Όποιος παρακολουθεί έστω και λίγο το Πρωτάθλημα της Γ’ Εθνικής αντιλαμβάνεται εύκολα ότι πρόκειται για μία «παρωδία», με μεγάλη ευθύνη και των διοργανωτών.
Συμμετέχουσες αρχικά 16 ομάδες, εκ των οποίων οι δύο υποβιβάζονται, με την πρώτη να έχει βρεθεί πριν καν την εκκίνηση και τη δεύτερη να προκύπτει στο τέλος του πρώτου γύρου. Τι σημαίνει αυτό; Αδιάφορες οι δώδεκα από τις εναπομείνασες ομάδες (πλην Απόλλωνα και Δόξας πλέον) διότι προφανώς εδώ δεν υπάρχει… ΟΥΕΦΑ για να κυνηγήσουν.
Αγώνες σε γήπεδα χωράφια που διακυβεύεται κάθε Κυριακή η σωματική ακεραιότητα ποδοσφαιριστών, τόσο επαγγελματιών, όσο και νεαρών που με όνειρα και φιλοδοξίες ξεκίνησαν το ποδόσφαιρο για να μπορούν κάποια στιγμή να πουν πως ζουν από αυτό. Για τους μισθούς να μην το συζητήσουμε καλύτερα… Όταν πληρώνονται, αυτά που παίρνουν οι ποδοσφαιριστές των περισσοτέρων ομάδων, είναι ψίχουλα και δε φτάνουν για την επιβίωση κανενός.
Τι παράγει λοιπόν ένα τέτοιο Πρωτάθλημα; Υποβαθμισμένο στις περισσότερες περιπτώσεις προϊόν (δύο, τρεις ομάδες με διαφορά καλύτερες, που από συγκυρία βρέθηκαν τόσο χαμηλά), ποδοσφαιριστές που αναγκάζονται να είναι χομπίστες και που μπορεί να είναι προφανώς και επιρρεπείς (λόγω της οικονομικής στενότητας) και σε προτάσεις ανήθικες από παράγοντες άλλων ομάδων, είτε και δικών τους… Ειδικά από τη στιγμή που διακυβεύεται τίποτα, όλα γίνονται πιο εύκολα για αυτούς...
Υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν με νύχια και με δόντια να κρατήσουν τους συλλόγους τους όρθιους, με χορηγίες και βοήθεια της τοπικής κοινωνίας, αλλά όταν η βοήθεια είναι τόσο αμελητέα, δεν μπορείς να πετύχεις παρά μόνο την επιβίωση. Και πόσο εύκολο είναι να απομακρύνεις αυτούς που πράγματι έχουν να «κερδίσουν» κάτι;
Οσοι χρηματοδοτούν με δικά τους λεφτά λοιπόν μια ποδοσφαιρική ομάδα σε αυτή την κατηγορία με στόχο τον πρωταθλητισμό γνωρίζουν πολύ καλά ότι πέραν των τραγικών συνθηκών υπό τις οποίες γίνεται αυτή η επένδυση, πως αν δεν επιτευχθεί ο στόχος, τα χρήματα που έβαλαν έχουν πάει... στράφι, από τη στιγμή που δε μιλάμε για ποδοσφαιρικές εταιρίες, αλλά για συλλόγους.
Για ορισμένους άλλους όμως φαίνεται ότι είναι μια καλή ευκαιρία να απομυζήσουν κάτι από αυτή την ιστορία. Πλειστηριασμοί, δήθεν πάθος και παιχνίδι σε διπλό ταμπλό. Είτε το «τρως», είτε τους αγνοείς, αυτοί εκεί, μαζί με τους άλλους που «μπορούν να… καθαρίσουν, αρκεί να τους το πεις», αυτοί δηλαδή που έμαθαν να ζουν παρασιτικά από το ποδόσφαιρο.
Και όταν επενδύεις, πέραν της πραγματικής σου επένδυσης (ποδοσφαιριστές, γήπεδα, οργάνωση) σε βάζουν στο τρυπάκι να τα σκεφτείς όλα αυτά, λαμβάνοντας υπόψη ότι στην Ελλάδα κανείς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για το ποδόσφαιρο και ότι κανείς δε θα σε σώσει επειδή είσαι καλό παιδί και ηθικός.
Φυσικά υπάρχουν κι άλλα πολλά. Φίλοι, «φίλοι», αντίπαλοι, διαιτητές, λάθη, παραλείψεις. Πραγματικά όμως σε ένα τέτοιο Πρωτάθλημα δεν ξέρεις τελικά τι μετράει περισσότερο. Και δεν είσαι καθόλου σίγουρος αν ισχύει το γνωστό ρητό ότι «στο τέλος, παίρνεις αυτό που αξίζεις».