Ο ελληνικός αθλητισμός, κατά την ταπεινή μου άποψη, ήταν ένα μπαλόνι που «έσκασε». Άρχισε να φουσκώνεται με φανατισμό μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και έκανε εκκωφαντικό… μπαμ τα πρώτα χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας.
Παραδοσιακά στην Ελλάδα η πολιτική επένδυε στο θυμικό των κατοίκων της χώρας για ψηφοθηρικούς λόγους και οι αθλητικές επιτυχίες αποτελούσαν μία εξαιρετική βάση γι’ αυτές τις επενδύσεις.
Σ’ αυτή τη λογική την δεκαετία του ’90 άρχισε μία μεθοδευμένη προσπάθεια, κυρίως από τις Κυβερνήσεις του ΠΑ.Σ.Ο.Κ., χωρίς βεβαίως να υπολείπονται κι αυτές της Νέας Δημοκρατίας.
Τι περιλάμβανε αυτό το μοντέλο; Την δημιουργία ενός κρατικοδίαιτου αθλητικού μοντέλου με κύριο κίνητρο την ψηφοθηρία. Ειδικοί κωδικοί από τους οποίους διακινούνταν δεκάδες εκατομμύρια δραχμές αρχικώς και ευρώ στη συνέχεια, με στόχο να «κατασκευαστούν» πρωταθλητές που θα φέρουν διακρίσεις που θα εκστασιάσουν τους Έλληνες και θα τους αποπροσανατολίσουν από κάθε μικρής ή μεγάλης δυναμικής κοινωνικά προβλήματα. Το χρήμα έρεε, οι διακρίσεις δημιουργούσαν ανάταση του εθνικού μας φρονήματος και κάποιοι γίνονταν πλουσιότεροι από τα χρήματα του ελληνικού. Από αυτά τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στην εκπαίδευση, τις υποδομές ή οπουδήποτε αλλού υπήρχε έλλειψη κονδυλίων.
Προσωπικά είμαι λάτρης όλων των μορφών του αθλητισμού, θαυμάζω την προσπάθεια των αθλητών των ατομικών αθλημάτων γιατί κρύβει πόνο, ιδρώτα και θυσίες όλης σχεδόν της οικογένειας των πρωταθλητών. Απεχθάνομαι όμως την υποκρισία και τις υπερβολές. Ο αθλητισμός αποτελεί κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας με ιδιαίτερη διείσδυση σε κάθε εγχώρια οικογένεια. Ασπάζομαι την άποψη ότι οι επιτυχίες στέλνουν όλο και περισσότερα παιδιά στον στίβο, την κολύμβηση και τα βαριά αθλήματα. Εκεί που διαφωνώ είναι το… κόστος των επιτυχιών και η εκμετάλλευση τους από τους πολιτικούς και τους παρατρεχάμενους.
Η οικονομική κρίση της χώρας ήταν επόμενο να σταματήσει την αλόγιστη χρηματοδότηση του αθλητισμού. Οπότε βγήκε στην επιφάνεια η ανάγκη να διοικηθούν οι Ομοσπονδίες και οι σύλλογοι τεχνοκρατικά και να φύγουν από τη λογική της επαιτείας από την πολιτεία.
Ο κλασικός αθλητισμός λοιπόν αφού εισέπραξε τα απόνερα της στρεβλής λογικής των πολιτικών και της οικονομικής κρίσης, στηριζόμενος πάνω στο μεράκι όλων των ανθρώπων που αγαπούν πραγματικά τον αθλητισμό κατάφερε να σηκώσει και πάλι κεφάλι και απολαμβάνει την ικανοποίηση από τις πρωτιές. Κοντά επτά μετάλλια κέρδισαν οι αθλητές μας στους αγώνες του Μπακού, στέλνοντας αισιόδοξο μήνυμα ότι οι διακρίσεις δεν είναι προϊόν μόνο των εκατομμυρίων που ξοδεύονταν τις δεκαετίες της ευημερίας. Κι αυτό το μοντέλο ανάπτυξης του ελληνικού αθλητισμού αποπνέει υγεία και αποτελεί την βάση ανάπτυξης για την επόμενη ημέρα.