Το νιώθω σαν ιερό χρέος να φιλοξενήσω σήμερα στη στήλη μου, ένα κείμενο που ήρθε λίγο καθυστερημένα στα χέρια μου, που το υπογράφει ο μαχητικός δικηγόρος αθλητικών υποθέσεων Γιώργος Παναγόπουλος και με το οποίο ο έγκριτος και φιλοσοφημένος συγχρόνως νομικός «αποχαιρετά» τον Μίμη Μόκκα, χαρακτηρίζοντας τον «μέντορα, αλλά και ευπατρίδη της φυλής του Δικέφαλου». Τίτλους τιμής που τους καταθέτει με ιδιαίτερο σεβασμό ένας Αιγιώτης ΠΑΟΚτσής αναγνωρίζοντας την τεράστια προσφορά μιας πολύπλευρης προσωπικότητας όπως αυτή του αείμνηστου Μίμη Μόκκα.
Για όσους δεν το γνωρίζουν ο Γιώργος Παναγόπουλος κατάγεται από το Αίγιο και ήταν από μικρός ένθερμος οπαδός του Δικέφαλου. Με την ευκαιρία της φοίτησης του στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου βρήκε το χρόνο να δεθεί ακόμη περισότερο με τον αγαπημένο του ΠΑΟΚ και να μετατραπεί σε έναν φλογερό υπερασπιστή των δίκαιων του. Έμειναν στην ιστορία οι παρεμβάσεις του, η αρθρογραφία του και μια επιστολογραφία ιδιαίτερα σημαντική και εξαιρετικού ενδιαφέροντος. Σε αυτό το κείμενο με τη σειρά μου κι εγώ νιώθω την ανάγκη να σπάσω την κρούστα μέσα στην οποία είχα περικλειστεί μετά την είδηση της απώλειας ενός αγαπημένου κι επιστήθιου φίλου και βάζοντας στο περιθώριο την πίκρα και τον πόνο, να αρθρώσω δυο λόγια για αυτόν τον απρόσμενο χαμό.
Να πω «πως ένιωσα» και «ποιος ήταν» για μένα ο Μίμης Μόκκας. Φτωχόπαιδα από πιτσιρικάδες στον ίδιο μαχαλά, χέρι – χέρι για πολλές δεκαετίες πορευτήκαμε σε έναν μονόδρομο που είχε τις ίδιες αφετηρίες και κατέληγε μονοδιάστατα στο ίδιο τέρμα που δεν ήταν άλλο από την κοινή μας αγάπη για τον ΠΑΟΚ. Ένα τέρμα που έμοιαζε με αδιέξοδο γιατί πέρα από αυτό δεν υπήρχε για εμάς τίποτε άλλο. Ευλογημένα μικρά ΠΑΟΚτσάκια από το Νικηφόρο Τσερπανά, είχαμε κάνει δεύτερο σχολείο μας το Σιντριβάνι και τα ΠΑΟΚτσήδικα αποδυτήρια. Καμαρώναμε για την ασπρόμαυρη φανέλα που πρωτοφορέσαμε σε εκείνα τα ιστορικά τσικό του Δικέφαλου.
Ο Μίμης ήταν ένα χειμαρρώδες ποδοσφαιρικό ταλέντο και θα έκανε μεγάλη καριέρα εάν δεν τον «άρπαζε» ο Στίβος, τον οποίο τίμησε όμως όσο λίγοι με διακρίσεις σε πανελλήνιους και βαλκανικούς στο ύψος και στα 110 μετ΄ εμποδίων. Συμμαθητές στο Γυμνάσιο, στα ίδια θρανία, κολλητοί σε όλα και μπροστάρηδες στο πετροβόλημα του τούρκικου προξενείου από την αυλή του θρυλικού 3ου Γυμνασίου που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στη διάρκεια των γεγονότων εκείνης της εποχής με το Κυπριακό. Δεν χωρίσαμε ούτε στο Γυμνάσιο, ούτε στο Πανεπιστήμιο. Εκείνος με την αποφοίτηση του μπήκε στη δικηγορία κι εγώ προσγειώθηκα στην αθλητική δημοσιογραφία. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η φιλία μας πάντοτε μας έδινε την ευκαιρία να ανταμώνουμε σε πολλές μάχες που δίναμε και οι δύο κόντρα στο κατεστημένο και για το δίκαιο. Διακριτικός, ευγενής, αλλά αμετακίνητος στις ηθικές αρχές του, άφησε παρακαταθήκη ένα όνομα και την προσωπική του ιστορία για τους μεταγενέστερους που κάποια στιγμή ίσως θα πρέπει αυτού του είδους τις τεράστιες προσφορές να βρουν τρόπο να τις τιμήσουν και να τις αναγνωρίσουν.
