής αφοσίωσης στα κόκκινα. Έχτισε το δικό του ρομάντζο στα γήπεδα, εκεί οπού μεγάλωσε κι εκεί οπού θέλει πάντα να βρίσκει την παρηγοριά του. Στο σήμερα, αυτή ήρθε από τη «βασίλισσα» του Ιταλικού νότου,Νάπολι, με έναν τρόπο που δεν θα ήθελε ποτέ να φανταστεί αλλά δεν φοβάται να τον κοιτάξει στα μάτια και να τον αντιμετωπίσει. «Η ζωή, μου πήρε ένα αγαπημένο πρόσωπο. Ήταν μαζί μου σήμερα. Στο ποδόσφαιρο, αυτός που προσπαθεί, κάποια στιγμή θα δικαιωθεί. Όποιος είναι κοντά μου, πρέπει να το ζει με πάθος, να αγαπάει την φανέλα που φοράει, να παίζει για τον κόσμο, να έχει σεβασμό.» Τάδε έφη ο Τζενάρο Γκατούζο αγκαλιά με το τρόπαιο του Κυπελλούχου Ιταλίας.

Grande Signora.. και ο δάσκαλος Μαρτσέλο Λίπι

Ως αυθεντικός Ιταλός που πονάει την πατρίδα του, το πιο μεγάλο του όνειρο ήταν να αγωνιστεί με τα χρώματα της «Σκουάντρα Ατζούρα». Έπειτα από 73 εμφανίσεις και 4.900 λεπτά συμμετοχής με την εθνική ομάδα της χώρας του, αυτό το όνειρο ήταν πέρα για πέρα αληθινό χαρίζοντας του μερικές στιγμές που θα τον συντροφεύουν για πάντα. Όπως αυτή του 2006 που κυριολεκτικά, παρέα με τα υπόλοιπα 19 μέλη της αποστολής, κατέκτησαν τον κόσμο φέρνοντας το τρόπαιο του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη χώρα τις πίτσας και του καφέ. Σε εκείνη τη διοργάνωση δεν έχασε ματς. Δεν θα μπορούσε άλλωστε. Είναι δύσκολο να ημερεύσεις ένα “θηρίο” λίγο πριν την πιο μεγάλη στιγμή του, πόσο μάλλον να τον κρατήσεις στον πάγκο.

 Αυτό το γνώριζε πολύ καλά ο Μαρτσέλο Λίπι αξιοποιώντας τον με τον καλύτερο τρόπο και δίνοντας του (χωρίς να το καταλάβει) μερικά από τα πιο χρήσιμα μαθήματα προπονητικής. Δίπλα του, ο Αντρέα Πίρλο, παρέδιδε μαθήματα τριγωνομετρίας, όντας το «μυαλό» εκείνης της ομάδας. Ο Γκατούζο ήταν ξεκάθαρα η ψυχή και το σώμα. Αυτό το λιθαράκι που δεν πρωταγωνιστεί, δεν βάζει τα γκολ, δεν γίνεται πρωτοσέλιδο, αλλά χωρίς αυτό όλα τα άλλα υπολειτουργούν. Ένας πραγματικός κύριος, η ιταλική φινέτσα του οποίου σε γυρνούσε πίσω σε μία άλλη εποχή…

Τα πρώτα βήματα στην προπονητική, ο ΟΦΗ και η καταξίωση

Ξεκίνησε το ταξίδι του στον χώρο από την Ελβετική Σιόν ως παίκτης-προπονητής για να το φτάσει ως την πόλη του Ντιέγκο Μαραντόνα, αφού έκανε μερικές ενδιάμεσες στάσεις σε Παλέρμο, Κρήτη και Μιλάνο. Κάθε αρχή και δύσκολη λένε και για τον ίδιο αυτό αποτέλεσε κάτι παραπάνω από μία σκληρή πραγματικότητα. Ωστόσο, ως μια προσωπικότητα που αρέσκεται και ανταπεξέρχεται καλύτερα στις δυσκολίες δεν τα έβαλε ποτέ κάτω και αποσκοπούσε μόνο στην εξέλιξη! Στη χώρα μας ήρθε έξι χρόνια πριν, το 2014, για να φύγει..νύχτα πριν καν βγάλει τα Χριστούγεννα. Η απειρία του σε συνδυασμό με το “φθηνό” και όχι με τόσες επιλογές τότε ρόστερ της Κρητικής ομάδας, τον οδήγησαν στην παραίτηση τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου με απολογισμό 5 νίκες, 3 ισοπαλίες και 9 ήττες σε 17 παιχνίδια πρωταθλήματος. Οι «εκρηκτικές» συνεντεύξεις τύπου, το ιταλικό ταμπεραμέντο και η ηγετική του φυσιογνωμία ήταν, από μόνα τους, αρκετά ώστε να τον μνημονεύουμε για χρόνια.

 Έφτιαξε βαλίτσες για την Πίζα όπου και προπόνησε με εξαιρετική επιτυχία την τοπική ομάδα εξασφαλίζοντας της, από την πρώτη χρονιά, την άνοδο στην Serie B. Στις 28 Νοεμβρίου του 2017 ήρθε η πρόταση από την ομάδα της καρδιάς του, την Μίλαν, την οποία και ανέλαβε δίχως δεύτερη σκέψη. Εκεί τα πράγματα ήταν δύσκολα πριν καν αρχίσουν. Ήξερε καλά ότι ο οργανισμός της Μίλαν είναι γεννημένος - εξαρτημένος από τους τίτλους και τις διακρίσεις και όσο αυτοί δεν ερχόταν τόσο συνεχιζόταν η μουρμούρα. Έφυγε με ψηλά το κεφάλι, με καθαρή συνείδηση και κυρίως με μεγαλύτερη προπονητική ωριμότητα τον Ιούνιο του 2019, έχοντας διπλάσιες νίκες απ’ ότι ήττες και ένα.. καφάσι εμπειρίες.

Ο επόμενος σταθμός ήταν αυτός στον οποίο και έγραψε την πρώτη του «χρυσή» σελίδα ως προπονητής. Η Νάπολι και η φιλοσοφία της του ταίριαζε απόλυτα και ο πρόεδρος της Ντίνο Ντε Λαουρέντις, σαν ένας άλλος προφήτης, “είδε” το μέλλον και την επιτυχία όταν του ζήτησε να αναλάβει το τιμόνι των Ναπολιτάνων. Στην χθεσινή σκακιέρα με αντίπαλο τον Μαουρίσιο Σάρι έκανε από νωρίς το ρουά ματ και ήλπιζε ότι ο ποδοσφαιρικός Θεός θα του χαρίσει ο,τι του στερήθηκε όλα αυτά τα χρόνια. Η εικόνα του με το τρόπαιο του Coppa Italia τα λέει όλα. Χαμογελούσε παρά τον εσωτερικό του πόνο. Το ποδόσφαιρο του είχε χαρίσει, για άλλη μια φορά, το πιο όμορφο συναίσθημα.

Ένας άνθρωπος που πέρασε πολλά, μα δεν σταμάτησε ποτέ να πιστεύει στη δικαίωση, στο καλό και στην..μπάλα. Ναι, μπορούμε με κάθε σιγουριά να πούμε ότι αυτή η χαρά του αξίζει. Το μέλλον του στην πόλη της Νάπολη αναμένεται με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Πάντως, στον πρώτο του τελικό βγήκε νικητής…  

Προτείνουμε
This page might use cookies if your analytics vendor requires them.