Δεν τον αποκαλέσαμε τυχαία… «ο Σόλσκιερ του Αρη». Την αγωνιστική σεζόν που ολοκληρώθηκε τα επτά από τα εννέα γκολ στην Football League τα πέτυχε προερχόμενος από τον πάγκο. Ο Αντώνης Καπνίδης αποτέλεσε τη «χρυσή αλλαγή» των προπονητών του, χαρίζοντας ουκ ολίγους βαθμούς. Αν και στο τελικό ταμείο αποδείχθηκε ότι δεν ήταν αρκετά. Όπως και οι υπόλοιποι παραμένοντες στο ρόστερ, έτσι και ο Αντώνης δεν αποποιείται των ευθυνών του για την αποτυχία. Η φετινή σεζόν όμως είναι κάτι το διαφορετικό. Μια νέα αρχή, με τον ίδιο όμως στόχο. Ο 25χρονος επιθετικός διανύει την τέταρτη σεζόν του στην ομάδα και όπως εξομολογείται σήμερα στο metrosport.gr έχει βάλει στοίχημα με τον εαυτό του, να φύγει από πάνω του η στάμπα της χρυσής αλλαγής και με τα γκολ του ζήσει τελικά το όνειρο… με τον Αρη στην Super League.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΣΤΡΑΝΤΖΑΛΗ
Αντώνη, το πρώτο στάδιο της προετοιμασίας έφτασε στο τέλος του, τι εντυπώσεις αποκόμισες και τι το διαφορετικό από πέρυσι;
«Δουλέψαμε πάρα πολύ στο τακτικό κομμάτι για να προσαρμοστούμε στα θέλω του προπονητή και της κατηγορίας. Δώσαμε δύο φιλικά και δείξαμε κάποια πρώτα δείγματα, όπως όταν χάνουμε την μπάλα να την κερδίζουμε ξανά και να έχουμε καλή ανάπτυξη από την άμυνα στην επίθεση. Στους αγώνες είναι πιο δύσκολο να αποτυπωθεί, αλλά το θετικό είναι η χημεία που έχουμε αποκτήσει μεταξύ μας. Κάθε μέρα γινόμαστε όλο και καλύτεροι. Γνωριζόμαστε και δουλεύουμε πάνω στις αδυναμίες και τις δυνατότητες του καθενός. Το επόμενο διάστημα θα δείξουμε την ταυτότητα που θα έχει η ομάδα στον αγωνιστικό χώρο».
Με τα συμπεράσματα που βγήκαν, μπορούμε να πούμε ότι η ομάδα είναι διαφορετικά δομημένη;
«Εχει στηθεί στα μέτρα της Football League, με παίκτες που την ξέρουν… απ’ έξω, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι ποδοσφαιριστές που είναι τώρα δεν έχουν δυνατότητες για τη μεγάλη κατηγορία. Είναι Πρωτάθλημα που θα μας… χτυπήσουν στην κόντρα, οπότε είμαστε πρέπει να είμαστε δυνατοί μπροστά και πιο σφιχτοί πίσω».
Διακρίνουμε ωστόσο ότι ο κόουτς έχει πιο επιθετική φιλοσοφία, έτσι δεν είναι;
«Αν δεν βάλεις γκολ, δεν κερδίζεις. Δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν κοιτάει την άμυνα. Πρώτος στόχος είναι να κλέψουμε την μπάλα μόλις την χάνουμε στην επίθεση. Πρώτα μετράνε οι βαθμοί, μετά το θέαμα».
Η πίεση της περσινής αποτυχίας βαραίνει εσάς τους παραμένοντες στην ομάδα;
«Μπορεί και εγώ να έχω μερίδιο ευθύνης για το ότι η ομάδα δεν ανέβηκε, αλλά έχω δώσει το 100% των δυνατοτήτων μου τα τελευταία χρόνια και έχω αποδείξει με την συνεισφορά μου ότι μόνο καλό έχω κάνει. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι παίκτες έχουν μείνει εδώ. Πολλοί είχαν τη δυνατότητα αν ήθελα να φύγουν, αλλά ήταν δική τους επιλογή και των κ.κ. Μυροφορίδη-Σπανού να παραμείνουν. Ξεκινάμε από το μηδέν ξανά. Υπάρχει πίεση από τον κόσμο και είναι λογικό. Είναι στα… πόδια μας να μπορέσουμε να λύσουμε οποιοδήποτε πρόβλημα υπάρχει μέσα στο γήπεδο».
Τι να περιμένουμε φέτος από σένα;
«Πέρσι την περίμενα καλύτερη την χρονιά, να έχω περισσότερο χρόνο. Οποτε μου δόθηκε η ευκαιρία όμως την αξιοποίησα. Είχα δύο άτυχες στιγμές όλη τη χρονιά, από εκεί και πέρα, κοιτάω μπροστά και θέλω να έχω έναν πιο πρωταγωνιστικό ρόλο. Να σκοράρω πιο πολύ και να βοηθήσω την ομάδα να έρθουν οι νίκες».
Πέρυσι ο Ιλιτς, φέτος ο Διαμαντόπουλος. Πως είναι ο συναγωνισμός με τον Δημήτρη;
«Είτε αγωνιστεί ο ένας, είτε και οι δύο μαζί, έχουμε τον ίδιο στόχο. Κοιτάμε το ομαδικό σύνολο. Σαν προσωπικότητα έχω μάθει, διότι είχα μεγάλα ονόματα στο πλευρό μου τα τελευταία χρόνια, να αντεπεξέρχομαι στον συναγωνισμό».
Είναι σημαντικό να υπάρχει εξωαγωνιστική ηρεμία, στα αποδυτήρια, γιατί πέρσι δεν υπήρχε στο βαθμό που θα θέλατε;
«Όταν παίζεις σε μία μεγάλη ομάδα, πρέπει να μαθαίνεις ακόμα και στις στραβές να το διαχειρίζεσαι. Ο κόσμος ζει για τον Αρη. Ακόμα και ότι νικάμε με 1-0 δεν είναι ικανοποιημένος, έχει δει την ομάδα σε μεγαλεία και είναι λογικό. Το αντιλαμβανόμαστε και προσπαθούμε ό,τι κάνουμε να το κάνουμε γι’ αυτόν. Να μην είναι αγανακτισμένος και πιστέψτε με, μας έχει λείψει αυτό».
Ζεις με το όνειρο να φορέσεις τη φανέλα του Αρη στην Super League;
«Ο κ. Καλαϊτζίδης μας είχε πει μια κουβέντα τότε, στη Γ΄ Εθνική. Να κάνουμε υπομονή δύο χρόνια. Μακάρι να ήταν όμως μόνο δύο. Θέλω να βιώσω αυτό το συναίσθημα, αυτό το μεγαλείο και μακάρι να γίνει του χρόνου».