Δεν έχει περάσει παρά ελάχιστος χρόνος από τη στιγμή που μπήκε ο «επίλογος» στην πολύκροτη δίκη του «Koriopolis». Κι όμως ο απόηχος της ο οποίος αναμενόταν να είναι βροντώδης, έσβησε και χάθηκε σε χρόνο ρεκόρ, θαρρείς και δεν απασχόλησε ποτέ και κανέναν. Η παραμικρή ενόχληση, πολύ περισσότερο, βέβαια και αντίδραση. Περίεργο; Μάλλον όχι! Έτσι τουλάχιστον αποδείχθηκε μέσα από τις όποιες τυπικές – και όχι ουσιαστικές – προσεγγίσεις, των ελαχίστων οι οποίοι θέλησαν να ασχοληθούν με την όλη υπόθεση.
Η εξήγηση; Απλούστατη: Τι θα μπορούσε να πει κανείς για κάτι που γνώριζε από την πρώτη στιγμή την εξέλιξη του, αλλά και την κατάληξη του. Η κοινή γνώμη στο ίδιο μοτίβο. Παγερά αδιάφορη. Διαχρονικά πεπεισμένοι οι πανέλληνες περί των θολών και μυστηρίων αυτονόητων και δεδομένων που συμβαίνουν εντός της ελληνικής επικράτειας, περιορίστηκαν να βγάλουν μόνο την δική τους ετυμηγορία: Μαζί με το «Koriopolis» στον ίδιοι τάφο έθαψαν και τις τελευταίες λίγες ελπίδες της εξυγίανσης που υπήρχαν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνοψίζοντας αλλά και ανατρέχοντας συγχρόνως στα όσα εκπληκτικά, ανεκδιήγητα, γραφικά και σκοτεινά διαδραματίστηκαν σε βάθος μιας πενταετούς προδικασίας, με τη σειρά μας νιώθουμε την ανάγκη και την υποχρέωση, ασφαλώς όχι να τοποθετηθούμε στον προαναγγελθέντα «ενταφιασμό» των ελπίδων των Ελλήνων ποδοσφαιρόφιλων για μια πιθανή απόφαση που θα άνοιγε το δρόμο της εξυγίανσης (αυτό το είχαμε κάνει προ καιρού προειδοποιώντας για ψευδαισθήσεις και αυταπάτες), αλλά να προϊδεάσουμε και αυτή τη φορά για τη δεύτερη παράσταση που ήδη ξεκίνησε και παίζεται στο ίδιο πάλκο.
Στα πέντε χρόνια άλλωστε (τόσο κράτησε το σίριαλ του «Koriopolis») όλοι μας είχαμε τη ευκαιρία να παρακολουθήσουμε μια σειρά από γεγονότα, τα οποία μας οπλίζουν με την βεβαιότητα ότι δεν θα πρέπει να περιμένουμε κάτι που θεωρείται απρόσιτο, αν όχι ακατόρθωτο. Πλημμελείς προδικασίες, ατελείς διαδικασίες, απενεργοποίηση και περιθωριοποίηση τεκμηρίων και συγκλονιστικών αποκαλύψεων και ντοκουμέντων, ανακατασκευές καταθέσεων, στοχοποιημένες νέες αθωωτικές μαρτυρίες που αποσκοπούσαν στην ελάφρυνση κατηγορητηρίων, ψευδομαρτυρίες και ότι στρεβλό κι εκτός νόμιμης διαδικασίας μπορεί να φανταστεί κανείς, επιστρατεύτηκαν στη διάρκεια αυτής της πολύχρονης δικαστικής περιπέτειας. Θα μπορούσε κανείς συνολικά και περιοριζόμενος σε όλη αυτή την θολή εικόνα, να μιλήσει ακόμη και για μια ανεξέλεγκτη κατάσταση την οποία βρήκαν μπροστά τους οι δικαστικοί λειτουργοί που εκλήθησαν να πάρουν στο τελικό στάδιο τις αποφάσεις τους. Η όλη υπόθεση αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι την εκδίκαση της επικοινωνιακά, είχε προσλάβει την μορφή ενός ηφαιστείου έτοιμου να εκραγεί.
Τελικά όπως αποδείχθηκε, αυτό το ηφαίστειο έσκασε με τον θόρυβο μιας απλής τσιχλόφουσκας. Αναφερόμενοι στη δεύτερη παράσταση, έχουμε να πούμε πως η υποβάθμιση των κακουργηματικών πράξεων σε πλημμελήματα από μόνη της «άδειασε» στην κυριολεξία τον ασκό που μέσα του ήταν κλεισμένοι άνεμοι πολύ επικίνδυνοι για συγκεκριμένους μεγαλόσχημους του χώρου. Η «εγκληματική οργάνωση» υποβιβάστηκε και την θέση της παραχώρησε στην ηπιότερη και πλέον ανώδυνη περίπτωση της σύστασης συμμορίας. Η νομική εξήγηση από μόνη της επιβεβαιώνει ότι κάποιοι «μάγκες» και κάποιοι «μεγάλοι» θα την γλιτώσουν πολύ φθηνά. Με δυο λόγια και θέλοντας να συμμαζέψουμε όλα τα παραπάνω, καταλήγουμε κι εμείς στο συμπέρασμα ότι φαίνεται πως ο τάφος που άνοιξε για να ενταφιαστεί το «Koriopolis» και η κάθαρση, είναι μεγάλος κι έχει αρκετό χώρο για να… «φιλοξενήσει» ότι ήθελε προκύψει στο εγγύς ή και στο απώτερο μέλλον.
ΥΓ: Εγκατέλειψε ο Θεοδωρόπουλος, αφήνοντας στα κρύα του λουτρού τους Παναθηναϊκούς; Ή μήπως είναι μέρος του σχεδίου το οποίο όπως αποδεικνύεται έχει μεθοδεύσει ο Θόδωρος Θεοδωρίδης, υποχρεωμένος πλέον από τη συμμαχία Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού να βοηθήσει τους πράσινους; Κάτι τέτοιο δείχνει και η απόφαση της ΟΥΕΦΑ να δώσει προθεσμία χάριτος μέχρι την 1η Μαρτίου στους υπό πτώχευση Αθηναίους. Βέβαια υπάρχει και μια άλλη εκδοχή που λέει ότι ο Αθηναίος επιχειρηματίας άλλαξε γνώμη όταν επιβεβαίωσε την πληροφορία που ανέφερε ότι ο πρώην πρόεδρος τη συμμαχίας κ. Αλαφούζος, την ώρα που δεν έβαζε ευρώ στην ομάδα του, είχε παραγγείλει τρία καράβια, το ύψος της τιμή των οποίων, προσέγγιζε το αστρονομικό ποσό των 250 εκατομμύριων ευρώ.