Σιταράς: «Η σημαία του Αρη στο μουσείο της Μπόκα και το ντέρμπι Ρασίνγκ-Νιούελς παρέα με τον Κάμπορα»

Πέτρος Χαριζακλής01 Ιουνίου 2022

Συνέντευξη στον Πέτρο Χαριζακλή

Ο Αρης είναι μια λαοφιλής ομάδα, όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη και στην Ελλάδα. Υπάρχουν οπαδοί των «κιτρινόμαυρων» σε πολλές γωνιές του κόσμου και βρήκαμε έναν από αυτούς στην Κολομβία. Ο Γιώργος Σιταράς, Τουμπιώτης Αρειανός, μένει μόνιμα στην χώρα της Λατινικής Αμερικής από το 2013 έχοντας κατάστημα εστίασης αρχικά στην Καρταχένα και πλέον στη Μπογκοτά.

Αφορμή για να μιλήσουμε με τον οπαδό του Αρη, ήταν η επίσκεψή του στην Αργεντινή και η συνάντησή του με τον πρώην παίκτη των «κιτρινόμαυρων», Χαβιέ Κάμπορα. Ο Γιώργος μίλησε στο Metrosport.gr γι’ αυτή τη συνάντηση, την φλόγα του Αργεντίνου ενώ εξέφρασε την επιθυμία να δει κι άλλους τέτοιους παίκτες στην ομάδα του. Είδαν μαζί το παιχνίδι Ράσινγκ Κλουμπ-Νιούελς Ολντ Μπόις, ενώ ο Γιώργος επισκέφθηκε και το μουσείο της Μπόκα στο Μπουένος Άιρες. Τον ρωτήσαμε για την απόφαση που πήρε να μεταναστεύσει στην άλλη άκρη του κόσμου, μας είπε τα φαγητά που πουλάει περισσότερο στο μαγαζί του ενώ τόνισε πως του λείπει πολύ ο Αρης, όπως και η οικογένειά του και οι φίλοι του στη Θεσσαλονίκη.

-Εχεις γεννηθεί στην Τούμπα και είσαι Αρειανός. Πως προέκυψε αυτό;

«Ο θείος μου με έκανε Αρειανό, η γενιά μου είχε πολλούς Αρειανούς στην Τούμπα».

-Η Κολομβία πως προέκυψε; Πόσα χρόνια είσαι εκεί και έχεις το μαγαζί;

«Ξεκίνησε για την τρέλα μας, στην αρχή σκεφτόμασταν να ανοίξουμε καφέ-εστιατόριο με τον Πέτρο. Πλέον είμαι 9 χρόνια στην Κολομβία, στην αρχή στην Καρταχένα 4 χρόνια ήμασταν εκεί, πήγαμε καλά. Ωστόσο η περιοχή είναι δύσκολη για να δουλέψεις, δεν βρίσκεις υπαλλήλους, προμηθευτές. Κάναμε μια παύση για περίπου ένα χρόνο, μετά ήρθε επαγγελματική πρόταση από τη Μπογκοτά από τη νυν συνέταιρο μου για να ανοίξουμε εκεί ένα μαγαζί και έτσι έγινε».

-Την πιστεύατε τέτοια επιτυχία;

«Δεν πιστεύαμε πως θα έχει τέτοια επιτυχία, απλά πιστεύαμε πως θα τα καταφέρουμε και θα κάνουμε κάτι αυθεντικό και τίμιο. Η Κολομβία είναι μια χώρα δύσκολη, από θέμα γραφειοκρατίας και φόρων, είναι δύσκολη για να φτιάξεις επιχείρηση».


-Πώς αντιμετωπίζουν οι πελάτες σου το ελληνικό εστιατόριο και το ελληνικό φαγητό;

«Οι πελάτες μου ξέρουν αρκετά πράγματα για την Ελλάδα, άρα ξέρουν κάποια πράγματα και για το φαγητό. Είχαμε πλήρη και γρήγορη αποδοχή από όλους και αναρωτιόντουσαν πως τόσα χρόνια δεν είχαν μάθει κάτι τέτοιο. Εδώ στην Κολομβία ο κόσμος τρώει αρκετές φορές έξω, ενώ έχουν στην κουλτούρα τους να τρώνε και μαγειρευτά φαγητά. Οπότε γι’ αυτό έβαλα και μαγειρευτά».