Όταν έμαθα για τον χαμό του πέρα από το σοκ, τον πόνο και τη λύπη ένιωσα κι ένα ιδιαίτερα - απροσδιόριστο (;) – συναίσθημα. Ότι κάτι μου πήραν. Μάλλον μου το έκλεψαν και ότι από εδώ και πέρα δεν θα είμαι ο ίδιος γιατί θα μου λείπει αυτό το κάτι που τώρα νιώθω πως ήταν πολύτιμο. Νιώθω ότι χωρίς τον παιδικό μου φίλο, το συμμαθητή μου, το συμφοιτητή μου, τον συμπολεμιστή μου, τον πολύ μεγάλο ΠΑΟΚτσή, το «κάδρο» θα έχει ένα μεγάλο κενό. Καλό ταξίδι αδελφέ Μίμη κι εύχομαι ο Μεγαλοδύναμος να σε έχει πάντοτε κοντά του και δίπλα του γιατί το αξίζεις και γιατί το δικαιούσαι. Σας παραθέτω τον αποχαιρετισμό του Γιώργου Παναγόπουλου:
«Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016: εντελώς αναπάντεχα αναγκάζομαι να διακόψω τις… αδιάκοπες κατά ΜΟΚΚΑ διακοπές μου και να ανέβω εσπευσμένα στην Θεσσαλονίκη λόγω κάποιας νομικής εμπλοκής στη μεταγραφή Μπίσεσβαρ αλλά και για τον αγώνα του ΠΑΟΚ με τον Άγιαξ.
Ακολουθώντας πάντα την… ταξιδιωτική οδηγία του πρώτου διδάξαντα σε μένα τα ιντερσίτι και τις κλινάμαξες ΜΟΚΚΑ, πήρα το αγαπημένο μας τρένο αναπολώντας κοινά ταξίδια, επαγγελματικές περιπέτειες και ποδοσφαιρονομικές συζητήσεις για την ισόβια κοινή μας αγάπη, τον ΠΑΟΚ, τα σκάνδαλα των ποδοσφαιρικών οργάνων, τις ανοιχτές υποθέσεις μας…Συγχρόνως όμως μελαγχολούσα με τη σκέψη ότι αυτή τη φορά δεν θα καθόμασταν δίπλα – δίπλα στην Τούμπα σε έναν ακόμη ευρωπαϊκό αγώνα του ΠΑΟΚ λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας που τον είχαν πλήξει βαριά.
Από το μυαλό μου πέρασαν κινηματογραφικά ατέλειωτες εικόνες από τότε που νεαρός με δέος πρωτοκάθισα μαζί του στα επίσημα της Τούμπας σε ιστορικούς ευρωπαϊκούς αγώνες με την Μαλίν κλπ την δεκαετία του 80!
Τότε που χάρη στο δημοσιογραφικό πνευματικό πατέρα μου, την ψυχή και τον εγκέφαλο των ιστορικών ΣΠΟΡ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ, Δημήτρη Μπούζα, γνώρισα το συμμαθητή και παιδικό φίλο του, ήδη καταξιωμένο αθλητάνθρωπο και δικηγόρο αθλητικών υποθέσεων Δημήτρη Μόκκα, τον άνθρωπο που έμελλε να εξελιχθεί στον δικηγορικό πνευματικό μου πατέρα, όπως άλλωστε του άρεσε να αυτοχαρακτηρίζεται.
