Μας ζάλισε το κεφάλι ο επίτροπος της ΦΙΦΑ. Μιλούσε επί μία ώρα και είπε για τα θλιβερά γεγονότα στο ελληνικό ποδόσφαιρο, είπε για τα όπλα, είπε για τη νύχτα ντροπής της περασμένης Κυριακής, είπε για το Grexit που είναι πολύ κοντά, αλλά το μόνο που δεν είπε ήταν ποια είναι η κωμικοτραγική αιτία που προκάλεσε το τραγικό αποτέλεσμα.
Ο Αυστριακός εκπρόσωπος του «μπαμπούλα», που, κατά τα άλλα, εξύμνησε την «υπέροχη» χώρα μας και θυμήθηκε ότι ήμασταν και πρωταθλητές Ευρώπης, μιμήθηκε όλους τους «σωτήρες» του ελληνικού ποδοσφαίρου, που άρπαξαν το πριόνι για να κόψουν ένα δέντρο, αγνοώντας σκόπιμα το γεγονός ότι βαριά άρρωστο είναι όλο το δάσος. Εστίασε στο όπλο, στρουθοκαμηλίζοντας για όσα προκάλεσαν την εισβολή αυτού που έφερε (κακώς) το όπλο.
Δεν μας είπε, δηλαδή, όπως δεν μας λένε και οι όψιμοι εν Ελλάδι υπερασπιστές της γνησιότητας του ποδοσφαίρου, πώς είναι δυνατόν να ορίζεται στο πιο κρίσιμο ματς της χρονιάς ο μοναδικός Ελληνας διαιτητής που λογικό θα ήταν να έχει συναισθηματική φόρτιση επειδή διηύθυνε πέρσι τον τελικό του Κυπέλλου με αντιπάλους τις ίδιες ομάδες. Δεν μας είπε πώς είναι δυνατόν να κρίνεται ο Κομίνης -και κανένας άλλος διαιτητής- ικανός να διαιτητεύσει το ντέρμπι που θα κρίνει τον τίτλο, ενώ έχει δεχτεί απίστευτο μπούλινγκ από την ηττημένη ομάδα του τελικού για τη φάση του δεύτερου γκολ της νικήτριας ομάδας. Δεν μας είπε ποιο ήταν το κριτήριο αυτών που τον όρισαν, καθώς ανήκουν στη δικαιοδοσία των επιτρόπων και όχι στη δικαιοδοσία της ΕΠΟ, μια που η ΚΕΔ έχει προ πολλού «καπελωθεί» και ελέγχεται από τους Ευρωπαίους επιτρόπους και επιτηρητές.
Δεν μας είπε, επίσης, πώς νιώθει και τι θα εισηγηθεί στη ΦΙΦΑ για τη γελοιοποίηση που υπέστη το ποδόσφαιρο από τον διαιτητή και τον επόπτη που οι επίτροποι όρισαν, αφού επί δύο ώρες δεν μπορούσαν να απαντήσουν ούτε στον εαυτό τους, ούτε στους παίκτες των δύο ομάδων, ούτε σε 28.000 ανθρώπους που ήταν στο γήπεδο, ούτε σε εκατοντάδες χιλιάδες άλλους φιλάθλους που έβλεπαν το ματς από την τηλεόραση, αν ένα γκολ είναι έγκυρο ή άκυρο. Δεν μας είπε αν θα γινόταν ό,τι επακολούθησε αν οι δύο ανίκανοι διαιτητές κατακύρωναν επί τόπου το γκολ, καθώς αυτό είχαν αποφασίσει εξ’ αρχής κινούμενοι και οι δύο προς τη σέντρα. Δεν μας είπε πώς είναι δυνατόν οι διαιτητές να αλλάζουν την άποψή τους, επειδή οι παίκτες μιας ομάδας διαμαρτύρονται και επειδή κάποιοι τρίτοι κάτι τους σιγοψιθυρίζουν στο αυτί, μέσω ενδοεπικοινωνίας. Ούτε μας είπε, φυσικά, πώς, παρ’ όλα αυτά, οι διαιτητές αποφασίζουν τελικά, μετά από δύο ώρες, αυτό που εξ’ αρχής έκριναν και που αν εφάρμοζαν επί τόπου το παιχνίδι αυτό θα είχε λήξει ομαλά, ήρεμα και φυσιολογικά.
Αυτά όλα πρέπει να εξετάσουν η ΦΙΦΑ και η ΟΥΕΦΑ. Διότι αν δεν εξετάσουν αυτά, δεν θα ασχοληθούν σοβαρά με το αληθινό πρόβλημα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Το πρόβλημά μας δεν είναι η συμπεριφορά ενός ανθρώπου, ούτε το λάθος, που, εν τη αφελεία του, έκανε. Το πρόβλημά είναι η αναξιοπιστία, οι διάτρητοι νόμοι της «αθλητικής δικαιοσύνης» και η ανικανότητα (αν μη τι άλλο…) των διαιτητών. Μ’ αυτά πρέπει να ασχοληθεί ο «μπαμπούλας» κι ας αφήσει τους καναλάρχες, τους μεγαλοεπιχειρηματίες, τους μεγαλομετόχους των άλλων ομάδων και τα κομματικά κοπρόσκυλα να λοιδορούν σε βάρος του Ιβάν Σαββίδη. Τις συνέπειες της πράξης του θα τις υποστεί και θα τις αντιπαλέψει, όπως μπορεί, ο ίδιος ο Σαββίδης. Αλλά ο Σαββίδης δεν είναι αυτός που έφερε το ελληνικό ποδόσφαιρο στο χείριστο επίπεδο αναξιοπιστίας, απαξίωσης και εξαθλίωσης. Αν οι επίτροποι δεν θέλουν να μοιάζουν με τους εν Ελλάδι αλήτες, καιροσκόπους, τυχοδιώκτες, ας πάψουν να ασχολούνται με το όπλο και ας ασχοληθούν με τις ουσιαστικές παθογένειες του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ας ασχοληθούν με τη νόσο και όχι τα συμπτώματα της νόσου.