Ο καθένας τους είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία του λαοφιλέστατου ΠΑΟΚ. Το τι εκπροσωπούν έχει καταγραφεί και έχει εκτιμηθεί απ’ όλους όσους τους γνώρισαν και απόλαυσαν το μεγάλο ταλέντο τους. Τον Λέανδρο Συμεωνίδη ασφαλώς οι ΠΑΟΚτσήδες της προγενέστερης εποχής από εκείνη του Γιώργου Κούδα, ο οποίος διατηρεί βεβαίως σε υψηλότατο επίπεδο την υστεροφημία και την δημοφιλία του. Και οι δύο αποτελούσαν αδυναμίες και ινδάλματα των φανατικών της ΠΑΟΚτσήδικης κερκίδας.
Οι τελευταίοι τους είχαν βαφτίσει με χαρακτηρισμούς που ήταν ανάλογοι του τρόπου που αγωνίζονταν αλλά και των ιδανικών ποδοσφαιρικών προσόντων τους. Αυτούς τους χαρακτηρισμούς τους υιοθέτησαν και τα ΜΜΕ, με συνέπεια να χρησιμοποιούνται σχεδόν τις περισσότερες φορές στις αναφορές τους. Στην περίπτωση του Λέανδρου (το Συμεωνίδης είχε καταργηθεί σχεδόν από την αρχή), το… «Ταμπόχ» ήρθε κι έμεινε και τον ακολουθεί και σήμερα.
Το θεϊκό ταλέντο του Κούδα οδήγησε τους ανάδοχους της κερκίδας να τον αποκαλούν πότε «ζαρκάδι» και πότε «ελάφι», μέχρι να έρθει το απόλυτο και καταλυτικό «Μεγαλέξανδρος» για να καταργήσει όλα τα υπόλοιπα. Στα κάπως περασμένα χρόνια, στο χώρο του ποδοσφαίρου αλλά και της δημοσιογραφίας οι φιλίες και οι προσωπικές σχέσεις αμοιβαίας εκτίμησης εύκολα και απρόσκοπτα βοηθούσαν στο να υπάρχει ένα πολύ καλό περιβάλλον στο χώρο. Αυτές οι σχέσεις ανάμεσα σε οπαδούς, παίκτες και παράγοντες δεν ήταν κάτι το σπάνιο όπως είναι σήμερα.
Προσωπικά έζησα και κινήθηκα μέσα σε αυτούς τους συναισθηματισμούς και μέσα σε αυτή τη ζεστή ατμόσφαιρα, δημιουργώντας φίλους. Οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν ποδοσφαιριστές. Ελάχιστοι ήταν παράγοντες. Με αυτόν τον τρόπο μπορούσα να βρίσκομαι δίπλα τους και να εκτιμώ και να βοηθάω στη λύση των προβλημάτων τους. Οι περιπτώσεις του Λέανδρου και του Κούδα είναι ένα κομμάτι αυτής της ιδιαιτερότητας.
Οι αναμνήσεις μου και από τους δύο ήταν και πολλές και βιωματικές. Οι εμπειρίες μου με καθιστούσαν αυτόματα αψευδή μάρτυρα όλων των αμφισβητήσεων που προσπαθούσαν να δημιουργήσουν απαράδεκτα δημοσιεύματα σε βάρος τους. Θα χρειαζόταν ως εκ τούτου πολύς χρόνος και κόπος για να μεταφέρω μερικές από αυτές τις σημαντικές επισημάνσεις που αφορούσαν την καριέρα των εκπροσώπων δύο τελείως διαφορετικών εποχών. Αν ξεχώριζα κάτι στην ιστορία των σχέσεών μου με τον Λέανδρο, είναι η «πλάτη» -η δημοσιογραφική- που του έβαλα προσπαθώντας να δημιουργήσω κατάλληλες συνθήκες ώστε να βοηθηθεί επαγγελματικά από τον επίσημο ΠΑΟΚ. Κι αυτό διότι ο συμπαθέστατος «Ταμπόχ» έτρεμε στην κυριολεξία τον τότε πρόεδρο, τον αυστηρότατο και άτεγκτο Δημήτρη Δημάδη.
