Τελικά τι ήταν ο χθεσινός αγώνας Κυπέλλου μεταξύ του ΠΑΟΚ και του Αρη; Ενας αγώνας τυπική διαδικασία και η ευκαιρία για να πάρουν χρόνο οι παίκτες των δύο ομάδων που δεν είχαν πολλές συμμετοχές μέχρι χθες ή κάτι περισσότερο; Να ένα καλό ερώτημα το οποίο θα απαντηθεί μόνο αν γίνει ένα τεστ της αλήθειας, πρώτα στους δύο προπονητές και στη συνέχεια στους ποδοσφαιριστές. Αν και πιστεύω ότι δεν υπάρχει ποδοσφαιριστής που παίρνει φανέλα βασικού σ’ ένα ντέρμπι και μπαίνει στο γήπεδο με στόχο να αγωνισθεί σε χαμηλές στροφές.
Οι δύο προπονητές έκαναν τη δουλειά τους και κράτησαν χαμηλούς τόνους. Αλλωστε το ντέρμπι τούς βγήκε απρόοπτα μπροστά τους και το πρώτο που τους ένοιαζε ήταν η διαχείριση του με στόχο να περάσει ανώδυνα και χωρίς επικοινωνιακές ζημίες. Η πρώτη ντρίπλα ήταν οι παρουσία νέων προσώπων στην ενδεκάδα. Κίνηση η οποία έδωσε την εντύπωση ότι υποβαθμίζεται ο αγώνας.
Στην ουσία όμως χρησιμοποιήθηκαν παίκτες και από τις δύο ομάδες που αποκτήθηκαν για να πάρουν φανέλα βασικού. Ανεξαρτήτως αν δεν τα κατάφεραν μέχρι τώρα, αυτό ήταν το κίνητρο της μεταγραφής τους. Αρα για το ότι δεν έγινε μέσα στις τέσσερις γραμμές επί 90’ δεν μπορεί να θεωρεί άλλοθι η σύνθεση των ενδεκάδων.
Μ’ αυτά το δεδομένα κρινόμενο το χθεσινό ντέρμπι, ήταν ένας αγώνας… χαμηλή πτήση. Υπήρχε πάθος και δύναμη, αλλά όχι ποιότητα. Οι δύο ομάδες ξεκίνησαν με στόχο να προσέξουν την ανασταλτική τους λειτουργία κι έτσι υπήρχε πολυκοσμία στο κέντρο. ΠΑΟΚ και Αρης μάρκαραν ψηλά, με αποτέλεσμα να λείπει η εύκολη πρώτη πάσα προς τους χαφ κι έτσι επιλέχθηκαν η μεγάλες πάσες για να φτάσει η μπάλα στους επιθετικούς. Επιλογή η οποία δεν ήταν αποτελεσματική, ούτε βεβαίως και η ανάπτυξη από τα πλάγια καθώς συνήθως οι προσπάθειες είχαν λάθος στην τελευταία πάσα.
Σ’ αυτό το σκηνικό επόμενο ήταν οι δύο ομάδες να μην έχουν επιθετική λειτουργία τέτοια που να ανεβάζει την αδρεναλίνη του κόσμου. Το γεγονός ότι οι τελικές προσπάθειες ήταν 6 (3) για τον ΠΑΟΚ και 7(1) για τον Αρη λέει πάρα πολλά. Οπως και τα 35 συνολικά φάουλ φανερώνουν ότι κυριάρχησε η δύναμη. Να και η απόδειξη ότι σ’ έναν τέτοιο αγώνα κανείς δεν μένει αδιάφορος.
Η πρώτη αναμέτρηση μεταξύ των δύο ομάδων μετά από 4,5 χρόνια πέρασε ήδη στην ιστορία, μ’ ένα αποτέλεσμα που μάλλον δεν αφήνει κανέναν παραπονούμενο. Ισως και να βολεύτηκαν όλοι από την ισοπαλία.
Ο ΠΑΟΚ πρέπει να κρατήσει το γεγονός ότι παρότι αγωνίζονταν με 10 από το 59’ λόγω της δίκαιης αποβολής του Κίτσιου, ήταν περισσότερο δημιουργικός και είχε καλύτερο ρυθμό. Αιτία; Η είσοδος στον αγώνα του Μάτος και του Μπίσεσβαρ.
Ο Αρης πιστώνεται την ηρεμία και τη σιγουριά που είχε στο παιχνίδι του, ακόμη κι όταν βρέθηκε πίσω στο σκορ. Συγχρόνως ο Ερέρα δικαιούται να πετάει τη σκούφια του με την απόδοση του Σιώπη και του Μαβράι. Δύο παίκτες που άφησαν τη σφραγίδα τους στο παιχνίδι του Αρη και απέδειξαν ότι είναι πολύτιμη η παρουσία τους στην ενδεκάδα.
Από την έντυπη έκδοση της Metrosport