Την άποψη ότι ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να περάσει τα σίδερα της φυλακής για τρεις περίπου μήνες στη ζωή του για να γίνει σοφότερος και να δει τη ζωή με διαφορετική ματιά εξέφρασε ο Θεόφιλος Μητρούδης μιλώντας στο Metropolis 95.5 και στην εκπομπή «Στη Σέντρα».
Ο πρώην πρόεδρος του Άρη υποστήριξε ότι η εμπειρία της φυλακής τον έκανε σοφότερο και καλύτερο, είδε και κατάλαβε πράγματα που πριν δεν μπορούσε και κατάλαβε πόσοι άνθρωποι νοιάζονται για εκείνον.
Αναλυτικά όσα είπε:
Για την εμπειρία της φυλακής: «Είναι οι καινούργιοι μου φίλοι. Εκεί υπάρχουν νόμοι ηθικοί, υπάρχει ανθρωπιά, υπάρχουν πράγματα που δεν μπορεί να φανταστεί κανείς εάν δεν μπει. Εγώ πήγα μια εκδρομή γιατί χωρίς αυτό βιβλίο δεν γράφεται. Εύχομαι όλοι οι άνθρωποι για τρεις μήνες να μπορούν να ζήσουν αυτήν την εμπειρία. Θα γίνουν σοφότεροι. Η εμπειρία αυτή με έκανε σοφότερο και καλύτερο και κατάλαβα κάποια πράγματα που δεν μπορούσα πιο πριν. Ο άνθρωπος είναι σκληρός και δεν το ξέρει. Ήμουν σε μια φυλακή που σέβονται τον άνθρωπο τόσο ο διευθυντής όσο και οι φύλακες. Προσπαθούσαν να μου κάνουν το χρόνο καλό. Ήμουν σε ένα δωμάτιο με όλες τις ανέσεις.
Εκεί μέσα είδα πράγματα ουσιαστικά. Είδα τη φυλακή από τη μέσα πλευρά και κατάλαβα το πόσους φίλους έχω και με αγαπάνε. Αυτό ήταν κάτι που το είχα ανάγκη. Στην ιστορία και την πορεία μου υπήρχαν στιγμές που με κλόνιζαν. Όταν μπήκα μέσα όμως κατάλαβα ότι έχω πάρα πολλούς φίλους οι οποίοι θέλησαν να με βοηθήσουν. Υπήρχε η πρόθεση για να βγω από εκεί από πολύ κόσμο. Σε ένα από αυτούς οφείλω το ότι είμαι έξω. Ήταν μια εμπειρία. Ο κόσμος που ετοιμάζεται να μπει να ξέρει ότι δεν πρέπει να φοβάται. Αυτό που πρέπει να τους φοβίζει είναι το έξω. Όταν βγαίνεις λές καλώς γύρισες στην κόλαση!
Μεγάλη υπόθεση στη φυλακή είναι η ντομπροσύνη. Ενοχλεί το ψέμα, η πουστιά, ο φυλακισμένος που έκανε μεγάλο κακό, δηλαδή βίασε ή σκότωσε, αυτοί δεν περνούν καλά μέσα. Όταν τελειώσει όλο αυτό τότε θα πω πάρα πολλά. Θέλω να στείλω χαιρετισμούς και κουράγιο σε εκείνους που είναι μέσα. Είναι ντροπή να είναι μέσα άνθρωποι που δεν μπορούν να πληρώσουν την εγγύηση και να είναι έξω εκείνοι που λήστεψαν επειδή έχουν χρήματα να είναι έξω. Αυτό είναι απαράδεκτο».
Για το πρόγραμμα της φυλακής: «Στις 8 έχει εγερτήριο. Ήταν ένα δωμάτιο, γιατί να το βλέπεις κελί; Έτσι ήθελα να το βλέπω. Έβλεπα με τη δική μου ματιά και για αυτό πέρασα καλά. Στις 12.30 μπαίνεις μέσα γιατί έχει φαγητό. Σου φέρνουν το φαγητό έξω από το δωμάτιο και τρως. Μια φορά βάζεις μανάβη. Δηλαδή παραγγέλνεις μαναβικά και την άλλη μέρα σου έρχονται. Την επόμενη μέρα βάζεις μπακάλη. Έχει φαρμακείο και καλή ιατρική περίθαλψη. Είχα πλήρη φαρμακοιατρική περίθαλψη και φροντίδα. Ακόμη και όταν έπρεπε να μεταφερθώ φρόντισαν να μην πάω με κλούβα. Εκεί είναι το δράμα. Η κλούβια είναι για λιοντάρια, για τίγρεις. Εάν δεις πως είναι μέσα και πως γίνεται η μετακίνηση θα καταλάβεις γιατί το λέω. Το απόγευμα παίζαμε σκάκι, ντόμινο, μιλάγαμε. Η πόρτα του κελιού άνοιγε στις οχτώ το πρωί, έκλεινε το μεσημέρι από τις 12.30 μέχρι τις 2 όπου τρώγαμε και ξεκουραζόμασταν και μετά άνοιγε και ξαναέκλεινε το βράδυ. Εκεί κάνεις έναν άνθρωπο ευτυχισμένο με έναν καφέ. Είναι τεράστιο αυτό το συναίσθημα».
Για το εάν τον επισκέφθηκε κάποιος: «Δεν ήθελα να έρχονται. Ο μόνος ο οποίος ήρθε δύο φορές να με δει ήταν ο Γιωργής Μπουσβάρος. Τον ήξεραν όλοι».
Τέλος, τόνισε: «Είμαι ευχαριστημένος. Θα συμπληρώσω το βιβλίο μου και μακάρι να μπορέσουν όλοι να ζήσουν την εμπειρία όπως την έζησα εγώ. Όλα τζάμπα ήταν, εξάλλου».