Ντιέγκο Λούνα: Ο «βρυκόλακας» που έβαλε γκολ στην κατάθλιψη

Παναγιώτα Χαλκιά16 Οκτωβρίου 2025

«Δεν μπορώ να αναπνεύσω» φώναξε και κάλεσε τον Αρμάντο. Ένιωθε να πνίγεται, δυσκολευόταν να μιλήσει, έτρεμε και άρχισε να κλαίει. Ζητούσε βοήθεια από τον αδερφό του στο τηλέφωνο. Εκείνος τον ρωτούσε τι είχε πάθει και προσπαθούσε να τον ηρεμήσει. Ο Ντιέγκο είχε μια ακόμη κρίση πανικού... 

Δεν είχε ιδέα γιατί συνέβαινε αυτό. Ήξερε μόνο ότι κάθε μέρα που περνούσε μακριά από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου ήταν μια μάχη με τον ίδιο του τον εαυτό. Ο Ντιέγκο Λούνα ήταν μόλις 17 ετών και ζούσε το όνειρο κάθε νεαρού ποδοσφαιριστή. Αγωνιζόταν με τη φανέλα της El Paso Locomotive και η καθημερινότητα του ήταν τέλεια, γεμάτη με προπονήσεις, αγώνες και επιτυχίες. Κάθε λεπτό φαινόταν να προσθέτει ακόμη ένα λιθαράκι στο μέλλον του που φάνταζε λαμπρό. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι πίσω από τις κλειστές πόρτες του δωματίου του, ο νεαρός ποδοσφαιριστής βίωνε έναν εφιάλτη δίνοντας μια άνιση μάχη με την ψυχική του υγεία.

Ο βρυκόλακας έπαιζε βιντεοπαιχνίδια… με κλειστές κουρτίνες

Κάθε φορά που γύριζε από το γήπεδο, πήγαινε στο δωμάτιο του, κλείδωνε την πόρτα, έσβηνε το φως, έκλεισε τις κουρτίνες και βυθιζόταν στο σκοτάδι του. Καθόταν στο κρεβάτι του, κοιτούσε τον τοίχο και ένιωθε να χάνει τον έλεγχο του μυαλού του. Προσπαθούσε να καταλάβει γιατί ήταν τόσο δυστυχισμένος. Είχε όλα όσα ονειρευόταν κάθε παιδί στην ηλικία του και εκείνος κάθε μέρα αναρωτιόταν τι δεν πήγαινε καλά. 

Βέβαια, υπήρχαν και οι μέρες που έπαιζε βιντεοπαιχνίδια με τους φίλους του ή ποδόσφαιρο στη γειτονιά αλλά ήταν μικρές αποσπάσεις, τις οποίες τις περισσότερες φορές προσπαθούσε να αποφύγει. Οι συνήθειες και η συμπεριφορά του αυτή ανάγκαζε τους φίλους του να τον φωνάζουν βρυκόλακα. Και εκείνος ζούσε στο σκοτάδι εξάλλου, τι διαφορά είχε ο Ντιέγκο;

Ένιωθε μόνος αλλά δεν ήταν η πραγματικότητα. Η κοινότητα του συλλόγου τον είχε αγκαλιάσει από την πρώτη στιγμή και η οικογένεια της κοπέλας του τον είχε δεχθεί σα δικό της μέλος. Εκείνος, όμως, είχε «κλειδώσει» τα συναισθήματα του, προτιμούσε να απομονωθεί και να μη μιλάει για τον πόνο και την αναστάτωση που ένιωθε.


