Οσο ρευστή και γεμάτη από παθογένειες είναι η κατάσταση στους περισσότερους τομείς στον ελληνικό αθλητισμό, άλλο τόσο –κι ακόμη περισσότερο- είναι για τη χώρα συνολικά.
Παρακολουθούμε όλοι τις διεργασίες, τις συζητήσεις, την προσπάθεια για μια συμφωνία της χώρας με τους εταίρους-δανειστές, που θα κάνει τα πράγματα καλύτερα απ’ ό,τι ήταν και όχι χειρότερα.
Παρακολουθούμε άλλοτε τις αισιόδοξες εκδοχές για τα πράγματα, άλλοτε τις απαισιόδοξες. Ζούμε όλοι αυτό το σκοτσέζικο ντουζ, με τις πληροφορίες τη μια να εμφανίζουν ως πολύ κοντινή την πιθανότητα λύσης και την επόμενη στιγμή να μιλάνε για πλήρη διάσταση απόψεων.
Ξέρετε, σκέφτομαι πάρα πολλές φορές γιατί η Ελλάδα είναι μια χώρα που δεν μπορεί να βάλει σε μια τάξη τα πράγματα. Αναρωτιέμαι για ποιο λόγο ζούμε μονίμως με εκκρεμότητες, με ερωτηματικά, με αμφιβολίες.
Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω ποιος είναι ο λόγος που δεν είμαστε ποτέ ειλικρινείς, που προτιμάμε να βαφτίζουμε το ψάρι… κρέας, παρά να πούμε δυο κουβέντες καθαρές, τίμιες, που θα πιάσουν τόπο, θα μιλήσουν στην ψυχή του άλλου και θα διευκολύνουν ακόμη και τις πιο δύσκολες καταστάσεις.
Κοντεύουν πέντε μήνες από τότε που ξεκίνησε μια προσπάθεια για να αλλάξουν εντελώς τα πράγματα. Εμφανίστηκε ένα κόμμα, το οποίο έγινε κυβέρνηση και δημιούργησε την εντύπωση ότι έχει το μαγικό ραβδάκι, με το οποίο μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα χωρίς να κοπιάσει, χωρίς να ρωτήσει κανέναν, χωρίς να έχει την συναίνεση αυτών που μας δίνουν χρήματα για να υπάρχουμε –όπως υπάρχουμε-, για να μην πτωχεύσουμε από κάθε άποψη.
Κι επειδή ο Ελληνας είναι ευκολόπιστος, επειδή όταν ακούει ωραία πράγματα ποτέ δεν ψάχνει για να βγάλει ένα ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με το αν γίνονται ή δεν γίνονται όσα όμορφα του υπόσχεται κάποιος, πόσω μάλλον αυτή την περίοδο που ζει ένα δράμα το οποίο δεν έχει προηγούμενο στην εποχή της Μεταπολίτευσης, στήριξε και εξακολουθεί να στηρίζει ένα… όνειρο, που εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται πως δεν γίνεται να είναι αληθινό.
Εδώ, βέβαια, ανοίγει μια άλλη συζήτηση, αν, δηλαδή, την μεγαλύτερη ευθύνη φέρουν αυτοί που εν γνώσει τους υπόσχονται ανέφικτα πράγματα, ή αυτοί που τα πιστεύουν χωρίς να τα ψάξουν. Δεν θα μπω στην διαδικασία να το αναλύσω, αν και έχω άποψη.
Απλά, θεωρώ ότι μεγαλύτερη σημασία έχει το αποτέλεσμα και όχι ο υπολογισμός των μεριδίων της ευθύνης αυτών που συμμετείχαν για να παραχθεί αυτό το αποτέλεσμα.
Αυτό που, κυρίως, με απασχολεί είναι ότι εμείς οι Ελληνες έχουμε κατ’ επανάληψη πέσει θύματα παραμυθιάσματος, αλλά μυαλό δεν βάλαμε. Κι αν δεν έχουμε ακούσει ψέματα, κι αν δεν στηρίξαμε δημαγωγούς οι οποίοι φανταζόμασταν πως θα μας πάνε μπροστά, αλλά μας πηγαίνανε ολοένα και πιο πίσω.
Το ερώτημα, όμως, είναι «μέχρι πότε;». Δεν είναι καιρός να στείλουμε στον αγύριστο όσους μας κοροϊδεύουν; Δεν είναι καιρός να σκεφτούμε, επιτέλους, ψύχραιμα, σοβαρά, ρεαλιστικά; Δεν είναι καιρός να εξαφανίσουμε από το πολιτικό σύστημα όλους αυτούς που παριστάνουν ότι εργάζονται για την σωτηρία της χώρας, αλλά το μόνο που κάνουν είναι να δουλεύουν για τις καρέκλες τους και για τον πλουσιοπάροχο –όπως και… αφορολόγητο- μισθό τους;
Δεν είναι καιρός να στείλουμε στα… καφενεία να συζητάνε με τους φίλους τους όλες αυτές τις αερολογίες, τις ασυναρτησίες, τις θεωρίες χωρίς ουσία, όλους αυτούς που νομίζουν ότι με τις μπούρδες τους θα αλλάξουν τη μοίρα της χώρας;
Η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από θεωρίες. Ούτε από κατασκευασμένους εχθρούς. Εχει ανάγκη από σχέδιο. Το οποίο μπορεί να έχει δυσκολίες, δύσβατα μονοπάτια, αλλά που θα οδηγεί –αργά ή γρήγορα- σε ξέφωτο.
Με ψευτομαγκιές, με τσαμπουκάδες και μόλις ζορίζουν τα πράγματα… κυβιστήσεις, θεαματικές κωλοτούμπες, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να γίνουν καλύτερα τα πράγματα.
Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Ας μην το ξεχνάει κανείς αυτό...