Ξεκινάω να γράψω πριν από την τηλεδιάσκεψη του Eurogroup, που ήταν προγραμματισμένη για τις οκτώ χθες το βράδι, στην οποία οι υπουργοί οικονομικών θα εξετάζανε τη νέα πρόταση που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση.
Δεν ξέρω το αποτέλεσμα, αλλά εύχομαι –αν υπήρξε- να ήταν καλό για τη χώρα μας. Οφείλω, όμως, να πω ότι το κλίμα που υπάρχει τις τρεις τελευταίες ημέρες, είναι πάρα πολύ άσχημο. Οποιος κυκλοφορεί και συζητάει με τον κόσμο, βλέπει ανθρώπους προβληματισμένους, ανήσυχους, κάποιους φοβισμένους, άλλους που είναι τρομαγμένοι.
Το κλείσιμο των τραπεζών δεν είναι μια απλή υπόθεση. Δεν έκλεισαν λόγω αργίας. Δεν έκλεισαν για να οργανώσουν τα συστήματά τους. Εκλεισαν για να μην καταρρεύσουν. Και όπως λένε αυτοί που γνωρίζουν, ακόμη κι αν υπάρξουν εξελίξεις οι οποίες θα ανατρέψουν πλήρως το σκηνικό, οι οποίες θα οδηγήσουν σε συμφωνία τη χώρα μας με τους εταίρους-δανειστές, η πληγή που άνοιξε στις τράπεζες δεν θα κλείσει σύντομα. Θα χρειαστεί να περάσει πολύς καιρός για να επανέλθει η ομαλότητα, η κανονικότητα, η ροή που είχαμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια, ειδικά από την ένταξή μας στη ζώνη του ευρώ και μετά.
Όμως, ακόμη κι αυτό, αν η κατάσταση διορθωθεί, αν βρεθεί ένας κοινός τόπος, αν δημιουργηθούν προϋποθέσεις για να ξαναβγεί η Ελλάδα στο φως, να κάνει βήματα προόδου, να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της, να μειώσει την ανεργία, να ξαναβρεί το δρόμο προς την ανάπτυξη, δεν θα είναι το μείζον.
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι θα ξημερώσει σύντομα η μέρα εκείνη που όλα θα είναι διαφορετικά, που όλοι αυτοί οι οποίοι έχασαν την δουλειά τους, χρειάστηκε να ξενιτευτούν, χρειάστηκε να ζούνε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, θα βρούνε δουλειά, θα επιστρέψουν στη χώρα, θα ξεπεράσουν κάθε δυσκολία.
Οποιος δεν το βλέπει πως η χώρα θα χρειαστεί να περάσει πολλά ακόμη δύσκολα χρόνια, είναι προφανές ότι εθελοτυφλεί. Διότι όποια κι αν είναι η τελική λύση, θα είναι σκληρή.
Το ζήτημα, όμως, είναι η όποια λύση επιλεγεί, να υποστηριχτεί από όλους, να απαιτηθεί από κάθε Ελληνα και Ελληνίδα να παταχθεί η φοροδιαφυγή, να γίνουν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, να σταματήσει η σπατάλη, να περικοπούν οι δαπάνες που εξυπηρετούν μόνο τις δημόσιες σχέσεις και τις ανάγκες ημετέρων, όχι της χώρας.
Διότι, έχουμε δει τον καθένα από αυτούς που κυβέρνησαν την χώρα τα τελευταία χρόνια, να βάζει σε πολλές περιπτώσεις πιο πάνω από το συμφέρον της χώρας, το δικό του προσωπικό ή κομματικό συμφέρον.
Συνεπώς, αν πάμε, τελικά, στο δημοψήφισμα της Κυριακής, θα πρέπει να ξέρουμε τι ψηφίζουμε. Θα πρέπει να ξέρουμε τι σημαίνει το «ναι» και τι το «όχι». Τι θα φέρει το ένα και τι το άλλο.
Τίμια και ειλικρινά, να ξέρουμε όλη την αλήθεια για τα αποτελέσματα της επιλογής μας. Ώστε, να μην χρειαστεί να ξαναχτυπάμε το κεφάλι μας, να μην χρειαστεί να ξαναβρίζουμε κάποιον ο οποίος μας υποσχόταν πως όλα θα είναι τέλεια, αλλά όταν ήρθε η ώρα για να κάνει πράξη τις υποσχέσεις του να σηκώνει τα χέρια και να μας λέει πως αλλιώς τα περίμενε και αλλιώς τα βρήκε…
Δεν έχουμε περιθώριο για άλλο λάθος. Εχουμε κάνει πολλά λάθη οι Ελληνες…