Όλο και περισσότερες ομάδες στην Ελλάδα, αλλά και στον κόσμο, δίνουν το χρίσμα σε νέους ηλικιακά προπονητές. Ίσως στη λογική που λέει ο λαός «εμπιστεύσου νέο γιατρό».
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο σκεπτικό, ο νέος μπορεί να μη διαθέτει μεγάλη εμπειρία σε πάγκους και να μην κουβαλά βαρύ βιογραφικό, αλλά ως αντίβαρο, έχει φροντίσει να επιμορφωθεί, είναι γεμάτος φιλοδοξίες, φρέσκες ιδέες και μπορεί να καταλάβει ίσως ευκολότερα την ψυχολογία των ποδοσφαιριστών του.
Ο ΠΑΟΚ φαίνεται πως ακολουθεί ανάλογη συνταγή με την επιλογή Τούντορ, ενώ το ίδιο έχουν κάνει ήδη αρκετές ομάδες στην Ελλάδα: Ο Αναστασίου (42 ετών) στον Παναθηναϊκό, ο Βεργέτης (39 ετών) στον Αστέρα, ο Σα Πίντο (43 ετών) νωρίτερα στον Ατρόμητο, ο Δέλλας (39 ετών στην ΑΕΚ), ενώ και ο Ολυμπιακός προσανατολίζεται στη λύση Μάρκο Σίλβα (38 ετών) από την Σπόρτινγκ Λισαβόνας. Πρώτη... διδάξασα, η πρωταθλήτρια Ευρώπης που έχει νωρίτερα βέβαια ακολουθήσει την ίδια πολιτική, με Γκουαρδιόλα, Βιλανόβα και τώρα Λουίς Ενρίκε. Το έκανε και η Πόρτο με Μουρίνιο και πήρε Champions League, ενώ φυσικά υπάρχουν κι άλλα κλαμπ στην Ευρώπη που ακολούθησαν την ίδια συνταγή (Γιουβέντους, Μίλαν, Ντόρτμουντ κλπ).
Τι έγινε; Ξαφνικά οι ομάδες άρχισαν να εμπιστεύονται τους νέους; Μπορεί ένας 40άρης να κουμαντάρει ένα δύσκολο καράβι; Οι λόγοι που προαναφέρθηκαν συνηγορούν στο «ναι». Αρκεί, να μπορέσουν και οι ίδιοι οι 40άρηδες, να προφυλάξουν τους εαυτούς τους. Να μην αισθανθούν αναλώσιμοι. Διότι σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχουν εμπειρότεροι τεχνικοί διευθυντές ή μάνατζερ που κάνουν το ουσιαστικό κουμάντο και που επιλέγουν νεαρούς προπονητές θεωρώντας ότι είναι... του χεριού τους. Τους δίνουν μεν τη δυνατότητα χειρισμού των αποδυτηρίων (κι αυτό όχι πάντα) , αλλά κρατούν την εξουσία: Επιλέγουν τις μεταγραφές και αποφασίζουν για τη μεταγραφική πολιτική, με τον προπονητή απλά να χειρίζεται και όχι να διαλέγει τα «εργαλεία» του.
Δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό, ούτε οδηγεί απαραίτητα σε αποτυχίες. Αρκεί να υπάρχει συνεννόηση και να τίθενται διακριτά όρια στο ρόλο του καθενός. Το ποδόσφαιρο άλλωστε όσο εκσυγχρονίζεται, «γεννά» και περισσότερους ρόλους. Το όριο για τους προπονητές είναι να μην αισθανθούν αναλώσιμοι ή «γλάστρες», που απλά τοποθετούνται ή αντικαθίστανται. Κι αυτό βέβαια μένει να το αποδείξει ο καθένας ξεχωριστά, ανάλογα με το μέγεθος της προσωπικότητας που διαθέτει και τον σεβασμό που θα εμπνεύσει στα αποδυτήρια και στο χορτάρι.