Οσο κι αν θέλει κάποιος να δικαιολογήσει την ομοσπονδία του μπάσκετ, είναι πάρα πολύ δύσκολο να δεχτεί ότι στην προκήρυξή της για τον τελικό του κυπέλλου δεν έχει μεριμνήσει να προβλέπει την έδρα διεξαγωγής του.
Συμφωνώ με πολλές από τις επιφυλάξεις που εκφράζει η ΕΟΚ τα τελευταία χρόνια για τα επεισόδια που δημιουργούν οι οπαδοί των μεγάλων ομάδων. Είμαι ο τελευταίος που θα έδινα συγχωροχάρτι στους οπαδούς. Οι ευθύνες τους είναι τεράστιες και δεν έχει άδικο η κάθε ομοσπονδία να φοβάται ότι θα της τινάξουν στον αέρα έναν τελικό, που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να είναι γιορτή και κανένας να μην ανησυχεί ότι θα υπάρξουν έκτροπα.
Από αυτό το σημείο, όμως, μέχρι να περιμένει η ομοσπονδία να βγει το ζευγάρι του τελικού και μετά να αποφασίσει την έδρα, υπάρχει τεράστια διαφορά. Μπορεί ο καθένας να σκεφτεί ότι υπάρχει σκοπιμότητα, διάθεση για «μαγείρεμα»
Ενώ, αν έχει προβλεφτεί η έδρα του τελικού πριν καν αρχίσουν οι αγώνες, δεν μπορεί κανείς να πει τίποτε, ακόμη κι αν χρειαστεί να παίξει στην έδρα του αντιπάλου του.
Όμως, όσο σημαντικό είναι να γίνονται τα αυτονόητα στο θέμα της προκήρυξης, άλλο τόσο σημαντικό είναι να γίνονται τα αυτονόητα και στο θέμα των θεατών ενός τελικού.
Αν, λοιπόν, η ΕΟΚ θεωρεί ότι με δύο μεγάλες ομάδες στον τελικό είναι αναπόφευκτο να γίνουν επεισόδια εφόσον τα εισιτήρια δοθούν στους οπαδούς τους, η λύση στο πρόβλημα δεν είναι να κάνει τον τελικό σε ένα μικρό γήπεδο, σε κάποια επαρχιακή πόλη, παρουσία μόνο μαθητών και των γονιών τους.
Αυτό δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Η λύση είναι να ασχοληθεί σοβαρά η ομοσπονδία του μπάσκετ, και κάθε ομοσπονδία, με το ζήτημα της βίας. Να κινητοποιήσει κάθε εμπλεκόμενο, να πιέσει την Πολιτεία, να υποχρεώσει τους αρμόδιους να λάβουν μέτρα και να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο.
Το να λες ότι οι μεγάλες ομάδες έχουν «οπαδικούς στρατούς», είναι απλά μια διαπίστωση.
Μετά την διαπίστωση, όμως, απαιτείται και μια σειρά ενεργειών. Χρειάζεται και βούληση. Την οποία δεν επιδεικνύει κανείς.
Γι’ αυτό και πριν από τελικούς, ανάμεσα σε μεγάλες ομάδες, συζητάμε την έδρα διεξαγωγής, πώς θα μοιραστούν τα εισιτήρια, αν θα δοθούν σε οπαδούς ή όχι.
Κι η μεγαλύτερη ευθύνη, ασφαλώς, είναι της Πολιτείας. Η οποία, ειδικά την τελευταία διετία, παριστάνει ότι έλυσε ως διά μαγείας τα προβλήματα της βίας και της διαφθοράς, ενώ στην πραγματικότητα η κατάσταση γίνεται κάθε μέρα και χειρότερη.