«Ηθελα να γράψω ταυτόχρονα με τη διεξαγωγή του τελικού. Εκείνη, όμως, τη στιγμή είχαμε χαρά και ποιος είμαι εγώ που θα προσπαθήσω να αμαυρώσω ένα ασπρόμαυρο πανηγύρι;
Με την ίδια λογική, όμως, και ποιοι είναι αυτοί οι περίπου 15 (ίσως και λιγότεροι) που, χρησιμοποιώντας τις πλάτες και την ανοχή των υπολοίπων, προσπαθούν πάντα να τα κάνουν όλα «πουτ…», ακόμα και όταν αυτό δεν χρειάζεται καθόλου, δηλαδή δεν το δικαιολογούν οι περιστάσεις, ακόμα και όταν με τις ενέργειές τους αυτές κινδυνεύει όλος ο οργανισμός ΠΑΟΚ να υποστεί ένα ακόμα αιματηρό τρύπημα με αφαιρέσεις βαθμών, τιμωρία έδρας και πρόστιμα (που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν π.χ. για κοινωνικούς σκοπούς);
Βρισκόμασταν ψηλά και ελαφρώς πλάγια από τη μικρή εκείνη ομάδα μπαχαλάκηδων, που, από την αρχή του αγώνα, το μόνο τους μέλημα ήταν πώς να προκαλέσουν τις διμοιρίες των ΜΑΤ σε μάχη. Δεν είδαν αγώνα και, είμαι σίγουρος, ΔΕΝ ΚΑΤΕΒΗΚΑΝ να δουν αγώνα.
Αφού έκοψαν το προστατευτικό συρματόπλεγμα και με τη χρήση ξηλωμένων πινακίδων έστρωσαν γέφυρα και παρέκαμψαν την τάφρο, δεν σταμάτησαν λεπτό να προκαλούν τα ΜΑΤ με εκτόξευση από πιστόλι και ρίψεις κροτίδων προς τα σώματα των αστυνομικών. Το ματς ήταν σε εξέλιξη, η αγωνία μας χτυπούσε κόκκινο, χάναμε τις ευκαιρίες τη μία μετά την άλλη και εκείνοι παντελώς στον κόσμο τους.
Κάναμε το 1-0 και κάθε που γυρνούσαμε τα κεφάλια προς τα κάτω μαζευόταν η ψυχή μας. Την ίδια ώρα που ο Βιεϊρίνια εκτόξευε τον ΠΑΟΚ, κάποιοι (συνειδητά ή ασυνείδητα - μάλλον το πρώτο) τον τρυπούσαν και έστρωναν το έδαφος για νέες περιπέτειες και αλλεπάλληλα εγκεφαλικά σε όλο τον λαό του ΠΑΟΚ.
Δεν τους συγκινούσε τίποτα από όλα αυτά, παρά μόνο το πώς θα προκαλέσουν μία γενικευμένη σύρραξη με εκτοξεύσεις προς τους αστυνομικούς, οι οποίοι, για να είμαστε δίκαιοι και να λέμε την αλήθεια, ΔΕΝ ΠΡΟΚΑΛΕΣΑΝ ούτε λεπτό.
Τόσα χρόνια θέλαμε μία ισχυρή διοίκηση να έρθει να τα βάλει με το ΠΟΚ και επιτέλους τη βρήκαμε. Τόσα χρόνια θέλαμε έναν μεγαλομέτοχο να τους ξεφτιλίσει και, επιτέλους, μας ήρθε ένας τέτοιος που αν του κόψεις τις φλέβες θα κυλήσει από μέσα όλη η ποντιακή ιστορία των χαμένων πατρίδων. Τόσα χρόνια θέλαμε να είχαμε κι εμείς τον πλούτο των ομάδων της Αττικής και τώρα είμαστε ίσως η πλουσιότερη ομάδα στην Ελλάδα.
Οι διοίκηση αναβαθμίστηκε και προσαρμόστηκε στις μεγάλες απαιτήσεις του λαού του ΠΑΟΚ. Εκείνοι οι 15 όμως ΟΧΙ. Επιμένουν να θέλουν να χορεύουν τον ΠΑΟΚ στον δικό τους ρυθμό. Αυτοαποκαλούνται «ο λαός του ΠΑΟΚ» και ισοπεδώνουν ό,τι δεν γουστάρουν, αδιαφορώντας για τη γνώμη και θέση του υπολοίπου 99,9% του ασπρόμαυρου λαού.
Αλλά, ούτε και στην μπαχαλίστικη νοοτροπία τους είναι συνεπείς. Θέλεις, κύριε, να τα βάλεις με τους αστυνομικούς; Κάνε ό,τι θες, εκφράσου όπως και όπου θες, αλλά άσε τον ΠΑΟΚ μας ήσυχο. Δεν είσαι ούτε πιο τρελός από μας, ούτε έχεις κάνει τα δικά μας χιλιόμετρα (ακόμα). Ούτε έχεις ξοδέψει, ούτε έχεις ξενυχτίσει όσο εμείς τόσα χρόνια.
Και ξέρεις κάτι; Πολύ αμφιβάλλω εάν έχεις τον ΠΑΟΚ στην καρδιά σου, όπως όλοι οι υπόλοιποι που βλέπουμε την ομάδα σαν την οικογένειά μας και κάθε αθηναϊκό τρύπημα εις βάρος της σα να πληγώθηκε ένα παιδί μας και τρέχουμε να σώσουμε, να γιατρέψουμε, να συνδράμουμε από το υστέρημα για τη μεγάλη μας τρέλα.
Γιατί ο ΠΑΟΚ είναι όλη μας η ζωή, 24 ώρες καθημερινά, κι εσείς έρχεστε και μας ΓΑΜ… την ψυχολογία (με τις δικές μας πλάτες και την ανοχή) γιατί πρέπει κάπου να διηγηθείτε να «κατορθώματά» σας για να αισθανθείτε «κάποιοι». Δεν ξέρω τι αισθάνεστε, αλλά τον ΠΑΟΚ μας ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΙΣΘΑΝΕΣΤΕ…
ΥΓ: Ιβάν, προτού ρίξεις το επόμενο πακέτο για την σούπερ ομάδα που θα πάρει του χρόνου το ΝΤΑΜΠΛ, ξεκίνα από αυτούς τους 15. Αν δεν το κάνεις θα δεις την επένδυσή σου να ρημάζει και όλους εμάς να τρέχουμε στον ψυχίατρο από την κατάθλιψη. ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΑΛΛΟ. Αρκετά...»