Όλα στη ζωή είναι θέμα οπτικής. Και του ρόλου που ο καθένας μας επιλέγει να πάρει στην κάθε περίσταση της ζωής του. Στα 20 του, για παράδειγμα, κατά κανόνα ο άνδρας αισθάνεται… κυνηγός και ψάχνει το θήραμα. Σε 15 χρόνια όμως όταν γίνει πατέρας και κάνει κόρες, ψάχνει τον τρόπο που θα τις προφυλάξει από τους... επίδοξους κυνηγούς και «τζόβενους» της εποχής. Η γυναίκα, αντίστοιχα στην ενηλικίωσή της, επιδιώκει να… ανοίξει τα φτερά της και να φύγει από την προστασία των γονέων. Όταν γίνει μάνα, θα αρχίσει να κυνηγά τα παιδιά της για να φάνε και να μην… κρυώσουν.
Έτσι συμβαίνει λίγο πολύ σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Και στο ποδόσφαιρο φυσικά, δεν ισχύει κάτι διαφορετικό. Ας επιλέξουμε να γίνουμε λιγάκι… οπαδοί μετά το ματς της εθνικής. Έχουμε λόγους για να γκρινιάξουμε για την επιλογή να σουτάρει πέναλτι ο Γκέκας, ή να μην αποκρούσει κανένα πέναλτι ο Καρνέζης. Αν αντιθέτως γίνουμε λιγάκι πιο… φίλαθλοι, θα απονείμουμε τα εύσημα στα παιδιά για την πορεία τους στο Μουντιάλ, αντιλαμβανόμενοι ότι μέχρι εδώ ήμασταν αλλά και ότι αυτό που πετύχαμε δεν ήταν λίγο.
Αυτό δε σημαίνει ότι η γκρίνια της στιγμής, το «οπαδιλίκι» που ίσως όλοι λίγο πολύ μπορεί να βγάλαμε με την εθνική στα 120 λεπτά, συν αυτά των πέναλτι, ήταν άδικα. Ήταν δίκαια για αυτό που ζούσαμε εκείνη τη στιγμή ως οπαδοί της, θέλοντας να ζήσουμε το όνειρο της πρόκρισης του οκτώ απέναντι στην υποδεέστερη Κόστα Ρίκα.
Θα ήταν εξίσου άδικο όμως να μείνουμε για πάνω από δέκα λεπτά… οπαδοί και να μην δούμε με πιο καθαρό μυαλό και σκεπτόμενοι λελογισμένα πως η εθνική μας είναι πράγματι και χωρίς τάση στα κλισέ, άξια συγχαρητηρίων. Να μη δούμε πως ακόμη κι αν κάνει λάθη, όπως άλλωστε κάθε άνθρωπος, ο Φερνάντο Σάντος άφησε κι αυτός τη σφραγίδα του σε αυτήν την ομάδα. Να μη δούμε ότι ανεξαρτήτως αποτελέσματος, αυτή η ομάδα ποιοτικά ανέβηκε επίπεδο από το «έπος» της Πορτογαλίας και μετά.