Περίπου τέτοια εποχή, πέρσι το καλοκαίρι, ένας ψιλόλιγνος Αφρικανός έκανε την εμφάνισή του στον Ηρακλή. Για να δοκιμαστεί. Δεν χρειάστηκε πολύ ώρα για να πείσει για την αξία του. Αλλωστε, και τα όσα ακολούθησαν στη διάρκεια της σεζόν πείθουν -και τον πλέον αδαή- ότι τούτος ο 24χρονος Ιβοριανός μπορεί να προσφέρει πολλά.
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΓΚΟΣ
Σήμερα ο Μπίνο Χασόμα Μπάμπα παρουσιάζεται στο “M” και ξετυλίγει το “κουβάρι” του δικού του ταξιδιού που τον έφερε στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη και στον Ηρακλή. Και ξεκινάμε από τα βασικά για να τον γνωρίσουμε καλύτερα: του στυλ ότι… “το μικρό μου όνομα είναι το Μπίνο. Το επίθετό μου είναι Μπάμπα. Ξέρω ότι όλοι με φωνάζουν Μπάμπα, το μικρό μου πάντως είναι Μπίνο”, λέει και χαμογελά. Και ο τόνος π.χ. πάει στο “Μπάμπα", όχι στο “Μπαμπά”.
Οσο περνούσε η ώρα, με τη βοήθεια και του Πασκάλ Ταμπουέ (του οποίου η συνδρομή στην κουβέντα με την… προσφορά της γαλλικής γλώσσας και της ευγένειάς του ήταν καταλυτική), ο Μπάμπα ένιωθε όλο και πιο άνετα. Και ταξίδευε με μεγαλύτερη ευκολία στον χρόνο για να πει τη δική του ιστορία.
Εχει άλλα 11 αδέρφια. Ο πατέρας του ειναι τραπεζικός και έχει κάνει δύο γάμους. Με την πρώτη του γυναίκα έχει επτά παιδιά και με τη δεύτερη άλλα πέντε. Και, μεταξύ άλλων, υπάρχει και ένας αδερφός τους που είναι υιοθετημένος και ο οποίος -αργότερα- θα παίξει σημαντικό ρόλο στην ποδοσφαιρική ιστορία του Μπίνο. Αυτό, σε… λίγο. Για τώρα: Ο Μπάμπα γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1990 στην Μποντοκού, περιοχή της Ακτής Ελεφαντοστού. Σε μικρή ηλικία πάντως, πέντε χρονών, αναχώρησαν για την πρωτεύουσα για το Αμπιτζάν.
Τον ρωτάς για τα παιδιά του χρόνια. Εύκολα ή δύσκολα; “Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Δεν μπορώ να τα χαρακτηρίσω. Απλώς, ότι ο πατέρας, ως τραπεζικός, είχε να θρέψει τα 12 παιδιά αλλά και άλλους συγγενείς”. Ο Μπίνο πηγαίνει σχολείο, βγάζει το λύκειο, από ένα σημείο όμως και μετά ήταν ξεκάθαρο ότι το ποδόσφαιρο έμπαινε σε πρώτο επίπεδο.
Ο αδερφός του, που είχε υιοθετήσει η οικογένεια, ήταν πιο μεγάλος σε ηλικία και έπαιζε ποδόσφαιρο στην ομάδα Στίλα του Αμπιτζάν. Τον πήρε μαζί του, έπαιζε στην Ακαδημία, τράβηξε την προσοχή της Ατλέτικ Κλαμπ και πήγε εκεί. “Επαιζα διάφορες θέσεις. Εχω παίξει και λίμπερο στην άμυνα, έχω παίξει και στην επίθεση, έχω παίξει και εξτρέμ”. Βρήκε τον ρόλο του, πιο πολύ ως αμυντικός χαφ και τώρα σκέφτεται να αφήσει το Νο26 που είχε στη φανέλα την προηγούμενη σεζόν και να πάρει το “6”. Νούμερο που... πάει πιο πολύ σε αμυντικό χαφ.
Από τα αδέρφια του, άλλοι δύο παίζουν μπάλα. Είναι πιο μικροί από αυτόν, ο ένας είναι 19χρονος και ο άλλος 17χρονος και παίζουν σε Ακαδημίες ποδοσφαίρου στην πατρίδα του.
Ο Μπάμπα δεν δίστασε να δοκιμάσει νωρίς-νωρίς να παίξει ποδόσφαιρο και εκτός συνόρων. Πήγε στην Τυνησία, στην Τύνιδα, στην ομάδα US Monastir και μετά από έξι μήνες ξαναγύρισε στο Αμπιτζάν. Εψαχνε να βρει τον δρόμο του και ένιωθε ότι μέσω του ποδοσφαίρου μπορεί να τα καταφέρει. Να βρει κάπου ένα δικό του λιμάνι και να χτίσει -μέσω του αθλητισμού- τα επαγγελματικά του όνειρα συνδυάζοντάς τα με τη χαρά που νιώθει όταν παίζει ποδόσφαιρο. Και από ένα σημείο και μετά, είναι εντυπωσιακό το πώς πηγαίνοντας από τη μια γνωριμία που κάνει, στην άλλη, θα βρεθεί στην Ελλάδα.