«Η Ελλάδα μπροστά στην Κολομβία είναι Σουηδία στη γραφειοκρατία»



-Τι είναι αυτό που ζητάνε περισσότερο; Γύρο, μουσακά ή κάτι άλλο;

«Ο μουσακάς φεύγει πολύ και ο γύρος, το σουβλάκι επίσης, το μπιφτέκι γεμιστό. Το παστίτσιο πουλάει αρκετά. Εχω προμηθευτές που κάνουν συνταγές μόνο για το μαγαζί μου».

-Πόσο δύσκολο ήταν να ολοκληρώσεις την επιχείρηση;

«Ήταν αρκετά δύσκολο, έχει πολλή γραφειοκρατία, είναι μια χώρα ιδιαίτερη και πολύ όμορφη. Εχει χαρούμενο και χαμογελαστό κόσμο, αλλά είναι δύσκολη χώρα για να δουλέψεις, έχει τρομερά τοπία και εναλλαγές για τους τουρίστες, η Ελλάδα μπροστά στην Κολομβία είναι Σουηδία στη γραφειοκρατία. Θέλει τρομερή υπομονή με την χαρτούρα. Είπα να δοκιμάσω την ευκαιρία εδώ και αν δεν βγει γυρνάω Ελλάδα, ενώ είχα και πολλούς πελάτες από τη Μπογκοτά στο πρώτο μαγαζί, έρχονταν για διακοπές στην Καρταχένα οπότε είπα πως στην πόλη τους θα έρχονται να φάνε στο μαγαζί μου».

-Η Μπογκοτά πως είναι σαν πόλη;

«Είναι μια χαοτική πόλη, είναι στο ίδιο μοτίβο με την Αθήνα, βέβαια είναι μια πόλη με υψόμετρο, έχει μουντό καιρό όλο τον χρόνο, δεν νιώθεις τις εποχές. Εδώ ζεις πάντα ένα Νοέμβριο όλο τον χρόνο, είναι λίγο βαρετό. Δεν είναι μια πόλη που θα σε μαγέψει, αλλά είναι περιποιημένη, καθαρή στα καλά σημεία της, ωστόσο τουριστικά δεν έχει κάτι τρομερά ενδιαφέρον. Υπάρχουν πιο όμορφες πόλεις στην Κολομβία».

-Ποιο είναι το περίεργο περιστατικό που συνάντησες στην Κολομβία και δεν περίμενες ποτέ να το ζήσεις;

«Ηταν 6 Δεκεμβρίου του 2013, την ημέρα των εγκαινίων του μαγαζιού στην Καρταχένα, την ίδια ώρα που κάναμε το άνοιγμα του μαγαζιού, γινόταν η κλήρωση του Μουντιάλ και μάθαμε πως θα έπαιζαν αντίπαλοι Κολομβία και Ελλάδα. Ηρθε ο κόσμος στο μαγαζί όταν παίξαμε μαζί, ήρθαν οι κάμερες ήμασταν 2 Ελληνες και 100 Κολομβιανοί. Εδώ όταν παίζει η Εθνική Κολομβίας είναι κάτι σαν αργία».


-Οι πελάτες σου ήξεραν τον Αρη πριν τους τον μάθεις;

«Οσοι ασχολούνται με ποδόσφαιρο ήξεραν τον Αρη, και από τον Τόχα (σ.σ. έναν Κολομβιανό πρώην παίκτη του Αρη) τον ήξεραν τον Αρη».

-Εχει έρθει κάποιος πρώην παίκτης του Αρη στο μαγαζί σου;

«Ο Κάσερες και ο Τόχα. Ο δεύτερος με βρήκε αυτός, είδε ελληνικό μαγαζί και ήρθε. Με τον Κάσερες είχαμε επικοινωνία, στην Καρταχένα έκανε διακοπές με την οικογένειά του».


