Δεν θα μείνω για πολύ στη Σαββατιάτικη τραγική παράσταση που έδωσαν ο Ραζβάν Λουτσέσκου και οι παίκτες του. Το ίδιος και στην άθλια συμπεριφορά του Αλέξη Κούγια που αντί να εύχεται να ανοίξει η γη και να τον καταπιεί, ζητά από πάνω και τα ρέστα.
Ότι είχαμε να πούμε για αυτό το παιχνίδι καταγράφηκε στο χθεσινό μας σχόλιο, όπως και στο αντίστοιχο της παραμονής του αγώνα, στο οποίο είχαν προβλεφθεί όλα όσα συνέβησαν. Και τα δύο μένουν «ανοιχτά» και στη διάθεση των φίλων του ΠΑΟΚ για να τα κρίνουν. Στον «κάμπο» είχαμε όπως προαναφέραμε το τρίπτυχο… «αλητεία – στήσιμο και αυτοκτονία». Στο πρώτο πρωταγωνίστησαν οι γηπεδούχοι με τον ιδιοκτήτη της ομάδας τους να αφήνει άφωνο το πανελλήνιο με την απαράδεκτη «εκτροπή» του. Στο δεύτερο, ο Ηπειρώτης διαιτητής κλώνος του Μπριάκου και διάδοχος του αντιΠαοκτσή Μήτσιου, ο οποίος έφερε σε «αίσιο» πέρας την αποστολή που του ανατέθηκε, το κλάδεμα δηλαδή των φιλοξενούμενων.
Σε αυτό το τελευταίο βέβαια, βοήθησε και η απαράδεκτη απόδοση της ομάδας του Ράζβαν Λουτσέσκου. Σε αυτήν την περίπτωση όμως, προκύπτει και το ερώτημα γιατί ο ΠΑΟΚ ενώ γνώριζε το παρελθόν και την εξάρτηση από την «παράγκα», του Κατσικογιάννη δεν αντέδρασε στον ορισμό του. Θα μου πείτε εδώ δεν αντέδρασε στην επιστροφή του Τσαχειλίδη στην ΚΕΔ, που ως γνωστόν θεωρείται και είναι παιδί του λιμανιού, από τη στιγμή που ο πατέρας του υπήρξε για πολλά χρόνια γενικός αρχηγός του Ολυμπιακού. Μια επιστροφή που σηματοδοτήθηκε και αποδείχθηκε με τους πρώτους διορισμούς, του Κατσικογιάννη στη Λάρισα και του Αρετόπουλου – χθες – στο Φάληρο. Ο τελευταίος ωστόσο, παρά την αποδεδειγμένη πίστη και αφοσίωση του στους ερυθρόλευκους, γεγονός που έχει αποδειχθεί περίτρανα με τη συμμετοχή του σε οργανωμένες εκδρομές οπαδών του θρύλου, δεν κατάφερε να βοηθήσει την ομάδα – ναυάγιο του Σερ, παρόλο που το επιχείρησε, χωρίς όμως να εκτεθεί σε σοβαρές εθελοτυφλίες και αποφάσεις.
Ας μείνουμε όμως σε αυτό το παιχνίδι γιατί μέσα από την εξέλιξη του και την εικόνα όχι των δύο ομάδων, αλλά περισσότερο από την απόδοση συγκεκριμένων παικτών, προκύπτουν κάποιες απαντήσεις σε αναπάντητα ερωτηματικά, αλλά και εστάλησαν εκκωφαντικά μηνύματα προς τον υπεύθυνο του ποδοσφαιρικού τμήματος του ΠΑΟΚ. Μηνύματα και ερωτηματικά που έχουν σχέση με τον τρόπο που επιχείρησε να «διαχειριστεί» το καλοκαίρι το ρόστερ της ομάδας, στη διάρκεια των μεταγραφών. Για τους γνωρίζοντες καλά τα πράγματα, ο Σλοβάκος που τα έκανε στην κυριολεξία μούσκεμα με τους ανύπαρκτους και καθυστερημένους σχεδιασμούς του, προφασιζόμενος αποσυμφόρηση του ρόστερ, προχώρησε σε κάποιες «εκκαθαρίσεις» οι οποίες όμως είχαν την σφραγίδα της στοχοποίησης και σε πρόσωπα και σε θέσεις. Γιατί άφησαν υποψίες μιας προσπάθειας να απομακρυνθούν κάποιοι που αποτελούσαν σοβαρούς ανταγωνιστές, σε παίκτες που έδειχναν ότι είχαν άνωθεν προστασία και απολάμβαναν προνομίων ανισόνομα και άδικα από τους υπόλοιπους.