Λίγο καιρό μετά που επιστρέφει από την Τυνησία στην Ακτή Ελεφαντοστού φεύγει ξανά και πάει στη Σερβία μέσω ενός Νιγηριανού ποδοσφαιριστή που του είπε ότι μπορεί να βρει εκεί ομάδα. Δε στάθηκε σε κάποια ομάδα αλλά γνώρισε έναν άλλο Καμερουνέζο ποδοσφαιριστή που του σύστησε έναν Ελληνα μάνατζερ. Κι αρχίζει να κατηφορίζει. Η πρώτη ομάδα στην Ελλάδα που πάει να δοκιμαστεί είναι ο Βύζας. Η ομάδα τον θέλει αλλά ο ίδιος δεν είναι ευχαριστημένος με το επίπεδο. Δεν μένει. Εκείνος ο μάνατζερ του συστήνει έναν άλλον, πάλι Ελληνα μάνατζερ που τον φέρνει να δοκιμαστεί στον Ηρακλή. Κι έμεινε.
Οτελούλ: Του είχε στείλει και… εισιτήριο
Πρότυπό του είναι ο Σάντεϊ Ολίσε, ο Νιγηριανός μέσος με τη σπουδαία καριέρα. “Μου αρέσει η τακτική του στο παιχνίδι. Κι η ηρεμία που είχε στο γήπεδο”. Τώρα που το λέει… Κι ο ίδιος ήρεμος είναι. Δεν νευριάζει (δεν δείχνει… τουλάχιστον να νευριάζει) ποτέ. “Ετσι είμαι. Ηρεμος. Ακόμη κι όταν γίνει κάτι που με νευριάζει πολύ, προτιμώ να το κρατώ μέσα μου”, λέει.
Οταν έχει χρόνο, του αρέσει να κάνει βόλτες στη Θεσσαλονίκη. “Η ζωή είναι ωραία στη Θεσσαλονίκη. Αυτή τη στιγμή είναι όλα καλά”. Στον ελεύθερό του χρόνο επίσης του αρέσει να ακούει πολύ μουσική. Σε πρώτο επίπεδο προτίμησης είναι οι συμπατριώτες του. Ο Alpha Blondy, οι Les Patrons. “Σε ένα τραγούδι μου αρέσει να ακούω πρώτα τα λόγια”.
Βέβαια, λίγο καιρό πριν, λίγο (έως… πολύ) έλειψε να μην είναι στην ομάδα. Η Οτελούλ (η ομάδα της Ρουμανίας στην οποία συνεχίζει την καριέρα του ο Μπέντζαμιν Ονουάτσι) τον ήθελε και δεν είχε αρκεστεί μόνο να του τηλεφωνήσει. Του είχε στείλει και εισιτήριο για να πάει εκεί. Οι αλλαγές στα διοικητικά, η παρουσία του Παπαθανασάκη, άλλαξε τον ρου της ιστορίας. “Προτίμησα να μείνω για να ολοκληρώσουμε τον στόχο μας. Και γιατί μου είπε και ο ατζέντης μου ότι αλλάζουν τα πράγματα”, λέει.
“Γύρισε το χαμόγελο”
Και κάπως έτσι, η συζήτηση πήγε στο τι έγινε στον Ηρακλή την προηγούμενη σεζόν και τι γίνεται τώρα.
-Ολοι ξέρουνε τις δυσκολίες που περάσατε…
“Ηταν δύσκολο για όλους. Και για μας που ερχόμαστε από μακριά. Επρεπε να κάνουμε υπομονή. Μ’ απασχολούσε π.χ. να βρω τον τρόπο να πάω στην προπόνηση. Το πώς θα συνεννοηθούμε με τα παιδιά που έχουνε μεταφορικό μέσο για να πάμε στο γήπεδο. Ο καθένας μπορεί να έχει αντιμετωπίσει δυσκολίες στη ζωή του. Λέγαμε, θα περάσει…”
-Πιστεύεις ότι αν δεν υπήρχαν αυτά τα οικονομικά προβλήματα, η ομάδα θα είχε κερδίσει την άνοδο;
“Αυτό δεν μπορείς να το ξέρεις”.
