Η Μπόκα επισκέπτεται για δεύτερη φορά τη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να αντιμετωπίσει τον Αρη. Ο –στα όρια του μύθου – σύλλογος της Αργεντινής διαθέτει μακρά ιστορία, έχοντας τις βάσεις της στις αρχές του 20ού αιώνα και συγκεκριμένα στις 3 Απριλίου του 1905. Χρονολογία που άρχισε να φτιάχνεται η ιστορία, η οποία ξεπέρασε (κατά πολύ) τα όρια της Λατινικής Αμερικής.
Μπορεί να ηχεί «περίεργα», αλλά οι γεννήτορες της Μπόκα είχαν ελληνικές ρίζες. Πρόκειται για τους εκ Χίου καταγόμενους, Θεόδωρο και Ιωάννη Φαρέγγα και τον Σαμιώτη Κωνσταντίνο Καρούλια, ενώ στην ίδρυση συμμετείχαν και Ιταλοί. Ωστόσο, το όνομά της καθιερώθηκε να προφέρεται στην αγγλική γλώσσα, γιατί έτσι επίτασσε η δύναμη της τότε συνήθειας.
Με τα χρώματα της… Σουηδίας
Το ροζ χρώμα στην εμφάνιση έδωσε, γρήγορα τη θέση του, στις λευκές και μαύρες κάθετες ρίγες. Όμως, μια ακόμα ομάδα της περιοχής, φορούσε τα ίδια χρώματα, γι’ αυτό διοργανώθηκε μεταξύ τους αγώνας, ώστε να βρεθεί ποιος θα τα διατηρήσει. Η Μπόκα ηττήθηκε και αναγκάστηκε να επιλέξει την απόχρωση της σημαίας του πρώτου καραβιού, που θα εισερχόταν στο λιμάνι. Εκείνο ήταν το σουηδικό κάργκο «Drottning Sophia», οπότε το μπλε και το κίτρινο ταυτίστηκε με τον σύλλογο, παραπέμποντας στην Σουηδία.
Εδρα από… σοκολατάκια
Χρειάστηκαν κάτι παραπάνω από δέκα χρόνια, έως ότου η Μπόκα βρει τη μόνιμη στέγη της. Μέχρι τότε, οι αγώνες δίνονταν σε διαφορετικά γήπεδα στις συνοικίες Λα Μπόκα και Αβεγιανέδα. Για την ακρίβεια, το 1916 αγωνίστηκε στο πρώτο ιδιόκτητο γήπεδό της, όπου και έμεινε μέχρι το 1924, όταν «μπήκε» στο πραγματικό της σπίτι. Οι πρώτες εργασίες βελτίωσης ξεκίνησαν το 1938 και οι ξύλινες εξέδρες αντικαταστάθηκαν από τσιμεντένιες, ενώ το 1953 προστέθηκε και τρίτο διάζωμα, το οποίο πλαισίωσε τα υπόλοιπα δύο. Επειδή, λοιπόν, η νέα όψη των κερκίδων παρέπεμπε σε κουτί από σοκολατάκια, πήρε το όνομα «Bombonera», που έμεινε στην ιστορία. Σήμερα, η έδρα της Μπόκα μετρά 61.000 θεατές, όταν δεν διεξάγονται παιχνίδια υψηλού κινδύνου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η χωρητικότητα μειώνεται σε 49.000.
Μαραντόνα, ο κορυφαίος
Πλειάδα ποδοσφαιριστών, παγκόσμιου βεληνεκούς, φόρεσαν τη φανέλα της Μπόκα, οι οποίοι έμειναν στην ιστορία της ομάδας, αλλά και της χώρας. Ξεχωρίζει, βέβαια, ο Ντιέγκο Μαραντόνα, ο οποίος όμως πλαισιώνεται από «βαριά» ονόματα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι Γκάμπριελ Μπατιστούτα, Κλαούδιο Κανίγια, Μάρτιν Παλέρμο, Χουάν Ρομάν Ρικέλμε, Κάρλος Τέβες, Βάλτερ Σάμουελ και Οσκαρ Κόρντομπα. Η σχετική λίστα, πάντως, είναι… ατελείωτη.
Η ταξική διαμάχη με Ρίβερ
Τα αισθήματα μίσους των οπαδών της Μπόκα εκδηλώνονται στα παιχνίδια με τη Ρίβερ Πλέιτ, η οποία αποτελεί τον «αιώνιο» αντίπαλο. Η Ρίβερ προέρχεται από την ίδια συνοικία (Λα Μπόμπα), ωστόσο στη συνέχεια μετακόμισε στα βόρεια προάστια του Μπουένος Αιρες. Μοιραία, λοιπόν, η διαμάχη μεταφέρθηκε σε ταξικό επίπεδο, μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων της πρωτεύουσας και όχι μόνο. Η Μπόκα, βλέπετε, εκπροσωπούσε την εργατιά και τους ανθρώπους που δούλευαν, για να βγάλουν τα προς το ζην, σε αντίθεση με τους υποστηρικτές της Ρίβερ, οι οποίοι αποτελούσαν την αστική τάξη. Το ντέρμπι μεταξύ των δύο ομάδων πήρε την ονομασία «Superclásico» και το ενδιαφέρον για τον νικητή είναι… παγκόσμιο.
Διακρίσεις δίχως τέλος
Αμέτρητοι είναι οι τίτλοι και οι διακρίσεις της Μπόκα Τζούνιορς, όσες ονομασίες (Νασιονάλ, Μετροπολιτάνο, Κλαουσούρα, Απερτούρα) κι αν έχει αλλάξει το εθνικό Πρωτάθλημα. Ο σύλλογος της Αργεντινής μετρά 31 Πρωταθλήματα (1919, 1920, 1923, 1924, 1926, 1930, 1931, 1934, 1935, 1940, 1943, 1944, 1954, 1962, 1964, 1965, 1969, 1970, 1976, 1981, 1992, 1998, 1999, 2000, 2003, 2005, 2006, 2008, 2011, 2015) και δύο Κύπελλα (1969, 2012) και έξι Κόπα Λιμπερταδόρες (1977, 1978, 2000, 2001, 2003, 2007). Επίσης, στη συλλογή της υπάρχουν τρία Διηπειρωτικά (1977, 2000, 2003), όπως και εννιά ηπειρωτικά τρόπαια (Σουπερκόπα Νοτίου Αμερικής 1989, Σουπερκόπα Μάστερς 1992, Κόπα Όρο 1993, Ρεκόπα Σουδαμερικάνα 1990, 2005, 2006, 2008,Κόπα Σουδαμερικάνα 2004, 2005)