Καλοκαιρινές αυξήσεις της τάξης του 11,5% επί των λογαριασμών ρεύματος της ΔΕΗ θα κληθούν να πληρώσουν από τις 25 Ιουλίου κοντά στα δύο εκατομμύρια καταναλωτές με εξοχικές και δευτερεύουσες κατοικίες, οι οποίοι σήμερα ανήκουν στη χαμηλή κατηγορία των μέχρι 800 κιλοβατώρες το τετράμηνο.
Στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος ωστόσο, που αποτελεί επιμέρους τμήμα του συνολικού λογαριασμού, οι αυξήσεις φτάνουν το 21%. Σε απόλυτα νούμερα, πρόκειται για επιβαρύνσεις από τέσσερα έως και 15 ευρώ το τετράμηνο, ανάλογα με την κατανάλωση της κάθε εξοχικής ή δευτερεύουσας κατοικίας.
Οι αυξομειώσεις στα τιμολόγια εντάσσονται στο πλαίσιο της υποχρέωσης που έχει αναλάβει η κυβέρνηση για την κατάργηση των λεγόμενων «σταυροειδών επιδοτήσεων» (σσ: οι χαμηλότερες καταναλώσεις επιδοτούνται από ακριβότερες χρεώσεις των επαγγελματικών τιμολογίων), πολιτική που φέρει την σφραγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Έτσι, η τιμή της κιλοβατώρας για τους καταναλωτές μέχρι και 800 κιλοβατώρας το τετράμηνο αυξάνεται κατά 21%, προκειμένου να εξισωθεί με αυτή της αμέσως επόμενης καταηγορίας (800-2.000 KWh).
Δεν επηρεάζεται από τις αυξομειώσεις καθόλου το κοινωνικό τιμολόγιο (ΚΟΤ) στο οποίο έχουν και ενταχθεί μέχρι σήμερα 565.000 καταναλωτές, απολαμβάνοντας μειωμένη τιμή ως και 49% έναντι των άλλων καταναλωτών.
Όπως υποστηρίζει η ΔΕΗ, η μείωση των σταυροειδών επιδοτήσεων, οδηγεί σε πιο αναλογική τιμολόγηση της κατανάλωσης ρεύματος με βάση το κόστος και αποτρέπει ένα πελάτη να επιβαρύνεται αδικαιολόγητα με ακριβότερες χρεώσεις προκειμένου ένας άλλος να απολαμβάνει φθηνότερες τιμές.
Ωστόσο, το σύνολο των ευάλωτων καταναλωτών και ενταγμένων στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο (ΚΟΤ) δεν επηρεάζεται καθόλου και δεν υπάρχει καμία μεταβολή. Οι δικαιούχοι συνεχίζουν να λαμβάνουν έως και 49% έκπτωση. Στο Κοινωνικό Τιμολόγιο έχουν ήδη ενταχθεί 565.000 καταναλωτές (άτομα με χαμηλό εισόδημα, γονείς με τρία προστατευόμενα τέκνα, άνεργοι, άτομα με αναπηρία, άτομα που χρήζουν μηχανικής υποστήριξης, και πολύτεκνοι). Με τη πρόσφατη διεύρυνση του Κοινωνικού Τιμολογίου ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί (πλέον εντάσσονται όσοι είναι άνεργοι από 3 μήνες και πάνω, και όχι από 6 μήνες και πάνω όπως ίσχυε παλαιότερα).