Επαιξε ο επίδοξος πρωταθλητής ΠΑΟΚ με τον Απόλλωνα, ο Απόλλων «έβγαλε» τα 2/3 του αγώνα με παίκτη λιγότερο και το αποτέλεσμα ήταν 0-0. Το άλλο το αποτέλεσμα ήταν ακόμη πιο τραγικό για τον ΠΑΟΚ. Με 11 εναντίον 10, σε ολόκληρο το δεύτερο ημίχρονο, δεν έκανε ούτε μια τελική προσπάθεια που να «βρήκε» εστία, παρά μόνο στο σουτ του Μακ που «βρήκε» το δοκάρι.
Πάνω που χάρηκε ο κόσμος με τις μεταγραφές, πάνω που γέμισε με αισιοδοξία για τη συνέχεια, ήρθε ένα ακόμη χοντρό «ξενέρωμα». Και επειδή, ειδικά για το χθεσινό παιχνίδι, δεν χωράει καμία δικαιολογία του τύπου «είναι νωρίς ακόμη, η ομάδα ακόμη δεν έχει μονταριστεί», όλοι όσοι φόρεσαν τη φανέλα του ΠΑΟΚ πρέπει να κοιταχτούν στον καθρέφτη και να κάνουν την αυστηρή αυτοκριτική τους. Μαζί τους και ο προπονητής. Διότι το να μην κερδίζει ο ΠΑΟΚ με 11 παίκτες τον Απόλλωνα με 10 ισοδυναμεί με κακόγουστο ανέκδοτο. Κι αν υποθέσουμε ότι ο ΠΑΟΚ στάθηκε άτυχος στο δοκάρι του Μακ στις καθυστερήσεις, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι λίγο πριν είχε γλιτώσει το γκολ στο... παρά τρίχα από μια αντεπίθεση του Απόλλωνα.
Κρίμα. Κρίμα, γιατί μετά τις βαθμολογικές απώλειες του Ολυμπιακού και του Παναθηναικού, ο ΠΑΟΚ πέταξε ακόμη δύο βαθμούς, διπλασιάζοντας τις δικές του απώλειες, με το δεύτερο 0-0, μετά το «φιάσκο» της Λιβαδειάς. Αλήθεια, μπορεί μια ομάδα να πάρει Πρωτάθλημα όταν με τους Λεβαδειακούς και τους Απόλλωνες ούτε καν σκοράρει; Ας καθίσουν να προβληματιστούν παίκτες και προπονητής, τώρα που δεν έχει χαθεί ακόμη το τρένο...
Το έξυπνο σουτ του Μπίσεσβαρ που έστειλε την μπάλα στο δοκάρι, δύο –τρία μακρινά σουτ και δυο αποτυχημένες απόπειρες του Πρίγιοβιτς να σκοράρει με μια κεφαλιά και ένα πλασέ, ήταν πολύ λίγα, ως προς την επίθεση, για τον ΠΑΟΚ του πρώτου ημιχρόνου. Ηταν ένας ΠΑΟΚ που, μέχρι τη στιγμή που ο Απόλλων έμεινε με 10 παίκτες, δεν διέφερε από τον αντίπαλό του. Μέχρι τότε έπαιζαν δυο μέτριες ομάδες και καθόλου δεν φαινόταν ότι η μία είναι πολύ πιο ποιοτική από την άλλη. Αιτία, οι πολλές λανθασμένες μεταβιβάσεις, με τις οποίες φυσικά δεν μπορεί να υπάρξει επιθετική ανάπτυξη, αλλά και το γεγονός ότι ο Ελ Καντουρί, ο οργανωτής υποτίθεται, πήρε ελάχιστες φορές την μπάλα στα πόδια του. Ο,τι καλό είδαμε σ’ αυτά τα 45 λεπτά το είδαμε από τον Μπίσεσβαρ, ο οποίος εξ ανάγκης έπαιξε αριστερός εξτρέμ, γιατί ο Μακ κρίθηκε, κατ’ αρχήν, ανέτοιμος.
Τον Μπίσεσβαρ είδαμε και στις αρχές του δευτέρου ημιχρόνου, τότε που ο ΠΑΟΚ πίεσε τον Απόλλωνα για να πετύχει το γκολ και να ηρεμήσει, ωστόσο πέρασε το μισό ημίχρονο και είχε απειλήσει μόνο με μια κοντινή απρόσεκτη κεφαλιά του Βαρέλα. Επίσης πολύ λίγο για μια ομάδα που είναι, θεωρητικά, πολύ ανώτερη και έχει και αριθμητικό αβαντάζ.
Η αλήθεια είναι ότι ο ΠΑΟΚ δεν κινδύνευε αλλά δεν ήταν αυτό το ζητούμενο. Ηταν να βρεθεί ο τρόπος να σκοράρει για να κάνει το αυτονόητο. Να πάρει τους τρεις βαθμούς. Και τώρα πλέον υπήρχαν στο γήπεδο και ο Ελ Καντουρί και ο Μαουρίσιο, ενώ δεν υπήρχε ο Κάνιας, που, με ένα ρεσιτάλ λανθασμένων μεταβιβάσεων, είχε βγάλει τον Λουτσέσκου από τα ρούχα του.
Καθώς μπαίναμε στο τελευταίο 20λεπτο, τίποτε δεν έδειχνε ότι θα αλλάξει κάτι, μολονότι ο ΠΑΟΚ είχε κάνει δύο αλλαγές και ο Απόλλων καμία, παίζοντας με τους ίδιους κουρασμένους 10 παίκτες. Τότε ήταν (72’) που μπήκε και ο Μακ στη θέση του Μπίσεσβαρ (γιατί άραγε;), αλλά όσο περνούσε η ώρα, τόσο πιο πολύ κόκκινο χτυπούσε η επιπολαιότητα και η σαστιμάρα των παικτών του ΠΑΟΚ, που «κατάφερναν» να μην έχουν ούτε μία τελική προς την αντίπαλη εστία. Απίστευτο, αλλά αληθινό. Ναι, η ατυχία «χτύπησε» τον ΠΑΟΚ με το δοκάρι του Μακ, για δεύτερη φορά, μετά το δοκάρι του Μπίσεσβαρ στο πρώτο ημίχρονο, ωστόσο προτιμώ να κρατήσω τη γενναία δήλωση του Λουτσέσκου «δεν υπάρχουν δικαιολογίες, δεν παίξαμε καλά, δεν αξιολογήσαμε σωστά το παιχνίδι» και μακάρι με αυτό το πνεύμα να αντιμετωπίσουν τη χθεσινή αποτυχία και οι παίκτες και να μη «στρογγυλοκαθίσουν» στο εύκολο και ανούσιο ελαφρυντικό της ατυχίας. Ενα μόνο να σκεφτούν. Οτι κορυφαίος παίκτης του χθεσινού αγώνα ήταν κάποιος Αλμπάνης...