Υπήρχε δηλαδή μια περιρρέουσα αίσθηση ότι η αποσυμφόρηση επικεντρωνόταν στο χώρο της άμυνας και στη μεσαία γραμμή. Έτσι, έβλεπε κανείς να απομακρύνονται παίκτες αξιόλογοι, πολύ καλύτεροι από αυτούς που παρέμεναν σταθεροί στη θέση τους και μάλιστα με τρόπους άκομψους, προκλητικούς και ασύμβατα ποδοσφαιρικούς. Το άδειασμα του ρόστερ ήταν πέρα ως πέρα ανεύθυνο και σε πολλές των περιπτώσεων εξόργιζε όσους παρακολουθούσαν από κοντά τις κινήσεις του Μίχελ. Το να τίθεται στο περιθώριο και να στέλνεται δανεικός ο καλύτερος κεντρικός αμυντικός του περσινού Πρωταθλήματος (Χατζησαΐας) χωρίς καν να δοκιμαστεί αυτό λέει πολλά. Αν προστεθεί και η απομάκρυνση του Χαρίση, όπως και οι τακτικοί αποκλεισμοί και περιθωριοποιήσεις παικτών της μεσαίας γραμμής για να παραμένει ακλόνητος στη θέση του και να επιβεβαιώνει πλέον την ειρωνική διαπίστωση και των φίλων του ΠΑΟΚ ότι «ΠΑΟΚ χωρίς Σάκχοφ δεν γίνεται», είναι διαπιστώσεις νεφελώδεις, ως ένα σημείο και μυστηριώδεις. Δεν υπάρχει λόγος να επεκταθούμε στο θέμα.
Απλά να ρωτήσουμε κι εσάς αν είδατε το χθεσινό παιχνίδι και περισσότερο μάλλον να απευθυνθούμε στον Μιχελ που σίγουρα το είδε και να μας πει πως ένιωθε βλέποντας την μαγική εμφάνιση του Ουάρντα και τις εντυπωσιακές επίσης των Χατζησαΐα και Γιαννούλη. Και αν μεν για τον Αιγύπτιο υπήρξαν κάποια ερωτηματικά και δικαιολογίες που αφορούσαν τον ασταθή χαρακτήρα του, ο κάθε καλόπιστος υποψιασμένος αναρωτιέται: μα για αυτόν τον λόγο δεν υπάρχουν οι υπεύθυνοι να φροντίσουν όντας παιδαγωγοί και πλέον έμπειροι να προφυλάξουν τον παίκτη, να του συμπαρασταθούν και να προσπαθήσουν να τον βάλουν σιγά σιγά στο κλίμα της ομάδας;
Προτιμότερη δεν ήταν μια προσπάθεια από αυτό το έλα – φύγε και ξανά έλα και πάλι φύγε και στο τέλος δανεικός; Λάθη χωρίς δικαιολογίες. Δεν γνωρίζουμε πραγματικά αν υπάρχει κίνδυνος να χαθούν μερικοί από τους «ανεπιθύμητους» όπως είχαν χαρακτηριστεί και δόθηκαν δανεικοί. Ίσως σε μερικούς από αυτούς να υπάρχουν ρήτρες σοβαρές, σε άλλους, όπως επί παραδείγματι του Χαρίση, κάτι τέτοιο δεν έγινε. Γνωρίζουμε όμως καλά ότι ο κόσμος του ΠΑΟΚ έχοντας πλέον ολοκληρωμένη άποψη για αυτό το τόσο σοβαρό θέμα, απαιτεί να προστατευτούν τα περιουσιακά στοιχεία του συλλόγου και να επιστρέψουν άμεσα στην Τούμπα, όσοι το αξίζουν και αποδείχθηκε ότι στοχοποιημένα απομακρύνθηκαν.
ΥΓ: Διάβασα τις δηλώσεις Κούγια με προσοχή. Δεν αποκόμισα τίποτα το ουσιώδες, πέρα από τα λιβανίσματα άσπονδων αντιπάλων και εχθρών του ΠΑΟΚ (συλλόγων και παραγόντων) και τις γνωστές διθυραμβικές κορώνες της αυτοαναγνώρισης, της πετυχημένης επαγγελματικής διαδρομής του ιδιοκτήτη τη ΑΕΛ. Δεν είδα την παραμικρή λέξη για την ταμπακιέρα. Για τη συμπεριφορά του. Για το φτύσιμο του «αληταρά» (όπως κατ επανάληψη αποκαλεί και χαρακτηρίζει τον Μαροκινό παίκτη του ΠΑΟΚ). Δεν μένουμε στην «κόντρα» που άνοιξε με τον Σαββίδη και ούτε μπορούμε να προβλέψουμε τις συνέπειες της.
Θα θέλαμε όμως να τον ρωτήσουμε αν αλήθεια δεν αισθάνθηκε μετά τον αγώνα, σαν μορφωμένος άνθρωπος και υπεύθυνος αθλητικός παράγοντας, να ζητήσει μια συγνώμη, όχι από τον… «αληταρά» αλλά από τον κόσμο και ιδιαίτερα από τους νέους που πάγωσαν στην κυριολεξία, βλέποντας τον να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο. Όσο για τα περί ραγιάδων της Θεσσαλονίκης ας τα κρατήσει για κάποια άλλη φορά και για διαφορετική χρήση, γιατί ραγιάδες δεν υπήρξαν ποτέ οι Θεσσαλονικείς. Οι πραγματικοί ραγιάδες με όλη τη σημασία της λέξης είναι μερικοί που συμμετέχουν και μάλιστα πρωταγωνιστικά, σε όποιο σίριαλ προκύπτει κατά περίσταση στον χώρο και έχει τον τίτλο: «Με λένε Ρίζο και όπως θέλω τα γυρίζω».