Λέγαμε μετά τα δύο πρώτα φιλικά του ΠΑΟΚ στην Ολλανδία ότι «είναι βέβαιο πως πολύ σύντομα η ομάδα θα παρουσιάσει μια καλή εικόνα, πολύ καλύτερη από αυτή την… περίεργη που είχε παρουσιάσει πέρσι, τέτοια εποχή, με τα αδιέξοδα πειράματα του Αλεξάνταρ Στανόγεβιτς.
Δεν γίνεται να βρίσκεται φέτος σε χειρότερη κατάσταση. Και να θέλουν να το «πετύχουν» προπονητής και παίκτες, είναι αδύνατο. Είναι βέβαιο επίσης ότι το ρόστερ θα είναι πιο ποιοτικό σε σύγκριση με το περσινό. Με έναν καλό επιθετικό, με τον Ουάρντα να επανέρχεται και με έναν επίσης καλό μέσο, είτε τον Βέρνμπλουμ, είτε κάποιον άλλο, συν τους παίκτες που επέστρεψαν από δανεισμό, συν και τον Χατσερίντι, είναι προφανές ότι η ομάδα θα ενισχυθεί ουσιαστικά, καθώς δύο μόνο παίκτες από το περσινό ρόστερ θα λείπουν. Ο Μακ, που δεν πρόσφερε πολλά και ο Κάμπος, που δεν πήγε άσχημα, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να γίνει βασικός. Στους τερματοφύλακες υπάρχει πληρότητα, στα πλάγια της άμυνας επίσης, αν και τα μπακ απ του Μάτος και του Βιειρίνια είναι ένα ζήτημα, για το κέντρο της άμυνας δεν το συζητάμε, το ίδιο και για τα χαφ, αλλά και για την επίθεση, συνυπολογίζοντας φυσικά και τις μεταγραφές που θα γίνουν»
Από τότε αποκτήθηκε μόνο ο Ζαμπά και δεν έγινε καμία άλλη μεταγραφή. Ο φορ και ο αριστερός μπακ που ζήτησε ο Λουτσέσκου δεν έχουν έρθει, όπως δεν ήρθε και ο χαφ, που εξ αρχής αποτελούσε μεταγραφικό στόχο. Προσωπικά, εξακολουθώ να εύχομαι να μη φανεί ποτέ η απουσία ενός μπαλαδόρου οργανωτή, για να μη δούμε ποτέ ότι η ομάδα δεν «τσουλάει» στην επιθετική ανάπτυξη, αλλά επειδή έχω συμβιβαστεί με την ιδέα ότι ούτε φέτος θα επιχειρηθεί η απόκτηση ενός ποιοτικού οργανωτή μέσου, εύχομαι να γίνουν τουλάχιστον το συντομότερο δυνατό οι τρεις μεταγραφές που εκκρεμούν και, φυσικά, να αποκτηθούν παίκτες που θα μπορέσουν να προσφέρουν ουσιαστικά.
Για την ώρα, η αλήθεια είναι ότι ο ΠΑΟΚ, ο περσινός ΠΑΟΚ, μπορεί, με λίγη προσοχή, να αποκλείσει τη Βασιλεία και να προχωρήσει στην επόμενη προκριματική φάση του Τσάμπιονς Λιγκ. Η εικόνα του πρώτου αγώνα στην Τούμπα επιβεβαίωσε ότι η αντίπαλος του ΠΑΟΚ, παρά την εμπειρία της και τις πολλές επιτυχίες της στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, ούτε φόβητρο είναι, ούτε στην καλύτερη κατάσταση βρίσκεται αυτή τη χρονική περίοδο.
Ενας απλά καλός, κατά διαστήματα, ΠΑΟΚ νίκησε με 2-1 και θα είχε ήδη εξασφαλίσει την πρόκριση αν οι παίκτες του ήταν πιο προσεκτικοί στην τελική προσπάθεια και, κυρίως, αν δεν δέχονταν το «κρύο» γκολ από τον Αγέτι στο φινάλε. Στον αγώνα ρεβάνς, εξακολουθούν όλα να είναι υπέρ του ΠΑΟΚ. Υπάρχει η νίκη στο πρώτο ματς, υπάρχει η ωραία ατμόσφαιρα στην ομάδα, υπάρχει η ομοιογένεια, η καλή «χημεία», η σωστή νοοτροπία, υπάρχει επίσης και μία ακόμη εβδομάδα προετοιμασίας, που σίγουρα αύξησε το επίπεδο ετοιμότητας της ομάδας.
Αντίθετα, στη Βασιλεία τίποτε δεν άλλαξε προς το καλύτερο. Η κατάσταση παραμένει ίδια, αν δεν έγινε χειρότερη. Η ομάδα έμεινε χωρίς τον προπονητή της, έφερε ένα ακόμη κακό αποτέλεσμα, το 1-1 με την Ξαμάξ, η γκρίνια των οπαδών της δεν έχει σταματήσει και, δυστυχώς, για τη Βασιλεία, δεν βγήκε αληθινό το γνωστό παραμύθι που λέει ότι, όταν μια ομάδα αλλάζει ξαφνικά προπονητή, τής βγαίνει σε καλό. Το ήλπιζαν οι υπεύθυνοι της Βασιλείας, μετά την απόλυση του Ραφαέλ Βίκι, αλλά γιατί να τους βγει σε καλό; Το πρόβλημα στη Βασιλεία ήταν ότι οι παίκτες δεν γούσταραν τον προπονητή, οπότε, με την απομάκρυνσή του, θα ένιωθαν καλύτερα και θα άλλαζαν πρόσωπο; Όχι βέβαια.
Θέλω να πιστεύω ότι για έναν σοβαρό ΠΑΟΚ η υπόθεση της ρεβάνς θα είναι εύκολη. Μπορεί κάλλιστα η ομάδα να κάνει επίδειξη δύναμης στην Ελβετία και να πάρει την πρόκριση, αποδεικνύοντας, για δεύτερη φορά, ότι ήταν σαφώς ανώτερη από την αντίπαλό της. Κι ύστερα, να πέσουν όλοι με τα μούτρα στη δουλειά για να αποδείξουν ότι ο ΠΑΟΚ είναι ανώτερος και από τη Σπαρτάκ Μόσχας, πράγμα, βέβαια, που είναι σαφώς πιο δύσκολο.
Από την έντυπη έκδοση της Metrosport (30/7)