Με το ελληνικό ποδόσφαιρο ποτέ κανείς δεν βαριέται. Ποτέ κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι «τα είδαμε όλα». Ποτέ κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το τι θα σκαρφιστούν αυτοί που δεν θέλουν να υπάρχει… κανονικότητα στο ποδόσφαιρό μας.
Για παράδειγμα, ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι θα υπάρχουν τρεις εισαγγελείς μεθαύριο στο ΟΑΚΑ, σε ένα παιχνίδι που θα γίνει κεκλεισμένων των θυρών, με 1000 θεατές οι οποίοι θα μπούνε στο γήπεδο με προσκλήσεις;
Ή, ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι η αστυνομία θα αποφάσιζε να λάβει και φέτος, που ο τελικός θα γίνει χωρίς κόσμο, τα ίδια ακριβώς μέτρα που έλαβε πέρσι, με 40.000 οπαδούς στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας;
Για να μην βάλουμε στην συζήτηση περί… απίστευτων αλλά απολύτως αληθινών και την χθεσινή απόφαση της ΓΑΔΑ περί απαγόρευσης συναθροίσεων στο κέντρο της Αθήνας από σήμερα το απόγευμα μέχρι τα ξημερώματα της Κυριακής, η οποία, προφανέστατα, σχετίζεται με το φόβο ραντεβού οπαδών των δύο ομάδων για να πλακωθούν στο ξύλο.
Μιλάμε για φοβερά πράγματα. Μιλάμε για καταστάσεις οι οποίες εκθέτουν την Πολιτεία, την Αστυνομία, τις φιναλίστ του τελικού, το ποδόσφαιρο.
Μιλάμε για μια ανυπόφορη κατάσταση, η οποία εξοργίζει τους φίλους της κάθε ομάδας, από τους οποίους στερείται η δυνατότητα να απολαύσουν γεγονότα με ιδιαίτερη αξία γι’ αυτούς, τους υποχρεώνει να μείνουν μακριά από αυτό που αγαπάνε, που τους δίνει χαρά, που τους προσφέρει διασκέδαση.
Κανείς δεν νοιάζεται γι’ αυτούς. Κανείς ποτέ δεν τους έχει βάλει στην εξίσωση, αυτούς που είναι η μεγάλη πλειοψηφία των φίλων του ποδοσφαίρου, των φίλων των μεγάλων ομάδων.
Στην εξίσωση μπαίνει -διαχρονικά- το πολιτικό κόστος, οι ισορροπίες τις οποίες θέλουν να κρατήσουν οι ομάδες, οι επιθυμίες των οργανωμένων οπαδών.
Γι’ αυτό και φτάνουμε, συνήθως, στο σημείο όπου ακόμη κι οι ίδιες οι ομάδες προτιμάνε αντί να βρεθούν αντιμέτωπες με τον κίνδυνο τιμωριών που θα τις βγάλουν από την τροχιά επίτευξης των στόχων τους, να δεχθούν σχεδόν αδιαμαρτύρητα την διεξαγωγή τόσο σημαντικών παιχνιδιών, όπως είναι ένας τελικός, χωρίς την παρουσία των οπαδών τους.
Ο πιο μεγάλος χαμένος, λοιπόν, είναι ο αγνός φίλος; του ποδοσφαίρου, αυτός που αγαπά την ομάδα του και θέλει να την ακολουθεί μόνο για να την στηρίζει, χωρίς να της δημιουργεί προβλήματα, αλλά υποχρεώνεται, εξαιτίας των ανεγκέφαλων και του συστήματος που δεν μπορεί -ή δεν θέλει- να τους αντιμετωπίσει, να βλέπει τελικούς από την τηλεόραση…
*Από την έντυπη έκδοση της Metrosport (9/5)