Κατά την διάρκεια εκείνου του ταξιδιού ξετυλίχθηκε μπροστά στα παράθυρα του μυαλού μου ο… σιδηρόδρομος των αναμνήσεων από την μέρα που γνωριστήκαμε στο ΑΣΕΑΔ κι αμέσως μετά το πρώτο μας γεύμα μου πρότεινε να συστεγαστούμε και να συνεργαστούμε στο πρώτο μου γραφείο που χάρη στον ίδιο άνοιξα, από αξέχαστες συζητήσεις με ιστορικές μορφές του αθλητισμού και της δικηγορίας, τον Αριστείδη Καμάρα, τον Θωμά Βουλινό κλπ, από επικίνδυνες δίκες κατά του Ολυμπιακού του Σαλιαρέλη, από μεγαλειώδεις εκδηλώσεις ΠΣΑΠ, ΠΣΑΤ κλπ (η τελευταία που ήμασταν μαζί ήταν για τα 90 χρόνια του ΠΑΟΚ), από δυναμικές κι αποκαλυπτικές συνεντεύξεις κι εκπομπές, από αμέτρητα δικόγραφα που γράφτηκαν σε εκείνη την ιστορική γραφομηχανή…
Πάντα μόλις έφτανα στη Θεσσαλονίκη, το πρώτο που έκανα ήταν να του τηλεφωνήσω. Ακριβώς το ίδιο έκανα κι αυτή την φορά αλλά οι κλήσεις μου απαντήθηκαν από την κόρη του Αγγελική που με σόκαρε λέγοντας ότι ο μπαμπάς είχε εισαχθεί στον Άγιο Λουκά με εγκεφαλικό.
Τότε συνειδητοποίησα ότι είχε σημάνει η αρχή του τέλους για τον ξεχωριστό άνθρωπο Δημήτρη ΜΟΚΚΑ: έναν πραγματικό ευπατρίδη της Φυλής του Δικέφαλου, όπως με τις ευλογίες του έχω βαφτίσει για ιστορικούς και κοινωνιολογικούς λόγους την παγκόσμια οικογένεια του ΠΑΟΚ, έναν γνήσιο αθλητάνθρωπο που με πάθος, εντιμότητα κι αξιοπρέπεια υπηρέτησε από κάθε μετερίζι για όλη του τη ζωή το Ολυμπιακό Ιδεώδες, έναν υποδειγματικό, ευσυνείδητο και μαχητικό δικηγόρο που τίμησε την Αθλητική Θεμίδα προασπίζοντας τα συμφέροντα της Μακεδονίας, της Θεσσαλονίκης , του Δικέφαλου του Βορρά και εκατοντάδων αθλητών, προπονητών και δημοσιογράφων, έναν οικογενειάρχη πρότυπο που ποτέ δεν παραμέλησε την αγαπημένη του οικογένεια παρά τον φόρτο εργασίας, έναν αγνό φίλο που ως απλός Μίμης για τους παλιούς, πρόσφερε στους συνανθρώπους του χωρίς υστερόβουλες και συμφεροντολογικές σκέψεις. Δεν έκρυψα ποτέ ότι ο Δημήτρης Μόκκας υπήρξε ο Μέντορας μου στην Αθλητική Δικηγορία και στα Ποδοσφαιρικά Όργανα, κάτι που εξακολουθεί να μην συγχωρείται από κάποια απολιθώματα του Ποδοσφαιρικού Παρακράτους των Αθηνών.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ πόσο με στήριξε ηθικά, επαγγελματικά κι επιστημονικά, θα θυμάμαι για πάντα την καυστική πένα του και το πανέξυπνο χιούμορ του.
