Όπως το 2-1 του Λεβαδειακού επί του ΠΑΣ, κατάφερε χθες να ισοφαρίσει τον ΠΑΟΚ με ένα νεαρό «εκδικητή» ονόματι Μπαστακό ( των ελαχίστων ευρώ αξίας), ο οποίος λίγο έλλειψε μετά το γκολ της ισοφάρισης (80΄), που πέτυχε, να δώσει και τη νίκη στην ομάδα του, αν πλάσαρε εύστοχα τον Γλύκο.
Με συγχωρείται πάντως, αλλά χθες εκείνος που δικαιούταν τη νίκη, ήταν ο Ηρακλής, αφού στο δεύτερο ημίχρονο ήταν η μόνη ομάδα που υπήρχε στο γήπεδο, με περισσό θράσος μάλιστα, διεκδικώντας, το δικαίωμά του, όχι μόνο στην ισοπαλία μα και στην πλήρη ανατροπή. Θέλετε από πάθος και γαμώτο, θέλετε από την αίσθηση της αδικίας, όσο και της οργής, οι κυανόλευκοι απέδειξαν το πόσο άδικα βρίσκονται σ΄ αυτή τη δεινή βαθμολογική θέση σε συνάρτηση με τα προηγούμενα παιχνίδια, στα οποία έχασε βαθμούς που δεν χάνονταν.
Αίσθηση πάντως έκανε τόσο η τεχνική διαχείριση του παιχνιδιού από πλευράς Παντελίδη (νίκησε κατά κράτος τον Ιβιτς), όσο και η έπαρση του, όταν με κίνδυνο να δεχθεί γκολ η ομάδα του, εκείνος προέτρεπε τους παίκτες του, δια λόγων και έργων (με την προσθήκη επί πλέον επιθετικού) να συνεχίσουν την προσπάθεια για νίκη και να μη κλειστούν στα μετόπισθέν τους. Το ντέρμπι άρχισε με τις αναμενόμενες προϋποθέσεις. Μια εντελώς λαϊκή θεώρηση τύπου δεν πληρώνω με τα εισιτήρια και την δωρεάν διάθεσή τους, μια ανώφελη κάθοδος προς το Καυταζόγλειο, από τους οπαδούς των φιλοξενουμένων και την απαραίτητη σύγκρουσή τους με τους γηπεδούχους, ένα πανό που δεν έπρεπε επ΄ουδενί να αναρτηθεί (λόγω του υβριστικού, κατάπτυστου περιεχομένου του στα ρωσικά), ένα κραυγαλέο οφ σάιντ γκολ του Πρίγιοβιτς (αλλά και από το πουθενά), ένα πέναλτι που ζητήθηκε, κακώς, από πλευράς ΠΑΟΚ, όταν η μπάλα χτύπησε ( ακούσια) στο χέρι του Αργυρόπουλου ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά (αγωνιστικά και εξωαγωνιστικά) του χθεσινού ντέρμπι.
Ο Ηρακλής παραδόξως και τηρουμένων πάντα των αμείλικτων αναλογιών, ήταν εκείνος που κέρδισε τις εντυπώσεις μετριάζοντας αισθητά την ποιοτική διαφορά των παικτών του με αυτή των αντιπάλων και απλά μπράβο του.