Η άποψη του Λουτσέσκου, όπως εκφράστηκε μετά το τελευταίο παιχνίδια της Τούμπας, για τις μεταγραφές του Ιανουαρίου και την προοπτική ο ΠΑΟΚ να επιχειρήσει την απόκτηση ενός ακόμη παίκτη μετά τον Αζεβέδο ακούστηκε κάπως έτσι: «Δεν θέλω άλλη προσθήκη γιατί θα μας χαλάσει την χημεία. Βρήκαμε μια ισορροπία και δεν θέλουμε να την χάσουμε».
Αυτό ήταν το περιεχόμενο των λόγων του. Μόνο που ο εχθρός του καλού είναι πάντα το καλύτερο! Είναι το αξίωμα της ζωής, είτε πρόκειται για το ποδόσφαιρο, είτε για την ίδια την ζωή. Αν λοιπόν η ισορροπία που βρήκε ο Ρουμάνος τεχνικός είναι το καλό, υπάρχει πάντα το καλύτερο. Κι αυτό γίνεται με προσθήκες, μεταγραφές πρώτης γραμμής που ανεβάζουν την ποιότητα.
Ο Λουτσέσκου, όπως λένε, αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα: την διαχείριση του ρόστερ, από την στιγμή που η ομάδα έχει μείνει εκτός Ευρώπης και ο αριθμός των παιχνιδιών έχουν μειωθεί. Πώς θα τους ικανοποιήσει όλους όταν οι αγώνες περιορίζονται σε πρωτάθλημα και κύπελλο; Τι θα γίνει με τους παίκτες που για διαφορετικούς λόγους δεν θα έχουν τον αριθμό συμμετοχών που θα επιθυμούσαν;
Μόνο που αυτό δεν είναι πρόβλημα του Λουτσέσκου αλλά κάθε προπονητή που βρίσκεται σε ομάδα, με βάθος στο ρόστερ και ποιότητα. Τι να πουν οι τεχνικοί των μεγάλων ομάδων που έχουν να αντιμετωπίσουν βαριά συμβόλαια, ιδιαίτερα όταν είναι αναγκασμένοι να τα αφήνουν κάποιες φορές στον πάγκο.
Αυτό που διακρίνει τον καλό από τον μέτριο προπονητή είναι η διαχείριση των παικτών και του ρόστερ. Είναι η ικανότητα να τους κρατάει όλους σε εγρήγορση, πεινασμένους για την διάκριση, έτοιμους να αρπάξουν την ευκαιρία. Αλλοίμονο αν η λύση στο πρόβλημα ήταν η φτωχοποίηση του ρόστερ στην επιλογή «μ΄ αυτούς τα πάω μια χαρά αν έρθουν κι άλλοι θα διαταραχθεί η ισορροπία».
Ο Σαββίδης πρέπει να κάνει μεταγραφές κι ο Λουτσέσκου να βρει την ικανότητα να διαχειριστεί το ρόστερ. Τόσο απλά. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.