Οι περισσότεροι τον γνωρίσαμε αργά. Ηταν μια βραδιά των Ολυμπιακών Αγώνων της Ατλάντα (1996) όταν αυτός και ο «δικός» μας Βαλέριος Λεωνίδης έδωσαν μια ασύλληπτη μάχη, αναγκάζοντας τους ειδικούς της άρσης βαρών να κάνουν λόγο για τον κορυφαίο αγώνα στην ιστορία του αθλήματος.
Ο λόγος, φυσικά, για τον Ναΐμ Σουλεϊμάνογλου, ο οποίος εγκατέλειψε τα εγκόσμια, έχοντας δώσει μια ακόμη μεγάλη μάχη. Ηταν η πρώτη που δεν μπόρεσε να κερδίσει. Είχε διαγνωστεί με κίρρωση του ήπατος, στις 25 Σεπτεμβρίου εισήχθη σε νοσοκομείο για θεραπεία, στις 6 Οκτωβρίου υποβλήθηκε σε επέμβαση αφού βρέθηκε συμβατός δότης, αλλά «έφυγε» τελικά από τη ζωή λόγω εγκεφαλικής αιμορραγίας.
Το Σουλεϊμάνογλου δεν ήταν πάντα το επίθετο που τον συνόδευε. Γεννήθηκε στις 23 Ιανουαρίου του 1967 στο χωριό Πτιχάρ Μόμτσιλγκραντ από γονείς μετανάστες. Ο συγκεκριμένος δήμος της νότιας Βουλγαρίας αριθμεί περισσότερους από 12.000 Τούρκους. Δεν ξεπέρασε ποτέ τα 1.47μ. και τα 62 κιλά, όμως από τα πρώτα χρόνια της ζωής του έδειξε ότι διαθέτει απίστευτη σωματική δύναμη. Το 1984 ο δημοσιογράφος Τέρι Τόντ, του «Sports Illustrated» του «κόλλησε» το παρατσούκλι «Ηρακλής Τσέπης».
Εναν χρόνο μετά, η κομμουνιστική κυβέρνηση του Τοντόρ Ζίφκοφ, υποχρέωσε την τουρκική μειονότητα να υιοθετεί βουλγαρικά ονόματα, με συνέπεια ο Ναΐμ Σουλεϊμάνοφ να γίνει Ναούμ Σαλαμάνοφ. Μέχρι τότε, είχε ήδη δώσει τα διαπιστευτήρια του αρχής γενομένης από την ηλικία των 10 ετών όταν και εντάχθηκε για πρώτη φορά στον κόσμο της άρσης βαρών. Στα 15 του κατέκτησε 2 χρυσά μετάλλια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων της Βραζιλίας, έναν χρόνο αργότερα έγινε ο νεότερος κάτοχος παγκοσμίου ρεκόρ.