-Οταν ήρθες, ο Ηρακλής είχε προπονητή τον Γκόγκιτς, στη συνέχεια ήρθε ο Ογιος. Πώς ήταν η συνεργασία με τον καθένα;
“Ο Γκόγκιτς είχε τον δικό του τρόπο δουλειάς, το δικό του σύστημα. Ο Ογιος είχε άλλη φιλοσοφία. Προσπαθούσε π.χ. να μας δείχνει σε βίντεο διάφορα πράγματα που έχουν να κάνουν με τη ζωή που μας βοηθούσανε κι εμάς να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες μας. Εδειχνε πράγματα από την κοινωνία, τους αγώνες που κάνουν όλοι οι άνθρωποι, μας έδειχνε επίσης τον τρόπο με τον οποίον προχωρήσανε άλλες ομάδες στο εξωτερικό για να δούμε ότι δεν διαφέρει ο δικός τους τρόπος δουλειάς από τον δικό μας. Ο Γκόγκιτς ήταν επαγγελματίας στη δουλειά του, δεν ήταν τόσο κοντά στους παίκτες όσο ο Ογιος, ο καθένας είχε τον δικό του τρόπο”.
-Προς το τέλος της σεζόν ήρθε και ο νυν προπονητής σας, ο Νίκος Παπαδόπουλος. Πώς είναι η δική του φιλοσοφία;
“Προσπαθεί να κάνει την ομάδα οικογένεια. Να είναι όλοι προσηλωμένοι στον κοινό στόχο, να μην είναι παίκτες-αστέρια αλλά όλοι μαζί για τον στόχο”.
-Ο κόσμος;
“Ηταν αρκετά τα μυνήματα που μου είχαν στείλει στο facebook για να παραμείνω και αυτό ήταν κάτι που με χαροποίησε πολύ”.
-Τι μήνυμα θα ήθελες να στείλεις στους φιλάθλους;
“Να ξέρουν ότι θα δώσουμε τα πάντα για να καταφέρουμε ό,τι δεν μπορέσαμε να πετύχουμε την προηγούμενη σεζόν”.
-Γιατί δεν πήρε την άνοδο ο Ηρακλής;
“Δεν μπορώ να εστιάσω κάπου. Υπήρχαν πάντως παίκτες αλλά ίσως να ήταν τα εξωτερικά προβλήματα. Προσπαθήσαμε να δώσουμε ό,τι είχαμε, κάποια στιγμή όμως κι εμείς δεν είχαμε άλλη δύναμη. Αν δεν υπήρχαν αυτά τα προβλήματα θα είχαμε κάνει κάτι καλύτερο”.
-Η προετοιμασία για την επόμενη σεζόν έχει ήδη αρχίσει. Πώς είναι;
“Εδώ και δέκα μέρες φαίνεται να αλλάζουν τα πράγματα. Υπάρχει χαμόγελο, υπάρχει η επιθυμία όλων να αλλάξουν τα πράγματα. Θα ήταν χαρά για μένα να ανεβάσουμε την ομάδα. Την προηγούμενη σεζόν δεν ολοκληρώσαμε τον στόχο μας κι αυτό ήταν αποτυχία. Αυτό είναι που θέλουμε να αλλάξουμε”.
-Μίλησες για χαμόγελο. Γιατί χρησιμοποίησες αυτή τη λέξη;
“Ηταν δύσκολο την προηγούμενη σεζόν. Δεν είχαμε προοπτική, δεν είχαμε χαμόγελο. Προς τα έξω, θέλαμε να δείχνουμε ότι όλα ήταν καλά αλλά μέσα μας ξέραμε ότι ήταν δύσκολα”.
Μπάμπα, ο πατέρας και ο σύζυγος
Εχει να δει την οικογένειά του, τη γυναίκα του και τον γιο του, περίπου εννιά μήνες. Κάτι η απόσταση, κυρίως όμως τα προβλήματα που υπήρχαν και το οικονομικό δεν του το επέτρεψαν. Προτίμησε να μείνει εδώ και να περιμένει το τι θα γίνει.
Ο Μπάμπα με τη γυναίκα του, την Καμερουνέζα, Raymonde Noah, γνωρίστηκαν τον καιρό που ο Ιβοριανός έπαιζε στην Τυνησία. Εχουν ένα δίχρονο γιο, τον Zakaria Abdallah και μένουν στο Καμερούν. Για την ακρίβεια, η γυναίκα του που είναι ορθοδοντικός, είναι τώρα στο Παρίσι για κάτι συνέδρια και ο μικρός είναι στο Καμερούν με τη γιαγιά.
Ο Μπάμπα άνοιξε το οικογενειακό άλμπουμ και μας έστειλε μια φωτογραφία της μητέρας του που αγαπάει, μια φωτογραφία με τη γυναίκα του και μια φωτογραφία του μικρού του γιού. “Η γυναίκα μου θα έρθει τις επόμενες μέρες στη Θεσσαλονίκη. Ο γιος είναι λίγο δύσκολο μιας και έχει ξεκινήσει να πηγαίνει στον παιδικό σταθμό”, λέει.