Ψάχνεις να βρεις κάτι ενδιαφέρον από το παιχνίδι του ΠΑΟΚ στα Τρικαλα, κάτι που να έχει να δώσει κάτι στον μεροκαματιάρη ΠΑΟΚτσή που δίνει το ευρώ του για να σε διαβάσει και περιμένει εναγωνίως κάτι παραπάνω να μάθει για την ομάδα του.
Συγνώμη, σκανάρω ξανά και ξανά στο μυαλό μου το παιχνίδι (όσο κουραστική κι αν είναι αυτή η διαδικασία) και καταλήγω μόνο σε ένα πράγμα. Στη ραθυμία του Ντιέγκο Μπίσεσβαρ, που αποτυπωνόταν κάθε στιγμή στον χαλαρό βηματισμό του.
Ο Σουριναμέζος έδειξε και χθες ότι είναι άψογος τεχνίτης. Έβαζε ωραία τη μπάλα ανάμεσα στον αντίπαλο και τη μπάλα, τη μάζευε με υποδειγματικό τρόπο, αλλά μέχρι εκεί. Όταν έπρεπε να πατήσει το γκάζι και να ανεβάσει ρυθμό για να πιάσει απροετοίμαστη την άμυνα των γηπεδούχων, αυτός ήταν κολλημένος μεταξύ… πρώτης και δευτέρας (ταχύτητας).
Στα μάτια μου έμοιαζε σαν μην αντιλαμβανόταν ο 29χρονος μεσοεπιθετικός ότι έδινε επίσημο παιχνίδι. Συμπεριφερόταν σαν να ήταν σε προπόνηση και το μυαλό του ήταν στο ντουζ που θα έκανε αμέσως μετά για να φύγει και να πάει σπίτι του.
Κι όμως μιλάμε για το μεγαλύτερο (μαζί με του Κλάους και του Κάμπος) συμβόλαιο στον φετινό ΠΑΟΚ. Τον άνθρωπο που ήρθε να κάνει τη διαφορά μεσοεπιθετικά στον Δικέφαλο και να ανοίγει τις κλειστές άμυνες. Προφανώς, για να συμπεριφέρεται έτσι ο Μπίσεσβαρ, τον… σηκώνει το κλίμα. Το ανέχεται ο οργανισμός ΠΑΟΚ. Κι αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα στο οποίο πάντα καταλήγουμε, όταν πρέπει να αναλύσουμε μία κατάσταση στον ΠΑΟΚ.
Ακόμη και στην υπόθεση Τζαβέλλα να πάμε, πάλι στο ίδιο ερώτημα θα φτάσουμε: «Κι αν ο Τζαβέλλας έφτασε να κάνει όλα όσα του καταλογίζονται, ο ΠΑΟΚ που ήταν; Γιατί δεν τον φρέναρε νωρίτερα πριν το πράγμα ξεφύγει;».
Εκεί είναι που πρέπει να εστιάσουν όλοι μέσα στην ομάδα, αν θέλουν κάποια στιγμή ο ΠΑΟΚ να ξεκολλήσει από την συνεχιζόμενη μετριότητα στην οποία ανακυκλώνεται τα τελευταία χρόνια.