Θυμάμαι με πόνο, όταν τον είδα, τελευταία φορά στον Άγιο Λουκά, πως πετάχτηκε από το κρεβάτι του ξαφνικά αναζωογονημένος με τη γνωστή λάμψη στα μάτια, έτοιμος για χιουμοριστικό σχολιασμό της επικαιρότητας…
Σάββατο 25 Αυγούστου 2018:
Πάλι εν μέσω… διακεκομμένων διακοπών, σαν καλοκαιρινοί κεραυνοί… σκάνε στο κινητό μου ταυτόχρονα δύο θλιβερά μηνύματα:
Αγγελική ΜΟΚΚΑ: ΓΙΩΡΓΟ, ΧΑΣΑΜΕ ΤΟΝ ΜΠΑΜΠΑ!
Γιώργος ΛΥΣΑΡΙΔΗΣ: ΓΙΩΡΓΟ, ΕΦΥΓΕ Ο ΜΙΜΗΣ!
ΑΡΧΗΓΕ, συγνώμη που δεν μπόρεσα να σε τιμήσω στην κηδεία σου λόγω του αιφνίδιου οικογενειακού προβλήματος υγείας αλλά και να ερχόμουν δεν θα είχα το κουράγιο να εκφωνήσω κάποιο στομφώδη επικήδειο κι ας με έλεγες χαριτολογώντας… μοτεράκι, όταν άκουγες τις συνεντεύξεις μου ή διάβαζες τα… σεντόνια μου που έγιναν αφορμή να γνωριστούμε.
ΓΙΑ μένα η πνευματική επικοινωνία μας δεν θα σταματήσει ποτέ, για αυτό προτίμησα να σου αφιερώσω ένα από τα αγαπημένα σου… σεντόνια.
Τα ΣΠΟΡ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ δεν υπάρχουν πια αλλά καλή είναι και η ΜΕΤΡΟΣΠΟΡΤ με τον φίλο σου τον Μπούζα να εξακολουθεί να μαγεύει με την ΠΑΟΚτσήδικη πένα του!
ΑΡΧΗΓΕ ακόμα ηχεί στα αυτιά μου η πρώτη σου λέξη σε κάθε μήνυμα σου: ΚΑΠΕΤΑΝΙΕ, τι νέα από τις Επιτροπές;
Υ.Γ: Όλοι φυσικά είμαστε περαστικοί από αυτόν τον κόσμο. Όμως σύμφωνα με μια πολύ φιλοσοφημένη αμερικανική παροιμία «ο άνθρωπος πεθαίνει δυο φορές: τη μια βιολογικά και την άλλη όταν σταματήσει κι ο τελευταίος άνθρωπος να σε θυμάται και να μιλάει για σένα!»
Ο Δημήτρης Μόκκας όμως ήταν ένας από τους ευλογημένους ανθρώπους, γιατί η μνήμη του θα μείνει ανεξίτηλη, γιατί το όνομα του και τα έργα του είναι βαθιά χαραγμένα στην Αιώνια Αθλητική Βίβλο της Φυλής του Δικέφαλου!
ΑΡΧΗΓΕ, δεν πειράζει που δεν πρόλαβες να γράψεις το προσωπικό σου βιβλίο με τις ατέλειωτες αθλητικές και δικηγορικές ιστορίες, σου υπόσχομαι ότι αυτό το τεράστιο ιστορικό υλικό δεν πρόκειται να θαφτεί σε κάποιο χρονοντούλαπο.
Υπάρχουν πολλά μοτεράκια στο ΙΔΕΑΔ, όπως ο φίλος σου ο Γιώργος ο Λυσαρίδης, που παίζουν… μπάλα με τους τόμους και έχουν την ποδοσφαιρική ιστορία (από τους… Πασάδες του Αιγίου μέχρι… την μπάλα στα μνήματα) στο… τσε(ι)πακι τους!»
ΥΓ: Επειδή μόνο ο ερασιτέχνης ΠΑΟΚ είχε τα κάκαλα για να απαντήσει σε αυτό τον απίστευτο δημοσιογράφο εξ Αθηνών (Αρβανίτης) που καταχράστηκε και τη φιλοξενία της ΕΡΤ3 για να ρίξει χολή σε βάρος του ΠΑΟΚ, διακόπτοντας την άδεια μου θα το κάνω εγώ πολύ σύντομα.
Από την έντυπη έκδοση της Metrosport (10/9)