-Πως καταφέρνεις να βλέπεις αγώνες του Αρη;

«Μέσω δορυφόρου».

Η κιτρινόμαυρη φλόγα στα μάτια του Κάμπορα και το αλήτικο ντέρμπι στην Αργεντινή


-Πριν μερικές εβδομάδες έκανες ένα ταξίδι σε Ουρουγουάη-Αργεντινή. Σε αυτό βρέθηκες με τον πρώην παίκτη του Αρη, Χαβιέ Κάμπορα, και είδατε μαζί το Ράσινγκ Κλουμπ-Νιούελς Ολντ Μπόις. Πως σου ήρθε αυτή η ιδέα;

«Κάναμε διακοπές στην Αργεντινή με τη γυναίκα μου και διάλεξα αυτό το ντέρμπι γιατί ήταν πιο αλήτικο. Πλέον τα ματς της Μπούκα έχουν γίνει πιο τουριστικά».

-Εχετε επαφή; Πως περάσατε;

«Είχαμε επαφή στα σόσιαλ, μιλήσαμε, περάσαμε μια μέρα μαζί, φάγαμε, πήγαμε στο γήπεδο, περάσαμε πολύ όμορφα».

-Ο Κάμπορα είναι πρεσβευτής του Αρη στην Αργεντινή. Θα ήθελες παίκτες σαν τον Κάμπορα στον Αρη;

«Με εξέπληξε γιατί μιλάει πολύ καλά ελληνικά, θυμάται πολλά από τότε, και τα καλά και τα άσχημα. Όμως πάντα μιλάει με σεβασμό, θυμάται με νοσταλγία τις στιγμές του στον Αρη, και να έχει να λέει για τον κόσμο για την υποδοχή που του έκανε. Όταν έφτασε στη Θεσσαλονίκη Κουκ του τραγουδούσε συνθήματα, ήταν κάπως σοκ για εκείνον. Ξέρει πως και στην Αργεντινή ο κόσμος είναι τρελός για την μπάλα, αλλά μου είπε πως στην Ελλάδα νιώθεις τον παλμό γιατί φωνάζουν τα συνθήματα ενώ στην Λατινική Αμερική τραγουδούν συνεχώς. Εννοείται, ποιος δεν θα ήθελε παίκτες σαν τον Χαβιέ. Ηταν ένας παίκτης που από το πουθενά έβαζε γκολ, έπρεπε να είναι εκεί που έπρεπε. Εβαζε γκολ ουσίας όχι τόσο θεαματικά, παλικαρίσια γκολ, με ψυχή και ήταν τρομερά αποτελεσματικός. Δεν σου γέμιζε το μάτι, αλλά ήταν σαν τον Ιντζάγκι. Εβλεπα μια φλόγα κιτρινόμαυρη στα μάτια του, φαινόταν πως ήθελε να μοιραστεί πράγματα μαζί μας. Αυτό που μου είπε πως του έκανε εντύπωση όταν ήταν στον Αρη, ήταν πως στα παιχνίδια προετοιμασίας το καλοκαίρι πήγε κόσμος να δει την προπόνηση και είπε αυτοί είναι τρελοί».

-Το έχεις σαν αγαπημένο χόμπι να παίρνεις σημαία του Αρη σε όποιο γήπεδο και αν πηγαίνεις;

«Εχω μια συνήθεια, έχω μια σημαία από το 1998, έχω πάει και στην Ευρώπη σε αγώνες που έχω πάει με τον Αρη και την έχω μαζί μου. Στην Ελλάδα σχεδόν σε όλα τα γήπεδα αλλά και στη Λατινική Αμερική, κόντεψα να την χάσω στο μουσείο της Μπόκα. Πήγα και στο Σεντενάριο που παίζει η Εθνική Ουρουγουάης, ήταν το πρώτο στάδιο που έγιναν Ολυμπιακοί Αγώνες».

-Ένα εντυπωσιακό σκηνικό συνάντησες με τα γήπεδα της Ράσινγκ και της Ιντεπεντιέντε να απέχουν σχεδόν 100 μέτρα. Πως το έζησες;

«Ηταν περίεργη φάση, πρώτη φορά ζω κάτι τέτοιο. Ουσιαστικά τους χωρίζει ένα γήπεδο τένις, αξίζει να την ζήσεις αυτή την εμπειρία».

