Δεν αμφισβητεί κανένας ότι είναι πρόοδος για το ποδόσφαιρο η χρήση της τεχνολογίας της γραμμής. Η τεχνολογική μέθοδος, δηλαδή, βάσει της οποίας φαίνεται ξεκάθαρα μέσω υπολογιστή αν η μπάλα πέρασε τη γραμμή ή όχι. Άλλωστε είναι γνωστό ότι ένα Μουντιάλ στο παρελθόν κρίθηκε ακριβώς από μια τέτοια φάση (Αγγλία 1966), ενώ και το 2010 πάλι σε αγώνα Αγγλίας-Γερμανίας υπήρξε αδικία, αυτή τη φορά σε βάρος των Βρετανών.
«Είναι όμως το μεγάλο πρόβλημα της διαιτησίας στα Μουντιάλ η τεχνολογία της γραμμής;», αναρωτιόμαστε όσοι παρακολουθήσαμε τα πρώτα παιχνίδια του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας. Όσο κι αν υποστηρίζει κανείς το φαντεζί παιχνίδι της «σελεσάο» δεν μπορεί να μην είδε το «σπρώξιμο» για να κερδίσει στην πρεμιέρα.
Είτε πρόκειται για… γραμμή που παίρνουν οι διαιτητές άνωθεν, προφανώς για λόγους εμπορικότητας, είτε πρόκειται για απλά ανθρώπινα λάθη, είναι ηλίου φαεινότερο ότι το πρόβλημα της διαιτησίας στα Μουντιάλ δεν περιορίζεται στην τεχνολογία της γραμμής. Ούτε λυτρώνεται κανείς αν δει σε ριπλέι το αυτονόητο. Ότι δηλαδή η μπάλα περνάει τη γραμμή τέρματος και μετά αναπαύεται στα δίχτυα στο γκολ που έχει μόλις μπει.
Το πρόβλημα είναι η αναξιοπιστία. Στο ότι «πρέπει» για διάφορους λόγους να προκριθούν συγκεκριμένες ομάδες (πάντα με μία έκπληξη, για άλλοθι), κινούμενοι στους άγραφους νόμους της εμπορικότητας. Το ότι σήμερα θα «φωνάξει» η Κροατία, αύριο το Μεξικό και μεθαύριο η Νιγηρία, ή πιο παλιά η Ιταλία και η Αυστραλία δεν απασχολεί κανέναν στη FIFA. Η φιλοσοφία της «γραμμής» καλά κρατεί…