Ο Κροάτης κόουτς του Δικέφαλου, χθες επιχείρησε μια ριψοκίνδυνη «ανατροπή» σε ότι... κυλούσε ομαλά και είχε μάλιστα και ουσιώδη αποτελέσματα μέχρι τώρα. Η ποδοσφαιρική λογική και σκοπιμότητα του επιτρέπει σαφέστατα αυτό που σκέφτηκε και επιχείρησε. Ένα rotationδηλαδή, ενόψει των πολλαπλών υποχρεώσεων των ήδη καταπονημένων από την καλοκαιρινή αγωνιστική περιπέτεια παικτών του.
Το «ρίσκο» λοιπόν που ανέλαβε στην προκειμένη περίπτωση, αυτό καθ’ εαυτό, δεν μπορεί να είναι εκείνο που θα του καταλογιστεί σαν ευθύνη για το χθεσινό αποτέλεσμα της πρεμιέρας. Ίσως κάποια άλλα στοιχεία που προέκυψαν και διαπιστώθηκαν και μάλιστα με σχετική ευκολία, είναι μερικά από αυτά τα οποία βραχυκύκλωσαν το εγχείρημα του. Επιχειρώντας ένα ανακάτεμα της τράπουλας ο Ιγκόρ, με το αναποδογύρισμα μιας ήδη διαμορφωμένης σταθερά καλής απόδοσης της ομάδας του, έπαιξε ένα χαρτί που δεν του βγήκε.
Και αυτό, προφανώς και πρωτίστως γιατί υπερεκτίμησε την ετοιμότητα του συνόλου των νεοαποκτηθέντων. Βασιζόμενος στην αποδεδειγμένη ποδοσφαιρική τους αξία και υπολογίζοντας ότι την σχετική έλλειψη παραστάσεων που έχουν από το ελληνικό πρωτάθλημα όπως και την αντίστοιχη έλλειψη συνάφειας και χημείας με τους υπόλοιπους συμπαίκτες τους, να την υπερκάλυπτε η προσωπικότητά τους, διακινδύνευσε τη μαζική συμμετοχή τους. Πέραν αυτού, ο συμπαθής Κροάτης φάνηκε να μην είναι απόλυτα ενημερωμένος για τον τρόπο με τον οποίο αγωνίζονται συγκεκριμένες ελληνικές ομάδες ούτε ασφαλώς με τον αντίστοιχο τρόπο που σφυρίζουν οι περισσότεροι Έλληνες διαιτητές.
Το γεγονός ότι από τα ενενήντα λεπτά παίχθηκαν γύρω στα 35 με 40’, όπως έδειξε τον εξόργισε. Κάπου όμως α πρέπει να συνηθίσει αυτή τη «φάμπρικα» και να βρει τρόπους για να την αντιμετωπίσει. Εξοργισμένοι εμφανώς και ανήσυχοι ήταν οι χιλιάδες των φίλων της ομάδας του οι οποίοι καθόντουσαν σε αναμμένα κάρβουνα βλέποντας τον πάγκο των φιλοξενουμένων να στρογγυλοκάθεται ο τρισμέγιστος Καζναφέρης και άρχοντας της αναμέτρησης να είναι ο ομογάλακτος «αδελφός» του κυρίου Μαρινάκη, γνωστός και μη εξαιρετέος, εθνικός οφθαλμίατρος Κουκουλάκης.
Όχι βέβαια γιατί στο 0-0 υπάρχουν κάποιες σοβαρές διαιτητικές παρεμβάσεις. Στο ότι όμως μόνο ποδόσφαιρο δεν παίχθηκε στην Τούμπα, οφείλεται στην εθελοτυφλία του και στις κουτοπονηράδες του σε καραγκιοζιλίκια, ατέλειωτες καθυστερήσεις και στην ατολμία του να δώσει κάρτες επιλεκτικά. Επιστρέφοντας σε αυτά που δεν βοήθησαν τον Ιγκόρ, ώστε το rotation που επιχείρησε να αποδειχθεί αποτελεσματικό, εκτός από το γεγονός της αν ετοιμότητας των νέο-αποκτηθέντων θα πρέπει να επισημάνουμε ότι διαπιστώθηκαν και μεγάλες αδυναμίες συνεργασίας στις «γραμμές» αλλά και στις «πτέρυγες».
Στα σημεία δηλαδή που μέχρι χθες ο ΠΑΟΚ έδειχνε ότι ρολάριζε περίφημα. Το ίδιο και στο «δημιουργικό» κομμάτι της ομάδας. Ο Τζιόλης έμοιαζε να τα έχει χαμένα. Το κακό συμπληρώθηκε και με την αναγκαστική αποχώρηση του Τσίμιροτ ο οποίος μέχρι τη στιγμή του τραυματισμού του έδειχνε ότι μπορούσε να προσφέρει και να συμβάλλει θετικά στην ανάπτυξη του παιχνιδιού. Έλειπαν σαφέστατα και οι γρήγορες προωθήσεις στους πλάγιους μπακ με συνέπεια να αχρηστευτεί τελείως ο Μακ και να περιοριστούν μπλοκαρισμένοι –χωρίς σκριναρίσματα- ο Ζάιρο και ο Ροντρίγκες. Γενικά ο ΠΑΟΚ χθες ήταν μια άλλη «ομάδα».
Διαφορετική από αυτήν που συνηθίσαμε και βλέπαμε σε ολόκληρη τη διάρκεια του «Γολγοθά» των προκριματικών. Έτσι, «σκάλωσε» στην πρεμιέρα. Χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι οι νέο-αποκτηθέντες δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθούν (ίσως όχι σε τόσο εκτεταμένο βαθμό), ούτε ότι ο Ιγκόρ μετά το χθεσινό αποτέλεσμα και το ρίσκο που δεν του βγήκε, έπαψε να είναι ο εργατικός και ελπιδοφόρος κόουτς. Απλά όπως το αναφέραμε, ήταν μερικά από αυτά που δεν υπολόγισε και τα οποία «συνωμότησαν» για να μην μπει με το δεξί η ομάδα του στην πρεμιέρα.
Η χθεσινή εμφάνιση και το αποτέλεσμα με τα όσα διαπιστώθηκαν μπορούν να εκληφθούν σαν μηνύματα και σαν ευκαιρίες αυτοκριτικής αλλά και μιας ενδεχόμενης μελλοντικής αυτοπροστασίας. Η ομάδα της Ξάνθης πήρε αυτό που ήθελε. Και δικαίως πανηγύρισε. Για τους γηπεδούχους ο δρόμος είναι ανοικτός και το μέλλον δικό του.