Οι εταιρείες αθλητικού θεάματος, όπως αποκαλούνται οι ΠΑΕ, διέπονται στην ουσία από τις αρχές λειτουργείας μίας ανώνυμης εταιρείας ή απλώς κατ’ ευφημισμό κουβαλούν αυτό τον τίτλο; Να ένα καλό ερώτημα για όλους εκείνους που είναι ιδιοκτήτες μίας ΠΑΕ ή για όλους εκείνους που επιδιώκουν κάτι τέτοιο.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι πλην ελαχίστων περιπτώσεων η συμμετοχή ενός επιχειρηματία σε μία ΠΑΕ στην Ελλάδα δεν αποτελεί επενδυτική πρόκληση. Πλην δύο περιπτώσεων: όταν πρόκειται για ομάδα με μεγάλο εμπορικό όνομα που συμμετέχει στους ομίλους του Champions League, δηλαδή κάτι σαν τον Ολυμπιακό ή διαθέτει έναν «χρυσό χορηγό» και έχει τις υποδομές για να «γεννάει» ταλέντα, όπως είναι η Ξάνθη.
Σ’ όλες τις άλλες περιπτώσεις οι ιδιοκτήτες ξοδεύουν εκατομμύρια, για λόγους που έχουν να κάνουν με περιφερειακά κέρδη που ίσως προκύψουν για τους επιχειρηματίες που ασχολούνται με τις δημοφιλείς, και μόνο, ομάδες.
Διαφορετικά δεν υπάρχει κανένας (;) άλλος λόγος κάποιος να βάλει έστω και ένα σεντς σε μία επαγγελματική ομάδα της Ελλάδας. Αυτό λέει η λογική. Τότε γιατί διαγκωνίζονται, εσχάτως, διάφοροι επιχειρηματίες σε ομάδες της Football League ή της Γ’ Εθνικής;
Στην ιστορική Δόξα Δράμας οι κ.κ. Γαβριήλ και Γκάνης και στον επίσης ιστορικό Απόλλωνα ο mr. Kalas, δείχνουν ενδιαφέρον να αναλάβουν ως έφοροι των ποδοσφαιρικών ομάδων. Τι σημαίνει αυτό; Ότι στην περίπτωση που θέλουν με τις δύο ομάδες να κάνουν πρωταθλητισμό θα ξοδέψουν περίπου 800.000 ευρώ ο καθένας, για να τις προβιβάσουν στην Football League με στόχο να γίνουν ιδιοκτήτες των νέων ΠΑΕ.
Και επειδή το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα μοιάζει με τρύπιο κουμπαρά, στην καλύτερη περίπτωση θα ρισκάρουν ακόμη 1,5 εκατ. για να οδηγήσουν την ομάδα στην Super League όπου υπάρχουν ελκυστικά έσοδα από την τηλεόραση και τον χορηγό της φανέλας, για τις μικρομεσαίες ομάδες. Μέχρι τότε όμως θα έχουν βάλει σε κίνδυνο περίπου 2,5 εκ. ευρώ καθώς στον αθλητισμό κανείς δεν κάνει συμβόλαιο με την επιτυχία.
Το ίδιο ισχύει και για τους ενδιαφερόμενους «επενδυτές» του Πανσερραϊκού ή της Καβάλας και πάει λέγοντας. Αντιλαμβάνομαι ότι η υστεροφημία και η βελτίωση της αναγνωρισημότητας μπορεί να είναι ισχυρό κίνητρο, αλλά εκτιμώ ότι δεν μπορεί να κοστολογηθούν με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.
Οσο για το επιχείρημα «πάμε να κάνουμε δουλειές με αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας» επίσης εκτιμώ ότι αποτελεί μία καλή δικαιολογία γιατί οι καιροί δεν είναι για… «πρίγκηπες». Αρα ποιο μπορεί ναι είναι το «κρυφό μυστικό» όλων εκείνων που παρελαύνουν ως «επενδυτές» ιστορικών ομάδων της Β. Ελλάδας; Ιδού το ερώτημα…