Αν έπαιζαν στη βασική ενδεκάδα του ΠΑΟΚ ο Πέλκας, ο Κάτσε, ο Κουλούρης, ο Λημνιός, ο Δεληγιαννίδης, ο Πούγγουρας και ο Σιαμπάνης, θα είχε νόημα να μιλάμε για έλλειψη αυτοπεποίθησης. Θα είχε ουσία να συζητάμε για έλλειψη εμπειρίας, αλλά και προσωπικότητας. Δεν παίζουν όμως οι νεαροί. Δεν τολμάει να χρησιμοποιήσει νεαρούς ο Λουτσέσκου, γιατί ξέρει ότι θα κριθεί με το αν θα πάρει το Πρωτάθλημα και όχι (δυστυχώς) με το αν αναδείξει και κάποιον ποδοσφαιριστή.
Ο Ρουμάνος βασίζεται στους πιο μεγάλους στην ηλικία, στους πιο έμπειρους. Οπως θα διαβάσετε σήμερα στη «Μ», ο μέσος όρος ηλικίας της βασικής ομάδας του ΠΑΟΚ είναι τα 28 χρόνια. Υψηλός, για να μην πω πολύ υψηλός. Αρα, αυτονόητα υπάρχει εμπειρία. Παίζουν παίκτες που έχουν πλούσιες παραστάσεις και έχουν φάει με το κουτάλι το ποδόσφαιρο στα ξένα και τα ελληνικά γήπεδα. Δεν νοείται, λοιπόν, εμπειρία με ταυτόχρονη έλλειψη αυτοπεποίθησης. Δεν «κολλάει» το ένα με το άλλο. Είναι έννοιες ασυμβίβαστες.
Εκείνο που λείπει από τον ΠΑΟΚ είναι η προσωπικότητα. Και η πυγμή που χρειάζεται για να αντιδρά στα δύσκολα. Η φυσιογνωμία, δηλαδή, μιας ομάδας άρτιας και από τεχνικές αρετές, αλλά και από φιλοσοφία. Κι αυτός είναι ένας τομέας στον οποίο οφείλει να δουλέψει και ο προπονητής. Την αυτοπεποίθηση, που πιπιλίζει σαν καραμέλα, μάταια ψάχνει να τη βρει, γιατί υπάρχει. Νομοτελειακά. Δεν υποφέρει από αυτοπεποίθηση ο Μάτος, ο Πρίγιοβιτς, ο Βιειρίνια, ο Σαμπράνο, ο Μαουρίσιο, ο Ρέι και πάει λέγοντας. Ολοι μαζί, όμως, δεν μπορούν να παρουσιάσουν, μέχρι στιγμής, μια ομάδα με τεχνικές αρετές και με τη φιλοσοφία του μαχητή, του νικητή. Θεωρητικά, όλοι έχουν ποιότητα, ομαδικά ωστόσο αυτή η ποιότητα δεν «βγαίνει». Φταίνε οι ίδιοι πρώτα που δεν τη «βγάζουν», ευθύνη όμως έχει και ο Ρουμάνος με τον συντηρητισμό και τους φόβους του.
Τα δύο συνεχόμενα εκτός έδρας παιχνίδια στο Πρωτάθλημα με Πανιώνιο και Ξάνθη θα αποτελέσουν ένα αξιόπιστο τεστ για τις δυνατότητες του ΠΑΟΚ. Και στη Νέα Σμύρνη και στα Πηγάδια η ομάδα θα χρειαστεί να παίξει καλό ποδόσφαιρο, για να πάρει δύο νίκες. Στη Λιβαδειά από τύχη δεν έχασε, με τον Απόλλωνα δεν βλεπόταν, με τη Λάρισα ήταν αξιολύπητη και αφήνω στην άκρη τα δύο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ, που τα έχασε άδοξα με «αυτοκτονίες». Αν επαναλάβει αυτές τις εμφανίσεις, καμία... αυτοπεποίθηση δεν θα τον προστατέψει από τις ήττες. Αν παίξει καλή μπάλα, δεν θα έχει φοβηθεί τίποτε ούτε από τον Πανιώνιο, ούτε από την Ξάνθη. Κι αν τα καταφέρει, θα αρχίσει να μας πείθει όλους ότι έχει τα φόντα να πάρει το Πρωτάθλημα, επειδή είναι ανώτερος από τους άλλους, χωρίς να χρειαστεί να ποντάρει στο να είναι οι άλλοι χειρότεροι από αυτόν μέχρι το τέλος.
Και επειδή αρχίσαμε κάνοντας αναφορά στους νεαρούς, θυμίζω ότι οι μεγάλες ξένες ομάδες κάνουν πρωταθλητισμό, ποντάροντας και σε πολλούς νεαρούς παίκτες. Τους αξιοποιούν, τους αναδεικνύουν και έχουν τρομερές βοήθειες από αυτούς. Δεν τους έχουν μόνο για να μετέχουν στις προπονήσεις. Δεν τους κρατάνε στον πάγκο ή στην κερκίδα για να παίζουν σώνει και καλά όλοι έμπειροι, όταν μάλιστα κάποιοι έμπειροι δεν μπορούν να προσφέρουν. Και σ’ αυτές τις ομάδες έχουν την πίεση του πρωταθλητισμού οι προπονητές. Και σ’ αυτές τις ομάδες κρίνονται οι προπονητές κυρίως από το αν καταφέρουν να πάρουν τίτλους. Εχουν, όμως, τα κότσια να εμπιστεύονται παιδιά τα οποία στη συνέχεια μεγαλουργούν και γίνονται παικταράδες. Χρησιμοποιούν 17χρονα, 18χρονα, 19χρονα παιδάκια και δεν κάνουν λάθος. Αξιοποιούν το ταλέντο τους, αλλά και τη δίψα τους να διακριθούν και να κάνουν καριέρα. Πολλές φορές αυτά τα διψασμένα παιδιά είναι πιο πολύτιμα από τους χορτασμένους έμπειρους...