Η ακαδημία στην Αριζόνα τον άλλαξε

Είχε επιλέξει να φύγει μακριά από την οικογενειακή φωλιά για να κυνηγήσει το όνειρο του και αυτό τον «έτρωγε» σιγά σιγά. Μπορεί να μάλωσε συχνά πυκνά με τους γονείς και τα αδέρφια του όσο ζούσαν όλοι μαζί αλλά του έλειπαν οι δικοί του άνθρωποι, το ζεστό φαγητό και τα γέλια τις Κυριακές. Αυτό το «μαζί» που έμοιαζε τόσο ξένο. Κάποιες φορές ένιωθε να έχει χάσει τον προσανατολισμό του. Ένιωθε μόνος και η απώλεια της μητρικής αγκαλιάς έφεραν κρίσεις πανικού. Είχε ξανά παρόμοια συμπτώματα πριν βρεθεί στην Αριζόνα στην Ακαδημία της Barcelona Residency Academy. Τσακωνόταν συχνά με τους γονείς του και με τα αδέρφια του που ήταν οκτώ χρόνια μεγαλύτεροι από εκείνον και δε του έδιναν ιδιαίτερη σημασία. Περνούσε χρόνο μόνος του, ένιωθε χαμένος.

Στην ακαδημία, όμως, άλλαξαν όλα. Είχε μείνει τρία χρόνια εκεί, που του άλλαξαν στην ουσία τον χαρακτήρα. Όταν μπήκε στην ακαδημία ήταν ο «αστείος» της τάξης, ένας ταραξίας που έκανε φασαρία και τους άλλους να γελούν. Οι δάσκαλοι του τον είχαν τιμωρήσει πολλές φορές ενώ του στερούσαν και αυτό που αγαπούσε περισσότερο, το ποδόσφαιρο. Αυτό τον είχε ταρακουνήσει πραγματικά. Έπρεπε να αλλάξει για να μπορεί να κλωτσά τη μπάλα. Η πειθαρχία, η υπευθυνότητα και η καθημερινή φροντίδα για τον εαυτό του έγιναν εργαλεία που του έμαθαν να αναλαμβάνει δράση και να συνδέεται ξανά με την οικογένειά του. Στην ακαδημία κατάλαβε τι θυσίες είχαν κάνει για εκείνον και στεναχωριόταν που δεν μπορούσε να τους έχει δίπλα του.


Έγινε barista

Ο επόμενος σταθμός της πορείας του ήταν η Real Salt Lake. Μακριά από την οικογένεια του και χωρίς ιδιαίτερο εισόδημα, έπρεπε να βρει τρόπο να βγάζει χρήματα. Αποφάσισε να συνδυάσει το ποδόσφαιρο με μια δουλειά μερικής απασχόλησης. Έγινε barista στη Dutch Bros Coffee, όπου για εννέα μήνες σέρβιρε εσπρέσο και καπουτσίνο, μιλούσε καθημερινά με τους πελάτες και προσπαθούσε να κρατήσει επαφές. Συνήθειες που για κάθε παιδί στην ηλικία του ήταν φυσιολογικές αλλά για εκείνον έμοιαζαν βουνό. 

Τα πράγματα έδειχναν πως βρήκαν το μονοπάτι τους, η δουλειά πήγαινε καλά και ο χρόνος συμμετοχής του στην ομάδα αυξανόταν. Παίζοντας, όμως, περισσότερο, οι φίλαθλοι έψαξαν για εκείνον, το πρόσωπο του τούς έγινε οικείο και οι πελάτες άρχισαν να τον αναγνωρίζουν. Του ζήτησαν αρκετές φορές να επιβεβαιώσει την ταυτότητα του αλλά εκείνος το αρνιόταν. Όταν οι συμπαίκτες του το ανακάλυψαν, άρχισαν τα αστεία. Αν και η δουλειά αυτή τον έκανε χαρούμενο, οι αμφιβολίες και το άγχος παρέμεναν. Η πίεση στο ποδόσφαιρο, η απομόνωση και η νέα πόλη τον έκαναν να νιώθει ακόμα πιο μόνος.

Η απομάκρυνση από την οικογένεια έγινε ακόμη πιο αισθητή. Ο Ντιέγκο σταμάτησε να μιλάει τόσο συχνά με τους γονείς του και οι απαντήσεις του στα μηνύματα του αδερφού του, του Αρμάντο, γίνονταν όλο και πιο σύντομες. Εκείνος, όμως, δεν άφησε τα πράγματα να συνεχιστούν έτσι. Τον πήρε τηλέφωνο και του ζήτησε να αλλάξει, να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό.