-Θα περίμενες να γίνει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη; Τούμπα-Χαριλάου έχουν απόσταση 1,5 χλμ. , η Ελλάδα είναι έτοιμη για κάτι αντίστοιχο; Ή είμαστε πιο αδιόρθωτοι από όλους τους λαούς;

«Δυστυχώς δεν γίνεται κάτι τέτοιο, είναι δύσκολο, από την πλευρά του Αρη έχουν γίνει θετικά βήματα για τις μετακινήσεις των οπαδών. Αυτό που γινόταν 15-20 χρόνια πριν δεν υπάρχει πλέον, πρέπει να εξαλείψει η βία, η αντιπαλότητα πρέπει να υπάρχει αλλά σε νορμάλ επίπεδα».

«Εχω να δει παιχνίδι του Αρη στο Χαριλάου από το 2013»



-Πόσο καιρό έχεις να έρθεις στο «Κλ.Βικελίδης»; Ποιος ήταν ο αγώνας;

«Το 2019 ήρθα στην πρώτη προπόνηση, το 2018 στο Αρης-Λάρισα στο Καυτανζόγλειο, η τελευταία φορά που είδα αγώνα στο Χαριλάου ήταν το 2013 το 4-0 με τον Λεβαδειακό. Μου λείπει το γήπεδο, μακάρι φέτος να μπορέσω να ταξιδέψω και να έρθω».


-Θα ήθελες να μπορείς να πας σε εκτός έδρας ματς στην Τούμπα;

«Θα ήταν το καλύτερο να μπορώ να πάω σε ένα ΠΑΟΚ-Αρης, παλιά όταν πηγαίναμε στην Τούμπα δεν είχαμε κανένα πρόβλημα».

-Τι σου λείπει από την Ελλάδα;

«Εκτός από τον Αρη, όλη η κουλτούρα γύρω από το παιχνίδι, όλη η ζωή μας παράλληλα πήγαινε με τον Αρη. Η αιώνια αγάπη και η τρέλα, το σύνθημα όσο μας πληγώνεις τόσο μας πωρώνεις. Εμείς οι Αρειανοί δεν έχουμε να περηφανευόμαστε για τρόπαια, αλλά ο σκοπός του Αρη πρέπει να είναι ο πρώτος, όποιος και είναι. Αν θέλουμε να μεγαλώσουμε σαν σύλλογος πρέπει να κοιτάμε αυτόν που βρίσκεται ψηλότερα, όχι μόνο τον ΠΑΟΚ που είναι αντιπαλότητα που είναι στα στενά όρια της πόλης. Για μένα είναι στάση ζωής να κοιτάς αυτόν που βρίσκεται ψηλότερα.

Εννοείται πως μου λείπει η οικογένειά μου, οι φίλοι μου, η ξεγνοιασιά που έχεις στην Ελλάδα. Πρέπει να το εκτιμήσετε στην Ελλάδα, εδώ υπάρχει επικινδυνότητα, δεν είναι τόσο εύκολο να είσαι έξω 1 το βράδυ για να πιείς τις μπύρες σου με τα φιλαράκια σου, πολλοί με ρωτάνε τι σκέφτηκα για να έρθω στην Κολομβία αφήνοντας την Ελλάδα».

-Εχεις σκεφτεί ποτέ να επιστρέψεις;

«Κάποια στιγμή θέλουμε να επιστρέψουμε με την γυναίκα μου, ανάλογα με την κατάσταση στην Ελλάδα».

-Στην Κολομβία ή στην Ελλάδα έχει πιο ωραίες γυναίκες;

«Σαν ομορφιά στην Κολομβία, πιο θηλυκές, πιο ναζιάρες, πιο ακομπλεξάριστες, αλλά και στην Ελλάδα υπάρχουν πολλές όμορφες γυναίκες».

Προτείνουμε
This page might use cookies if your analytics vendor requires them.