Ενώ το ελληνικό ποδόσφαιρο βρίσκεται σε μια περίοδο κατά την οποία έχει ανάγκη μόνο από ουσιαστικές παρεμβάσεις, μόνο από αποφάσεις οι οποίες θα λαμβάνονται με γνώμονα την μετάβασή του σε μια επόμενη μέρα που θα το καταστήσει πιο αξιόπιστο και πιο ελκυστικό, ό,τι γίνεται στοχεύει αποκλειστικά στην επικοινωνιακή διαχείριση.
Πήγανε χθες να συναντηθούν οι εκπρόσωποι των τεσσάρων μεγάλων με τον υφυπουργό Αθλητισμού. Ε, και; Τι συζητήσανε σε αυτή την συνάντηση; Τι τους είπε ο κ. Βασιλειάδης; Ότι θα προχωρήσουμε σε καθεστώς ηρεμίας και ευνομίας; Σιγά τ’ αυγά…
Ποια ηρεμία και ποια ευνομία μπορεί να υπάρξει στο ελληνικό ποδόσφαιρο, όταν ο καθένας μπορεί να δηλώνει ό,τι του καπνίσει χωρίς να χρειάζεται να το αποδείξει; Ποια ηρεμία και ποια ευνομία μπορεί να υπάρξει όταν οι πρώην σύμμαχοι στη μάχη κατά της διαφθοράς είναι, πλέον, ο ένας απέναντι στον άλλο και κοιτάζουν πώς θα εξυπηρετήσουν ο καθένας τα προσωπικά του συμφέροντα, αφήνοντας αιχμές ο ένας εναντίον του άλλου και αδιαφορώντας για το –κοινό- καλό του ελληνικού ποδοσφαίρου;
Ποια ηρεμία και ποια ευνομία μπορεί να υπάρξει όταν το ελληνικό ποδόσφαιρο βρίσκεται υπό επιτροπεία;
Ποια ηρεμία και ποια ευνομία μπορεί να επικρατήσει όταν στις τελευταίες 5-6 αγωνιστικές κάθε χρόνο είμαστε βέβαιοι ότι τα αποτελέσματα σε πολλά παιχνίδια είναι προϊόν συνεννόησης;
Για ποια ευνομία και ποια ηρεμία μιλάμε όταν δεν ξέρουμε πότε θα υπάρξει δημοκρατικά εκλεγμένη διοίκηση στην ΕΠΟ κι αν το σύστημα βάσει του οποίου θα ψηφίσουν οι εκλέκτορες θα είναι αυτό που θα αποφασίσει η Πολιτεία, ή αυτό που θα αποφασίσει το πιο ισχυρό αυτοδιοίκητο που υπήρξε ποτέ στο ελληνικό ποδόσφαιρο;
Επειδή προσωπικά δεν επιτρέπω σε κανέναν να με κοροϊδεύει, λέω εδώ και καιρό –και το επαναλαμβάνω σήμερα- ότι καμία ηρεμία και καμία ευνομία δεν πρόκειται να υπάρξει στο ελληνικό ποδόσφαιρο, όσο η πολιτική ηγεσία του αθλητισμού σε αυτή τη χώρα δεν θα έχει τη βούληση να ψηφίσει και να εφαρμόσει νόμους που θα ασκούν ουσιαστικό έλεγχο, που θα διασφαλίζουν τη λειτουργία των θεσμών, των ελεγκτικών μηχανισμών, που θα λειτουργούν αποτρεπτικά στην εκδήλωση φαινομένων διαφθοράς.
Σε αντίθεση με τα αυτονόητα που θα έπρεπε να κάνει η Πολιτεία, τα δύο τελευταία χρόνια βλέπουμε την δράση της να έχει ως αποκλειστικό στόχο τον εκ μέρους της έλεγχο του ποδοσφαίρου, τις παρασκηνιακές συνεννοήσεις με την ΦΙΦΑ και τους μεγάλους του ελληνικού ποδοσφαίρου, τις εξυπηρετήσεις στο πλαίσιο μιας διαπλοκής με απώτερο στόχο την ψηφοθηρία, ή την διευκόλυνση «συμπαικτών» για την ανάπτυξη της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, όχι μόνο δεν πρόκειται να κάνουμε ούτε ένα βήμα μπροστά, αλλά θα πάμε και πιο πίσω από κει που ήμασταν…