Το «κάτι» έγινε θεραπεία

Στην αρχή ήταν διστακτικός. Δεν ήξερε τι θα μπορούσε να αλλάξει και πως θα μπορούσε να βρει λύση σε αυτό που του συνέβαινε. Η ψυχική του υγεία χειροτέρευε συνεχώς και άρχισε να φαίνεται και στο χορτάρι. Έπρεπε να βρει τη ρίζα του προβλήματος και να το πολεμήσει. Δεν μπορούσε να χάσει ό,τι αγαπούσε περισσότερο. Το ποδόσφαιρο ήταν λόγος ζωής και εκείνος έμοιαζε να τον χάνει.

Τα βήματα του τον οδήγησαν στην πόρτα μιας ψυχολόγου. Η πρώτη συνεδρία ήταν καθοριστική. Η ψυχολόγος δημιούργησε ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου ο Ντιέγκο μπόρεσε να μιλήσει για όλα όσα κρατούσε μέσα του για 20 χρόνια. Τον θυμό, το άγχος, την απογοήτευση και τη μοναξιά. Για πρώτη φορά ένιωσε ότι κάποιος τον άκουγε πραγματικά, χωρίς κριτική. Ήταν εκεί για εκείνον και τον άκουγε. Η εμπειρία αυτή του έδωσε δύναμη, κάτι που φάνηκε και στον αγωνιστικό χώρο καθώς μετά από έξι μέρες, σκόραρε ξανά. Τα πόδια του φαινόταν πιο ελαφριά, το μυαλό του πιο ξεκάθαρο και ο στόχος ήταν εκεί μπροστά του και περίμενε να τον κυνηγήσει.

Κάθε συνεδρία τον έφερε πιο κοντά στον εαυτό του. Άνοιγε την καρδιά του, ξεδίπλωνε τη σκέψη του και τα σκοτάδια που τον έπνιγαν, έμοιαζαν να φωτίζονται. Η χαρά είχε επιστρέψει στην καθημερινότητα του, η απόδοση του στο ποδόσφαιρο βελτιωνόταν και επτά μήνες αργότερα κέρδισε τον τίτλο του καλύτερου νέου παίκτη της χρονιάς στο MLS ενώ έγινε και πατέρας.

Ο ερχομός του γιου του τον έκανε ακόμη πιο δυνατό. Είχε να αναθρέψει ένα παιδί πια και αυτό απαιτούσε σταθερότητα, υπομονή και συναισθηματική ωριμότητα. Έπρεπε να είναι υποστηρικτικός σύντροφος, γιος και φίλος. Η ψυχική ισορροπία ήταν απαραίτητη και εκείνος σε κάθε βήμα την έβρισκε ολοένα και περισσότερο. Έχοντας ανακαλύψει από την αρχή τον εαυτό του, σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να βοηθήσει και άλλους νέους που είχαν μπει στο σκοτεινό μονοπάτι. Μέσα από τη συμμετοχή του στην πρωτοβουλία Audi Goals Drive Progress και τη δωρεά 50.000 δολαρίων σε κέντρο ψυχικής υγείας για νέους στην Γιούτα αφενός βοηθά ώστε άλλοι νέοι να μην νιώσουν μόνοι στις δυσκολίες τους και αφετέρου, προσπαθεί να δείξει σε όλους ότι το να ζητήσεις βοήθεια είναι το πιο γενναίο πράγμα που μπορείς να κάνεις.

Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news

Μπείτε στην παρέα μας στο instagram

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook

Εγγραφείτε στο κανάλι του metrosport.gr και του Metropolis 95.5 στο youtube

Μαζί και στο spotify

Προτείνουμε
This page might use cookies if your analytics vendor requires them.