Η είδηση του ενδιαφέροντος ξένης ομάδας για την απόκτηση του Λέανδρου ήταν η δημοσιογραφική προσφορά μου. Με τον Λέανδρο είχαμε και οικογενειακές σχέσεις, Οι νεότεροι είναι αλήθεια ότι δεν είχαν την ευκαιρία να χαρούν αυτόν τον παικταρά. Ο Λέανδρος θεωρείται το κορυφαίο εξτρέμ που ανέδειξε η ιστορία του ΠΑΟΚ. Με τον Γιώργο Κούδα μας δένουν πολλά και σημαντικά γεγονότα. Την καριέρα του την έζησα τόσο έντονα και τόσο από κοντά όσο κανένας άλλος.
Αυτό οφείλεται φυσικά στον συγχωρεμένο τον πατέρα του, τον μπαρμπα-Γιάννη ο οποίος με ένα πεισματικό μαν του μαν δεν με άφηνε ανενημέρωτο για το τι χρωστούσαν και για το τι δεν έκαναν, ώστε ο πιτσιρικάς ο Γιωργάκης να διευκολύνεται στις προπονήσεις του. Οι κοινοί μας φίλοι (Βεζυρτζής, Ζάχος) μας έφεραν πιο κοντά κι έτσι γνώρισα όσο γίνεται καλύτερα τον χαρακτήρα του. Βρέθηκα -έτσι πιστεύω- δίπλα του, σε όλες τις μεγάλες αλλά και τις σκληρές στιγμές της καριέρας του από την αποθέωσή του μέχρι και την απαγωγή του. Δε δίστασα να πάρω το μέρος του στην επίθεση που δέχθηκε (την τόσο περίεργη) από τον αείμνηστο Σάνον. Ούτε να σταθώ αδιάφορος στην απαράδεκτη συμπεριφορά που επιχειρήθηκε και που τον αδικούσε όταν θέλησε να κλείσει την τελευταία συμφωνία της καριέρας του.
Ο Κούδας ήταν ένας μεγάλος παίκτης, είναι ένα μικρό και καλόπιστο παιδί. Το αν πίστεψε ότι κάπου τον βοήθησα, μου το ανταπέδωσε με γενναιότητα όταν ήρθε στη μεγάλη δίκη που με έσυραν οι Πειραιώτες για την περίπτωσή του. Ήρθε και στάθηκε δίπλα μου για να μου συμπαρασταθεί στο πολιορκημένο από τους κρετίνους του δαφνοστεφανωμένου, κτίριο των Ευελπίδων. Δε θα το ξεχάσω. Σίγουρα θα μπορούσα να γράφω έναν τόμο ολόκληρο για την εποχή εκείνης της χρυσής ομάδας που την καταλήστεψαν. Δεν ξέρω αν με αξιώσει ο θεός να εκπληρώσω μια τέτοια επιθυμία. Ομως, το να μπορώ πού και πού να ξεφυλλίζω το βιβλίο των ασπρόμαυρων αναμνήσεών μου είναι κι αυτό κάτι που με γεμίζει. Το να φέρνω στο μυαλό μου τον… «Ταμπόχ» με την τσαντούλα των λαχείων του, θρονιασμένο στο Ζάππειο να ξεψειρίζει στην πόκα τα θύματά του και τον Γιώργο Κούδα σήμερα με τα γυαλάκια του να τρέχει στην Τούμπα για να πάρει το οξυγόνο του, είναι πράγματα που με συγκινούν. Αλλά και που δεν με εμποδίζουν να τους θυμάμαι να ξεφτιλίζουν τις αντίπαλες άμυνες και να ξεσηκώνουν τις χιλιάδες φίλους του μεγάλου ΠΑΟΚ. Το «μαύρο βέλος» και ο «Μεγαλέξανδρος«, για να χαλαρώσουμε και λίγο, είχαν και το δικό τους εφιάλτη» (με την καλή έννοια). Δεν ήταν άλλος από τον αυστηρό και μεγάλο πρόεδρο Δημήτρη Δημάδη.
ΥΓ: Ο κορυφαίος Γιάννης Λογοθέτης κατά την προσωπική μου άποψη ήταν εκείνος και ο μόνος από ραδιοφώνου που απέδωσε με τον ιδανικότερο τρόπο τις εκπληκτικές ποδοσφαιρικές παραστάσεις που έδινε ο Γιώργος ο Κούδας.